Η μικρή έστω δυναμική του ΠΑΣΟΚ που εμφανίστηκε στις σφυγμομετρήσεις μετά την εσωκομματική εκλογή εξατμίζεται. Επιστρέφει εκεί ακριβώς από όπου ξεκίνησε η όλη διαδικασία: στην αθυμία των συμπαθούντων και την αδιαφορία των υπολοίπων. Υπάρχουν τρία κεντρικά ερωτήματα, στα οποία το ΠΑΣΟΚ δεν απαντά.
Το πρώτο αφορά τον δρόμο προς την εξουσία που δηλώνει ότι διεκδικεί. Εχει επιλέξει στρατηγική «Λαϊκού Μετώπου»; Θέλει δηλαδή το ΠΑΣΟΚ να προτείνει τον εαυτό του ως ηγετική δύναμη ενός συνασπισμού που θα συμπεριλάβει όσους προσυπέγραψαν την πρόταση δυσπιστίας; Ο κ. Ανδρουλάκης μιλά για αυτόνομη πορεία. Αλλά πώς να γίνει πιστευτός όταν συνυπογράφουν την δική του πρόταση δυσπιστίας όλοι όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως «προοδευτικές δυνάμεις»; Ο κοινός παρονομαστής τους είναι τα νωπά ακόμη υβρεολόγια προς το ΠΑΣΟΚ και η αλήστου μνήμης «αντιμνημονιακή» ρητορική. Εκτός από την προσωποπαγή Πλεύση, όλες οι συνιστώσες ενός τέτοιου «προοδευτικού» συνονθυλεύματος βρίσκονται σε πολιτική αποδρομή: τα απομεινάρια του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον κ. Φάμελλο, οι 11 βουλευτές και περίπου ισάριθμοι ψηφοφόροι της Νέας Αριστεράς, κάτι χειροκροτητές του ήδη λησμονημένου κ. Κασσελάκη, πιθανόν ακόμη και ο κ. Βαρουφάκης με τους εναπομείναντες θιασώτες του. Αναρωτιέται κανείς εάν οι κήρυκες του αντικυβερνητικού μετώπου έχουν εξετάσει το – όχι απίθανο πια – ενδεχόμενο από τέτοιες ζυμώσεις να αναδειχθεί η κυρία Κωνσταντοπούλου ως μείζων εταίρος. Το βέβαιο είναι πως πολλοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ δεν έχουν καμία διάθεση να στοιχηθούν πίσω από ένα οπορτουνιστικό ψηφιδωτό. Δεν βλέπουν σε τι θα ωφελούσαν σήμερα οι εκλογές που ζήτησε το κόμμα τους, προσβλέποντας σε ποιο άραγε ρεαλιστικά πιθανό αποτέλεσμα… Η συζήτηση και μόνον αποτελεί δώρο προς την κυβέρνηση – και, βέβαια, προς τη Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Το δεύτερο ερώτημα αφορά την αντιπολιτευτική τακτική. Ποιος είναι ο αντίπαλος του ΠΑΣΟΚ; Η Νέα Δημοκρατία ή ο κ. Μητσοτάκης; Η προσωποποίηση της κριτικής παραπέμπει στο δεύτερο. Είναι μια καταστροφική ψευδαίσθηση. Η ΝΔ διαθέτει εναλλακτικές ηγεσίας – παραπάνω από μία. Εφόσον, για οποιονδήποτε λόγο, το ΠΑΣΟΚ βρεθεί απέναντι σε άλλον πλην του κ. Μητσοτάκη, πώς θα διαχειριστεί κάποιον που θα έχει μείνει στο απυρόβλητο της αντιπολίτευσής του; Αν όλα είναι προσωπική ευθύνη Μητσοτάκη και του προσωπικού του συστήματος εξουσίας, πού στέκει ο κ. Ανδρουλάκης σε μια πιθανή (όσο μικρές κι αν είναι οι πιθανότητες) αντιπαράθεση με τον κ. Δένδια, ή τον κ. Χατζηδάκη, ή όποιον άλλο;
Και το τρίτο ερώτημα είναι ποια άραγε συμπεράσματα έβγαλε ο κ. Ανδρουλάκης από την επανεκλογή του. Αν είχε ενθουσιάσει η προηγούμενη θητεία του, δεν θα είχε αμφισβητηθεί. Η αισιοδοξία αφορούσε την προσδοκία διαμόρφωσης μιας ηγετικής ομάδας. Οτι δηλαδή αυτό που εξέφρασαν ο κ. Γερουλάνος, η κυρία Διαμαντοπούλου, ο κ. Δούκας θα αποτυπωνόταν στη διαμόρφωση της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ. Το συμπέρασμα που έβγαλε ο κ. Ανδρουλάκης ήταν ότι αρκεί να τους μοιράσει από έναν τίτλο κι έναν μικρό ρόλο για να επανακάμψει στο παρελθόν του. Αν αρκεί σε εκείνους είναι ένα ερώτημα χωρίς ενδιαφέρον. Για τους υπολοίπους, αυτούς που είχαν ελπίσει, είναι μια επιστροφή στο αδιέξοδο.
Ο Φοίβος Καρζής είναι δημοσιογράφος