Tα Κάλαντα της Πρωτοχρονιάς αποτελούν ένα αγαπημένο έθιμο της ελληνικής παράδοσης, που παραμένει ζωντανό μέχρι σήμερα. Τα παιδιά, με τα χαρακτηριστικά τρίγωνα και χαμόγελα, επισκέπτονται τα σπίτια, τραγουδώντας τους γνωστούς στίχους, και γεμίζουν τη μέρα με ευχές και χαρούμενες νότες.
Στην Ελλάδα, αυτή η πρακτική έχει βαθιές ρίζες, και οι στίχοι των καλάντων πολλές φορές έχουν τοπικές παραλλαγές, αντανακλώντας την πολιτιστική ταυτότητα κάθε περιοχής. Είναι επίσης ένας τρόπος για τα παιδιά να ευχηθούν καλή χρονιά στους οικοδεσπότες και να λάβουν φιλοδωρήματα ή γλυκά ως ένδειξη ευγνωμοσύνης.
Τα κάλαντα έχουν μια μακρά και πλούσια ιστορία που συνδέει την αρχαία ελληνική παράδοση με τα χριστιανικά έθιμα. Η λέξη «calenda» από τα λατινικά, που σημαίνει «πρώτη μέρα του μήνα», μας θυμίζει την παλιά ρωμαϊκή παράδοση των Καλένδων, οι οποίες σηματοδοτούσαν την αρχή κάθε μήνα. Από αυτές πήραν και το όνομά τους τα κάλαντα.
Στην Αρχαία Ελλάδα, οι γιορτές του Διονύσου, όπως σωστά αναφέρατε, περιλάμβαναν παρόμοιες πρακτικές. Το ομοίωμα καραβιού, που κρατούσαν τα παιδιά, είχε συμβολική σημασία, αντιπροσωπεύοντας τη γονιμότητα, τον ερχομό του νέου και την ευημερία. Αντίστοιχα, το κλαδί ελιάς ή δάφνης, στολισμένο με κόκκινες και άσπρες κλωστές, ήταν σύμβολο ειρήνης και αναγέννησης.
Η μίξη θρησκευτικού και κοσμικού στοιχείου στα κάλαντα, όπως επισημάνατε, είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα. Το θρησκευτικό μέρος υπογραμμίζει το νόημα της γιορτής, ενώ το κοσμικό μέρος είναι πιο προσωπικό, γεμάτο ευχές και εγκώμια για κάθε μέλος της οικογένειας, δημιουργώντας μια όμορφη σύνδεση ανάμεσα στην παράδοση και την καθημερινή ζωή.
Τα κάλαντα είναι ελληνικό έθιμο που διατηρείται μέχρι και σήμερα με τα παιδιά να γυρνούν από σπίτι σε σπίτι δύο μαζί ή και περισσότερα και να τραγουδούν τα κάλαντα συνοδεύοντας το τραγούδι τους με το τρίγωνο ή ακόμα και κάποιο μουσικό όργανο
Τα παιδιά γυρνούν από σπίτι σε σπίτι, χτυπούν την πόρτα και ρωτούν: «Να τα πούμε;». Αν η απάντηση από τον νοικοκύρη ή την νοικοκυρά είναι θετική, τότε τραγουδούν τα κάλαντα για μερικά λεπτά τελειώνοντας με την ευχή «Και του Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Κάποιος από το σπιτικό δίνει κάποιο χρηματικό ποσό στα παιδιά. Αυτό είναι κάτι που άλλαξε στη διάρκεια των χρόνων καθώς παλιότερα τους πρόσφερε μελομακάρονα ή κουραμπιέδες ή κάποιο άλλο εορταστικό γλυκό.
Κάλαντα λέγονται την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων και είναι διαφορετικά για κάθε γιορτή.
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά ψηλή μου δεντρολιβανιά κι αρχή καλός μας χρόνος εκκλησιά με τ’ άγιο θρόνος. Αρχή που βγήκε ο Χριστός άγιος και Πνευματικός, στη γη να περπατήσει και να μας καλοκαρδίσει. Αγιος Βασίλης έρχεται, άρχοντες το κατέχετε (ή «και δε μας καταδέχεται»), από την Καισαρεία, συ’ σαι αρχόντισσα κυρία. Βαστά εικόνα και χαρτί, Ζαχαροκάντιο ζυμωτή χαρτί, χαρτί και καλαμάρι δες και, δες και με το παλικάρι. Το καλαμάρι έγραφε, την μοίρα του την έλεγε και το, και το χαρτί ωμίλει Αγιε μου καλέ Βασίλη.
Πανελλήνια Β’
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά κι αρχή, κι αρχή καλός μας χρόνος, εκκλησιά, εκκλησιά με τ άγιο θρόνος. Αρχή που βγήκε ο Χριστός, Άγιος και πνευματικός, στη γη, στη γη να περπατήσει και να μας, και να μας καλοκαρδίσει. Άγιος Βασίλης έρχεται, (άρχοντες το κατέχετε), από, από την Καισαρεία, ζησ αρχό, ζήσ’ αρχόντισσα κυρία. Βαστάει εικόνα και χαρτί, (με το Χριστό το Λυτρωτή), χαρτί, χαρτί και καλαμάρι, δες και με, δες κι εμέ το παλικάρι. Σ αυτό το σπίτι που ρθαμε, πέτρα, πέτρα να μη ραγίσει κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, χίλια, χίλια χρόνια να ζήσει. Και του χρόνου!