Ο Αρκάς σε ένα χριστουγεννιάτικο σκίτσο μας παρουσιάζει το μικρό Θανασάκη να στέκεται μπροστά από ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο και να λέει «Δεν μ’ αρέθει το δέντρο που έγτιακθεθ» και να λαμβάνει την απάντηση «τότε, μην το κοιτάς!».
Ξαφνικά σβήνουν τα φώτα και ο Θανασάκης απορεί «Τι κάνειθ, δεν χρειάζεται να θβήθειθ το φωθ για να μην το κοιτάω» και το σκοτάδι γίνεται ατμοσφαιρικό φως.
«Ουαου, Καλά Χριστούγεννα», λέει χαρούμενος.
Αειθαλές δέντρο, συνήθως έλατο, που διακοσμείται με φώτα και στολίδια στο πλαίσιο τού εορτασμού των Χριστουγέννων.
Η χρήση αειθαλούς δέντρου, στεφανιού και γιρλάντας ως συμβόλων της αιώνιας ζωής, αποτελούσε έθιμο των αρχαίων Αιγυπτίων, των Κινέζων και των Εβραίων. Η λατρεία των δέντρων, που ήταν συνηθισμένο φαινόμενο ανάμεσα στους ειδωλολάτρες Ευρωπαίους, επιβίωσε και μετά τον εκχριστιανισμό τους σε διάφορα έθιμα.
Το έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου εισήχθη στην Ελλάδα επί Βαυαροκρατίας, όταν τα Χριστούγεννα του 1834 στολίστηκε με δέντρο η κατοικία του Όθωνα στο Ναύπλιο και συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια στο παλάτι των Αθηνών.
Στις 24 Δεκεμβρίου 1843 στήθηκε για πρώτη φορά χριστουγεννιάτικο δέντρο σε ελληνικό σπίτι
Το έθιμο, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, άργησε να εξαπλωθεί στην χώρα μας. Μόλις την δεκαετία του τριάντα κάποια αστικά σπίτια άρχισαν να στολίζουν χριστουγεννιάτικο δέντρο, ενώ μεταπολεμικά το έθιμο διαδόθηκε ταχύτατα τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο χώρα.
Μια προσπάθεια να αντιακατασταθεί το χριστουγεννιάτικο δέντρο με το ελληνοπρεπέστατο καραβάκι στα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα δεν ευοδώθηκε.