Όπως συνέχισε να λέει ο γαμπρός του θύματος στην απολογία του:
Πατροκτονία στην Εύβοια: «Αισθάνομαι ένοχος για τη μη αποτροπή του εγκλήματος» – Τι είπε στην απολογία του ο 29χρονος γαμπρός του θύματος
«Η σύζυγός μου ανέφερε ότι πρέπει να σκεφτούμε πως θα δικαιολογηθεί το έγκλημα, ώστε να μην κατηγορηθεί ο αδελφός της. Είχε την άποψη ότι πρέπει να φανεί ως έγκλημα σε βάρος του αδελφού. Έφερε μαχαίρια από την κουζίνα και ένα περιοδικό. Ο γιος μου ζήτησε να τον βοηθήσω αν τον μεταφέρουμε στις σκάλες για να τον ρίξουμε από κει για να φανεί σαν να είχε πέσει από τις σκάλες. Τον έγδυσε και τον βοήθησα να τον μεταφέρουμε στις σκάλες. Την τοποθέτηση των μαχαιριών και του περιοδικού τα έκανε η κόρη. Αφού τελείωσαν με αυτά, η ίδια είπε πως έπρεπε να κάψουμε τα ρούχα για να ξορκίσει το κακό με τη φωτιά. Πράγματι, ανάψαμε φωτιά στο τζάκι, κάψαμε τα ρούχα του και το μαξιλάρι που είχε χρησιμοποιήσει ο 22χρονος γιος του θύματος. Αφού κάηκαν τα ρούχα και το μαξιλάρι, τα 2 αδέλφια έκαναν μπάνιο. Ο γιος επέμενε για το θέμα του βιασμού, διότι έλεγε ότι ήταν αλήθεια, έστω και αναφερόμενος στην ανηλικότητά του. Συμφώνησα και εγώ, αφού δεν ήθελα εκείνη τη στιγμή να τους προδώσω».
Επτά ώρες κράτησε η απολογία του 29χρονου γαμπρού του 66χρονου, που δολοφονήθηκε μέσα στο σπίτι του στο χωριό Ανδρωνιάνοι του Δήμου Κύμης – Αλιβερίου, στην Εύβοια. Με σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα αποφασίστηκε η προφυλάκιση του την Δευτέρα (23/12).
Ο 29χρονος κατηγορούμενος Κ.Σ και γαμπρός του θύματος, σύμφωνα με το eviaonline, στην αρχή της απολογίας του αναφέρεται σε στιγμές της ζωής του κατά το παρελθόν, τονίζοντας μεταξύ άλλων, ότι η μητέρα του είναι Ελληνίδα, ότι δεν γνώρισε ποτέ τον πατέρα του, ο οποίος τον εγκατέλειψε, ότι σε ένα ταξίδι στην Ελλάδα το 2018 γνώρισε τη γυναίκα του.
Παράλληλα, περιγράφει τη σύζυγό του ως μια δυναμική και χειριστική γυναίκα που κατεύθυνε την κοινή τους ζωή και ως άτομο που δεν επιθυμούσε να δουλέψει, και εστιάζει στην επιστροφή τους στο χωριό, όπου εκτέλεσαν πολιτικό γάμο. Ακόμη, αναφέρεται στον γιο του θύματος ως απόμακρο, ενώ δηλώνει χαρακτηριστικά ότι κοιμόταν στο πάτωμα, καθώς δεν είχε κρεβάτι. Τονίζει ότι έφερε μαζί του συνολικά 19.000 δολάρια, ότι η κατάσταση του πεθερού του ήταν πάρα πολύ δύσκολη λόγω του γεγονότος ότι είχε κλειστεί στον εαυτό του. Μάλιστα λέει ότι η γυναίκα του, του είχε εμπιστευθεί πως εκείνη και ο αδελφός της είχαν μεγαλώσει με τον πατέρα τους και την γιαγιά τους, εξηγώντας ότι οι γονείς τους είχαν χωρίσει επειδή ο πατέρας τους κακοποιούσε τη μητέρα τους.
Σημειώνει δε, ότι όταν την ρώτησε γιατί η μητέρα δεν είχε πάρει μαζί τα παιδιά, του απάντησε ότι ο πατέρας της την είχε απειλήσει. Θυμάται κάποια στιγμή, τα δύο αδέλφια μιλούσαν στο δωμάτιο και μπαίνοντας μέσα είδε τον γιο να κλαίει. Όταν τον ρώτησε τι συμβαίνει ξεκίνησε να του λέει πως νιώθει πολύ άσχημα που τον είχε παρατήσει η μητέρα του.
«Τρεις με τέσσερις ημέρες πριν το συμβάν, ο 22χρονος είπε ότι όταν ήταν μικρός ο πατέρας του τον είχε βιάσει, ενώ ήταν θυμωμένος και με την μητέρα του, διότι την θεωρούσε υπεύθυνη που τον είχε παρατήσει εκεί. Επαναλάμβανε όλες τις σκηνές που ο πατέρας του τον είχε κακοποιήσει είτε λεκτικά είτε σωματικά. Τον κλείδωνε στο αυτοκίνητο για να μην τον δει η μητέρα του, τον τραβούσε από το χέρι και τον έβαζε μέσα στο σπίτι και του φώναζε ότι είναι μια άχρηστη η μητέρα του και ότι δεν θα την ξαναέβλεπε.
Η κόρη από την άλλη, δεν έδειξε να εκπλήσσεται με όσα άκουγε και φαινόταν σαν να μην τα άκουγε για πρώτη φορά. Η ίδια τότε, είπε ότι δεν του αξίζει να ζει, ότι τους έχει καταστρέψει τη ζωή, ότι δεν νοιάστηκε ποτέ σαν πατέρας και ότι γενικότερα το μόνο που ήξερε να κάνει είναι να τους υβρίζει, να μεθάει και να τους υποτιμά. Συνήθιζε να λέει ότι για τον πατέρα της εκείνη ήταν ”το αγόρι” και ο αδελφός της το ”κορίτσι”. Εκείνη τη στιγμή η κόρη είπε ξεκάθαρα, πως ο πατέρας τους έπρεπε να πεθάνει γιατί είχε μέσα του ”το κακό”. Ο γιος είπε πως ήθελε να τον σκοτώσει ο ίδιος για όλο το κακό που του είχε κάνει και ζήτησε τη βοήθεια τη δική μου και της αδελφής του, για να φύγει το ”κακό” από το σπίτι τους και τη ζωή τους. Προσπάθησα να τον ηρεμήσω, αλλά δεν ήταν εφικτό», δήλωσε ο κατηγορούμενος.
«Ήρθε στο δωμάτιό μας ο 22χρονος και είπε ότι ήρθε η ώρα» – Πώς έγινε η δολοφονία
«Μετά από 3-4 μέρες από την αποκάλυψη αυτή, πολύ πρωί, ήρθε στο δωμάτιό μας ο 22χρονος και είπε ότι ήρθε η ώρα. Όταν τον ρώτησα τι εννοεί, μου είπε ”θα το κάνω σήμερα”. Ξεκίνησε να τρέχει προς το δωμάτιο του πατέρα του, μέχρι να σηκωθώ από το κρεβάτι και η αδελφή του τον ακολούθησε, ενώ εγώ ήμουν από πίσω. Κρατούσε ένα μαξιλάρι και αφού ανέβηκε στο στέρνο του πατέρα του, ξεκίνησε να τον πιέζει με δύναμη στο πρόσωπό του. Δεν θυμάμαι αν τον χτυπούσε κιόλας. Θυμάμαι όμως ότι καθόταν με τα γόνατά του πάνω στο στέρνο του».
«Είχα μείνει στο κατώφλι της πόρτας και δεν κινήθηκα. Η σύζυγό μου και αδελφή του, έτρεξε και κρατούσε τον πατέρα της που στην αρχή αντιδρούσε. Μόλις ο 22χρονος κατάλαβε ότι ο πατέρας του είχε πεθάνει, η αδελφή πήρε ένα μπουκάλι αγιασμό και το έριξε πάνω στον πατέρα της, λέγοντας πως έτσι θα φύγει το ”κακό” και ο ”δαίμονας” που κατοικούσε μέσα στον πατέρα της», συμπλήρωσε ο 29χρονος.
Τέλος ο κατηγορούμενος 29χρονος γαμπρός του άτυχου 66χρονου ισχυρίστηκε: «Λυπάμαι πολύ για ότι έγινε. Με βαρύνει το γεγονός ότι δεν απέτρεψα το έγκλημα. Ακόμη και σήμερα δεν είμαι σε θέση να πω μετά βεβαιότητας ότι θα μπορούσα εκείνη τι στιγμή να κάνω κάτι, αφού ο 22χρονος ήταν εκτός εαυτού, λέγοντας συνέχεια μετά την πράξη του ότι αυτό που έκανε άξιζε στον πατέρα του και πως ένιωθε πλέον ήρεμος. Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος και πιστεύω πως είναι – πέραν από ποινικά κολάσιμο – και αμαρτία να αφαιρεί κάποιος μια ζωή. Λυπάμαι πραγματικά για το πως εξελίχθηκε η ζωή μου από την ημέρα που γνώρισα την σύζυγό μου και έπρεπε να έχω καταλάβει πως κάτι περίεργο υπήρχε σε αυτή την οικογένεια. Έπρεπε να έχω καταλάβει πως κρυβόταν κάποιο μυστικό, αφενός από την συμπεριφορά του αδελφού της, που κλεινόταν με τις ώρες στο δωμάτιό του και στον εαυτό του και αφετέρου από τη συμπεριφορά της συζύγου του, που είχε μόνιμα τάσης φυγής και άρνηση προς την εργασία».
«Αισθάνομαι ένοχος για τη μη αποτροπή του εγκλήματος, που εκτυλίχθηκε σε δευτερόλεπτα μπροστά στα μάτια μου. Ήταν όμως τέτοια η μανία του 22χρονου εκείνη την ώρα, που δεν πρόλαβα να πράξω άλλως. Μάλιστα στους αστυνομικούς δεν μιλούσα σχεδόν καθόλου, παρά μόνον ένευα συγκαταβατικά συμφωνώντας με ό,τι ανέφεραν τα 2 αδέλφια», ολοκλήρωσε.