Η έκφραση «σωστή πλευρά της Ιστορίας» μπήκε στο πολιτικό μας λεξιλόγιο με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία πριν από σχεδόν τρία χρόνια. Οπως συμβαίνει συνήθως με πολιτικά συνθήματα, το ακριβές περιεχόμενό του δεν είχε γίνει ποτέ ξεκάθαρο, όμως φαινόταν να περιέχει δύο συμπληρωματικές, όσο και σε κάποιον βαθμό αντιτιθέμενες, έννοιες.

Από τη μια μεριά, η «σωστή πλευρά της Ιστορίας» περιείχε μια ηθική διάσταση, από την άποψη ότι η παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν θα μπορούσε ποτέ να δικαιωθεί ακόμα και αν η Ρωσία κέρδιζε στο πεδίο της μάχης. Ηταν η αντίληψη ότι η ωμή δύναμη και η περιφρόνηση των διεθνών κανόνων θα παρέμεναν πάντα εκτός του αποδεκτού πλαισίου και ότι, σε βάθος χρόνου και ακόμα και αν η «κακή» πλευρά κέρδιζε παροδικά κάποια λάφυρα, το εκκρεμές της Ιστορίας τελικά δικαιώνει τους ενάρετους και τους τίμιους.

Από την άλλη μεριά, η «σωστή πλευρά» εμπεριείχε και μια πολύ συγκεκριμένη διάσταση ισχύος. Εννοώντας κατ’ ουσίαν την υπερίσχυση των ΗΠΑ σε κάθε μεγάλο γεωπολιτικό ανταγωνισμό όπου αυτές ενεπλάκησαν, από τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους στον Ψυχρό Πόλεμο και πιο πρόσφατα στις διάφορες επεμβάσεις τους στη Μέση Ανατολή, τα Βαλκάνια και την Ασία, η έκφραση αυτή δημιουργούσε την υπόσχεση ότι και στο Ουκρανικό η σωστή πλευρά είναι αυτή της υπερδύναμης. Το να είσαι στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας» επομένως σήμαινε ότι, όπως και τόσες φορές στο παρελθόν, θα ήσουν και με τον ηθικό και με τον στρατηγικό νικητή.

Οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων θέτουν σε αμφισβήτηση και τις δύο αυτές διαστάσεις της «σωστής πλευράς», και άρα και τις κεφαλαιώδεις επιλογές που έχει κάνει η Ελλάδα στα γεωπολιτικά μέτωπα της εποχής μας. Στην Ουκρανία η Ρωσία ήδη κέρδιζε έδαφος, παρά τις τεράστιες απώλειές της. Τώρα όμως το Κίεβο τελεί και επίσημα υπό προθεσμία εν όψει της νέας προεδρίας Τραμπ από τον Ιανουάριο και μετά. Η απόφαση Μπάιντεν να επιτραπεί στην Ουκρανία να χρησιμοποιήσει πυραύλους δυτικής κατασκευής εις βάρος στόχων εντός Ρωσίας είναι περισσότερο μια τελευταία προσπάθεια να βελτιωθούν οι όροι της επερχόμενης διαπραγμάτευσης παρά το προοίμιο της «τελικής νίκης» που υπόσχεται ο Ζελένσκι.

Από την άλλη μεριά, η απόφαση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) να επικηρύξει τον Μπενιααμίν Νετανιάχου για ανθρωπιστικά εγκλήματα στη Γάζα προκαλεί τεράστιο πολιτικό πρόβλημα στην Ευρώπη, η οποία στηρίζει θεωρητικά τη διεθνή έννομη τάξη αλλά ταυτόχρονα ήταν μέχρι σήμερα εξόχως ανεκτική στις ενέργειες του Ισραήλ. Στην πράξη η απόφαση του ΔΠΔ σημαίνει ότι ο Νετανιάχου κινδυνεύει ακόμα και με σύλληψη αν πατήσει το πόδι του σε χώρα που έχει κυρώσει τη σύμβαση του Δικαστηρίου – κάτι που επιβεβαίωσαν ακόμα και σκληρά φιλο-ισραηλινές κυβερνήσεις όπως της Βρετανίας και της Ολλανδίας.

Από την άλλη όμως, υπάρχουν μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης όπως η Ουγγαρία που έχουν δηλώσει ότι δεν θα σεβαστούν την απόφαση της δίωξης, κάτι που κάνει την κατάσταση για την Ελλάδα ακόμα πιο περίπλοκη. Για τη χώρα μας η στρατηγική προσέγγιση με το Ισραήλ τα τελευταία 15 χρόνια σε μεγάλο βαθμό ταυτίστηκε με την πολιτική κυριαρχία του Νετανιάχου. Ταυτόχρονα όμως το διεθνές δίκαιο αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η πλήρης απουσία του ζητήματος από την εσωτερική συζήτηση στην Ελλάδα μάλλον προδίδει την αμηχανία της κυβέρνησης, ιδιαίτερα καθώς σε αυτό το ζήτημα η Ευρωπαϊκή Ενωση εμφανίζεται διαιρεμένη και έτσι δεν υπάρχει το βολικό για εμάς καταφύγιο κάποιας κοινής ευρωπαϊκής θέσης.

Οι δύο αυτές εξελίξεις – η νίκη Τραμπ και η απόφαση του ΔΠΔ εις βάρος του Νετανιάχου – αναιρούν πλήρως στην πράξη όλα όσα η καθησυχαστική φράση περί «σωστής πλευράς της Ιστορίας» υποδήλωνε. Η αμερικανική στρατηγική κυριαρχία τίθεται πλέον υπό την αίρεση των τεκτονικών αλλαγών στο εσωτερικό των ΗΠΑ, την ίδια ώρα που αποδεικνύεται ότι η διεθνής ηθική και νομιμότητα έχουν πάψει προ πολλού να καθορίζονται από το μονοπώλιο ισχύος της Δύσης. Γίνεται ξεκάθαρο πια ότι οι ιδεολογικές βεβαιότητες του παρελθόντος δεν μπορεί να αποτελούν επαρκή πυξίδα για την επιβίωση μιας χώρας στο νέο περιβάλλον.

Ο Aγγελος Χρυσόγελος είναι ερευνητής σε ζητήματα Λαϊκισμού και Διεθνών Σχέσεων στο Global Populism Cluster του Weatherhead Center for International Affairs του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ