Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των ρωσικών πυραύλων Ορέσνικ και σε τι απόσταση μπορεί να πλήξουν έναν στόχο; Μπορούν να αναχαιτιστούν;
Ο δρ Θεόδωρος Λιόλιος, διευθυντής του Κέντρου Ελέγχου Όπλων και Εκρήξεων, εξηγεί στο iefimerida όλα όσα δεν γνωρίζουμε για τους συγκεκριμένους πυραύλους.
Η επίθεση της Ρωσίας με τον πειραματικό, βαλλιστικό πύραυλο Ορέσνικ στην ουκρανική πόλη Ντνίπρο πριν από μερικές ημέρες έχει προκαλέσει παγκόσμια ανησυχία, ιδιαίτερα μετά και τις δηλώσεις του Βλαντίμιρ Πούτιν ότι η Ρωσία θα πραγματοποιήσει περισσότερες δοκιμές του νέου πυραύλου Ορέσνικ στο πεδίο της μάχης και ότι έχει απόθεμα έτοιμο για χρήση.
Σήμερα έχει προγραμματιστεί έκτακτη σύσκεψη του ΝΑΤΟ με την Ουκρανία μετά τη ρωσική επίθεση, στην οποία πρόκειται να παρευρεθούν οι μόνιμοι αντιπρόσωποι των 32 κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, ειδικοί σε θέματα αντιπυραυλικής άμυνας και ανώτατοι αξιωματικοί και στρατιωτικοί σύμβουλοι. Ήδη οι αναλυτές έχουν χαρακτηρίσει τη χρήση του πειραματικού υπερηχητικού πυραύλου ως «κλιμάκωση του πολέμου που θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή αντιπυραυλική άμυνα».
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του πυραύλου Ορέσνικ και γιατί υπάρχει παγκόσμια ανησυχία;
Ο καθηγητής Πυρηνικής Φυσικής και Οπλικών Επιστημών δρ Θεόδωρος Λιόλιος, ο οποίος, όπως αναφέρθηκε, είναι και διευθυντής του Κέντρου Ελέγχου Όπλων και Εκρήξεων, εξηγεί στο iefimerida όσα δεν είναι γνωστά μέχρι στιγμής.
Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Ο πύραυλος Oreshnik IRBM αποτελεί μια σημαντική εξέλιξη του πυραυλικού συστήματος Rubezh, σχεδιασμένος για να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα μέσω της μετάβασης από πυρηνικές σε συμβατικές κεφαλές και της αυξημένης δυνατότητας στόχευσης πολλαπλών σημείων. Παρότι διατηρεί την ίδια εμβέλεια με τον Rubezh, ο Oreshnik διαφοροποιείται ως προς τη χρήση και τη φιλοσοφία σχεδιασμού».
Σύμφωνα με τον κ. Λιόλιο, ο Rubezh είναι ένας πύραυλος μεσαίου βεληνεκούς (IRBM) με εμβέλεια περίπου 5.800 χιλιομέτρων, σχεδιασμένος για στρατηγικές αποστολές αποτροπής. Μεταφέρει 4 MIRV (Πολλαπλά Ανεξάρτητα Στοχευόμενα Οχήματα Επανεισόδου), το καθένα από τα οποία περιέχει μία πυρηνική κεφαλή. Κάθε πυρηνική κεφαλή έχει απόδοση 150-300 κιλοτόνων, δηλαδή είναι τουλάχιστον 10 φορές ισχυρότερη από την πυρηνική βόμβα που έπληξε τη Χιροσίμα (περίπου 15 κιλοτόνων). Αυτό καθιστά τον Rubezh εξαιρετικά αποτελεσματικό για στρατηγικούς στόχους μεγάλης κλίμακας, όπως αστικά κέντρα, στρατιωτικές βάσεις ή κρίσιμες υποδομές. Ο σχεδιασμός του εστιάζει στη μέγιστη καταστροφή μέσω λίγων αλλά πολύ ισχυρών στόχων. Και εξηγεί στη συνέχεια τα χαρακτηριστικά και τις αναβαθμίσεις του Ορέσνικ, τονίζοντας: «Ο Oreshnik, όπως και ο Rubezh, είναι πύραυλος μεσαίου βεληνεκούς (IRBM) με εμβέλεια 5.800 χιλιομέτρων. Ωστόσο, διαφοροποιείται στον σχεδιασμό, καθώς χρησιμοποιεί συμβατικές κεφαλές και στοχεύει στη μεγαλύτερη ευελιξία και τη διασπορά στόχων».
Οι δύο πύραυλοι έχουν τις παρακάτω διαφορές στις MIRV, αναφέρει ο καθηγητής. «Ο Rubezh μεταφέρει 4 MIRV, το καθένα από τα οποία είναι ανεξάρτητο όχημα επανεισόδου που περιέχει μία πυρηνική κεφαλή. Η συνολική απόδοση των κεφαλών κυμαίνεται από 150 έως 300 κιλοτόνους η καθεμία, σχεδιασμένες για στρατηγικούς στόχους μεγάλης κλίμακας. Ενώ ο Oreshnik μεταφέρει 6 MIRV, κάθε μία από τις οποίες περιέχει 6 μικρότερες συμβατικές κεφαλές. Συνολικά, ο Oreshnik διαθέτει 36 κεφαλές με μέγιστο φορτίο 22 κιλών ΤΝΤ η καθεμία, ιδανικές για στόχευση στρατιωτικών υποδομών ή κρίσιμων στόχων με μεγάλη ακρίβεια. Ο Oreshnik μπορεί να πλήξει έως 36 διαφορετικούς στόχους σε μία εκτόξευση, κάτι που τον καθιστά ιδιαίτερα ευέλικτο για τακτικές επιχειρήσεις» συνεχίζει.
Στην ανάλυσή του στο iefimerida o κ. Λιόλιος εξηγεί επίσης ότι, όταν έχουμε μετάβαση από πυρηνικά σε συμβατικά όπλα, αυτό σημαίνει ότι η χρήση συμβατικών κεφαλών μειώνει τον κίνδυνο πυρηνικής κλιμάκωσης, ενώ διατηρεί την ικανότητα καταστροφής κρίσιμων στόχων. Επίσης, υπάρχει αυξημένη ακρίβεια, καθώς οι μικρότερες κεφαλές επιτρέπουν στοχευμένες επιθέσεις, ιδανικές για τη σύγχρονη στρατιωτική στρατηγική.
Η ταχύτητα του Ορέσνικ, που φτάνει τα 10 Mach, παρουσιάζει δύο σημαντικά πλεονεκτήματα: πρώτον είναι η δυσκολία αναχαίτισης και δεύτερον η ενίσχυση της καταστροφικής ισχύος. Για το πρώτο πλεονέκτημα ο κ. Λιόλιος εξηγεί «η υπερηχητική ταχύτητα καθιστά τον πύραυλο εξαιρετικά δύσκολο να αναχαιτιστεί, καθώς απαιτείται πολύ γρήγορη και ακριβής αντίδραση από τα αντιβαλλιστικά συστήματα», ενώ για το δεύτερο επισημαίνει: «Η κινητική ενέργεια από την ταχύτητα προσθέτει περίπου 40 κιλά ΤΝΤ σε κάθε κεφαλή, αυξάνοντας τη συνολική ισχύ της στα 62 κιλά ΤΝΤ. Αυτή η συνδυαστική ισχύς καταστρέφει κρίσιμες υποδομές με μεγάλη ακρίβεια».
«Η εμβέλεια των 5.800 χιλιομέτρων επιτρέπει στους Rubezh και Oreshnik να πλήξουν στόχους σε όλη την Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή και στην Ασία. Ωστόσο, ο Rubezh, με τις πυρηνικές κεφαλές του, προορίζεται για στρατηγικές αποστολές αποτροπής, ενώ ο Ορέσνικ εστιάζει σε επιχειρήσεις τακτικής κλίμακας.
Ο Ορέσνικ είναι ιδανικός για καταστροφή στρατιωτικών υποδομών, βάσεων και κέντρων επικοινωνίας, διατηρώντας παράλληλα τη δυνατότητα ταυτόχρονης στόχευσης 36 διαφορετικών σημείων, καθιστώντας τον εξαιρετικά χρήσιμο για πολεμικές επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας».
Η αναχαίτιση πυραύλων όπως ο Ορέσνικ αποτελεί πρόκληση για τα σύγχρονα αντιβαλλιστικά συστήματα, λόγω της ταχύτητας και της διασποράς των κεφαλών του, τονίζει ο κ. Λιόλιος και προσθέτει: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν συστήματα που μπορούν να επιχειρήσουν την αναχαίτισή του, τα οποία είναι το THAAD (Terminal High Altitude Area Defense) το οποίο είναι σχεδιασμένο για την αναχαίτιση πυραύλων μεσαίου και μικρού βεληνεκούς στην τερματική φάση της πτήσης τους. Καταστρέφει στόχους μέσω της μεθόδου hit-to-kill, βασιζόμενο στην πρόσκρουση. Και το Aegis BMD (Ballistic Missile Defense), το οποίο είναι τοποθετημένο σε πλοία και χερσαίες βάσεις. Το σύστημα Aegis χρησιμοποιεί εξελιγμένους αισθητήρες και κατευθυνόμενους πυραύλους για να αναχαιτίσει IRBM όπως ο Oreshnik.
Παρ’ όλα αυτά, η ταχύτητα του Oreshnik και η δυνατότητα στόχευσης πολλαπλών σημείων καθιστούν την πλήρη αναχαίτισή του εξαιρετικά δύσκολη, απαιτώντας γρήγορες και συντονισμένες αντιδράσεις».
Ο δρ Θεόδωρος Λιόλιος καταλήγει: «Ο Oreshnik IRBM αποτελεί μια σύγχρονη εξέλιξη στον τομέα των βαλλιστικών πυραύλων, που συνδυάζει ακρίβεια, ταχύτητα και αυξημένη διασπορά στόχων. Σε σύγκριση με τον Rubezh, ο οποίος βασίζεται στη χρήση πυρηνικών κεφαλών με απόδοση 150-300 κιλοτόνων, ο Oreshnik εισάγει μια νέα φιλοσοφία τακτικών επιθέσεων με συμβατικές κεφαλές.
Αυτός ο συνδυασμός τον καθιστά εξαιρετικά ευέλικτο και αποτελεσματικό εργαλείο για πολεμικές επιχειρήσεις, με δυνατότητα στόχευσης 36 σημείων ταυτόχρονα με κεφαλές ισχύος περίπου 60 κιλών ΤΝΤ, άρα φέρει συνολική εκρηκτική ισχύ 2160 κιλά ΤΝΤ, όταν κάθε πύραυλος ATACMS (που οι ΗΠΑ έδωσαν στην Ουκρανία εναντίον της Ρωσίας) φέρει κεφαλή 230 κιλών ΤΝΤ και με ταχύτητες 4 Mach προσλαμβάνει άλλα περίπου 51 κιλά ΤΝΤ. Άρα μπορούμε να πούμε, με απλοϊκή προσέγγιση, ότι ο πύραυλος Oreshnik ισοδυναμεί με επτά πυραύλους ATACMS. Παράλληλα, η αποφυγή πυρηνικής κλιμάκωσης δίνει στον Oreshnik ένα πλεονέκτημα στις σύγχρονες στρατιωτικές συγκρούσεις, καθιστώντας τον έναν από τους πιο προηγμένους πυραύλους της κατηγορίας του».