H φαγωμάρα περί τον ΣΥΡΙΖΑ η οποία κατέληξε σε μια ακόμα διάσπαση, καθώς και η διαγραφή του κ. Σαμαρά από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας συνοδεύονται από χαρακτηρισμούς και κατηγορίες που έχουν επαναληφθεί στο παρελθόν – άλλοτε με φαρσικά στοιχεία, άλλοτε με τραγικά: οι μειοδότες, οι ξεπουλημένοι, οι οσφυοκάμπτες, οι προδότες, οι ελλειμματικοί πατριώτες, κι από την άλλη πλευρά οι εθνικόφρονες –επαγγελματίες και ερασιτέχνες– ήσαν πάντοτε μέρος του λεξιλογίου των εσωκομματικών συγκρούσεων. Όλα τούτα θυμίζουν τις διασπάσεις του ΚΚΕ οι οποίες πυροδοτήθηκαν από τρομερά γεγονότα πριν και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο και στη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου, επισύροντας, με τη σειρά τους, άλλα τρομερά γεγονότα.

Αν και οι εσωκομματικές συγκρούσεις των κομμουνιστικών κομμάτων εμφανίζουν ιδιαιτερότητες που σχετίζονται με τη φύση των μηχανισμών –ασφυκτικό έλεγχο πάνω στα άτομα, προσκόλληση σε άγιες γραφές και σε καθαγιασμένα πρόσωπα, απουσία εσωκομματικής δημοκρατίας– οι πρόσφατες εξελίξεις, πρωτίστως στον χώρο της αριστεράς, καταδεικνύουν την κουκουέδικη κληρονομιά. Όπως είναι γνωστό, το ΚΚΕ, ως αυστηρά ιεραρχημένος μηχανισμός ενοχοποιούσε ανθρώπους, σπίλωνε το όνομά τους, έστελνε τους «δικούς του» στο εκτελεστικό απόσπασμα –με σκοπό τη δημιουργία μαρτύρων– ή τους οδηγούσε στην αυτοκτονία. Η ταραχώδης διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ εντάσσεται σ’ αυτό το χρονικό των άγριων ηθών του ΚΚΕ που χόρευε στον ρυθμό του σοβιετικού ΚΚ αντανακλώντας τα εγκλήματά του.

Αν ο τρόπος της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ έχει κάποια σημασία για την πολιτική μας ζωή είναι επειδή φανερώνει τον ανορθολογισμό και την ελαφρομυαλιά που μάς χαρακτηρίζουν. Το ίδιο φανερώνουν και οι εξελίξεις στη δεξιά παράταξη: αν η πλευρά του κ. Σαμαρά, που φαίνεται να ευθυγραμμίζεται καιροσκοπικά με εκείνη του κ. Καραμανλή, απειλεί να διασπάσει τη ΝΔ κραδαίνοντας εθνικοφροσύνη, η αριστερά κραδαίνει επαναστατική ορθοδοξία, το δήθεν ανυπότακτο πνεύμα των Ορεινών. Πάντως, παρά τη φασαρία, στον σύγχρονο κόσμο, οι ιδεολογικές παρεκκλίσεις τιμωρούνται «απλώς» με δυσμένεια, με μη προώθηση σε θέσεις λήψης αποφάσεων – όχι πλέον με ταπεινώσεις ή ποινές θανάτου όπως στην εποχή όπου κυριαρχούσαν τα ήθη του ΚΚΕ μαζί με εκείνα του διαλεκτικού του αντίστοιχου, της εθνικιστικής, λαϊκής δεξιάς.

Ποια ήταν τα κουκουέδικα ήθη: οι ορθώς σκεπτόμενοι, οι πιστοί στρατιώτες, έδιωχναν με τις κλοτσιές τους «αποστάτες» (ο όρος απαντά συχνότατα σε όλες τις παρατάξεις), τους επιλεγόμενους οπορτουνιστές, τους τροτσκιστές (είτε ήσαν όντως «τροτσκιστές», είτε δεν ήσαν), τους αρχειομαρξιστές, τους ανανεωτικούς, τους μεταρρυθμιστές (τους «ρεφορμιστές»!), όσους θεωρούσαν σεχταριστές (αιρετικούς, διασπαστές κ.λπ.), λικβινταριστές («διαλυτικούς», «απειθείς») ή φραξιονιστές –και ενώ τους «διέγραφαν», κάτι που για τους Κουκουέδες σήμαινε πικρή αδικία, όχι λύτρωση– τους κατηγορούσαν ως πράκτορες «της αντίδρασης», προδότες, ξεπουλημένους, χαφιέδες και φασίστες. Αναρίθμητα μέλη και στελέχη του ΚΚΕ ξεφτιλίστηκαν σε λαϊκά δικαστήρια, έσκυψαν το κεφάλι μπροστά στην αυθεντία του Κόμματος ή δυσφημίστηκαν χάνοντας τα καλύτερά τους χρόνια ή ολόκληρη τη ζωή τους. Η μαύρη βίβλος του κομμουνισμού περιλαμβάνει πολλές φάσεις σαν εκείνες που βλέπουμε στους κύκλους του ΣΥΡΙΖΑ, πλην όμως, σε πολιτικό περιβάλλον που εξέθετε τους απόβλητους σε θανάσιμες απειλές.

Αν και ορισμένες κατηγορίες ακούγονται τόσο στον χώρο της δεξιάς όσο και της δεξιάς, τα τεκταινόμενα στον ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζουν εντονότερη γραφικότητα εφόσον οι Συριζέοι περιφρονούν τη δημοκρατία, τους θεσμούς και τη νομιμότητα, επιδεικνύοντας ταυτοχρόνως ροπή στη λεκτική και σωματική βία. Αν και μερικοί αριστεροί εγκατέλειψαν το ΚΚΕ μεταξύ άλλων γι’ αυτούς τους λόγους, πήραν μαζί τους τον κουκουέδικο αυταρχισμό, το θράσος εναντίον των πολιτικών τους αντιπάλων, την εχθροπάθεια και τη μισαλλοδοξία· την αλαζονική συμπεριφορά και το ύφος της ανωτερότητας που έφτασαν σε παροξυσμικό σημείο στη διάρκεια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Τότε, οι Συριζέοι φρονούσαν ότι η αριστερά θα επικρατούσε για πάντα κι ότι θα εκδικούνταν όσους δεν ήσαν αριστεροί. Επιπροσθέτως, η ερωτοτροπία του ΣΥΡΙΖΑ με τα εξωκοινοβουλευτικά γκρουπούσκουλα και την αριστερή τρομοκρατία δεν άφηνε καμιά αμφιβολία για τη βία που υπόφωσκε στο εσωτερικό του και η οποία εκδηλώθηκε μεταξύ «συντρόφων».

Όσα συνέβησαν στον ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν μια σειρά αρνητικά χαρακτηριστικά εγκιβωτισμένα στην παράταξη: ανεντιμότητα (οι εσωκομματικές διαδικασίες ήσαν σαφώς παράτυπες), επιπολαιότητα (πώς οι Συριζέοι υποδέχτηκαν ενθουσιωδώς τον κ. Κασσελάκη, ως ωραίο και γκέι, για να τον εκπαραθυρώσουν λίγο αργότερα), μικροκομματισμό (μολονότι το κόμμα είναι νεκροζώντανο εκτυλίσσεται λυσσαλέα μάχη για την ηγεσία), πλήρη απουσία αξιοκρατίας (προβάλλονται τα πιο απίθανα άτομα και στο παρασκήνιο ο σκανδαλωδώς αστοιχείωτος κ. Τσίπρας παριστάνει αίφνης τον Νέστορα). Όσο για τα τεκταινόμενα στη ΝΔ, στην πραγματικότητα, η διαγραφή του κ. Σαμαρά σημαίνει απομάκρυνση μιας παλαιότερης δεξιάς η οποία εκπροσωπείται ήδη από τη «Φωνή λογικής», τη «Νίκη» κτλ, αν και ίσως όχι με την αισθητική που θα επιθυμούσε ο κ. Σαμαράς. Η εν λόγω εξέλιξη ήταν προβλέψιμη: ο κ. Μητσοτάκης οδηγεί το κόμμα στο ευρωπαϊκό κέντρο· είναι, τηρουμένων των αναλογιών, «ανανεωτικός» –και όπως συμβαίνει συχνά, η μεταρρύθμιση προκαλεί διαρροές και διασπάσεις· και πάλι η ιστορία του ΚΚΕ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το ζήτημα που τίθεται σήμερα είναι πώς εκτυλίσσονται οι αποχωρήσεις κι αν οφείλονται σε εγωμανία και σε εξτρεμιστικές τάσεις.

Τέλος, το ίδιο ΚΚΕ, ως πρώτος διδάξας των βρόμικων διασπάσεων, φαίνεται ενωμένο· οι διαρροές του δεν δημοσιοποιούνται· άλλωστε, ουδείς ενδιαφέρεται. Αν και πολλοί άνθρωποι απομακρύνονται από το κόμμα, άλλοι, που δεν έχουν ιδέα από την πολιτεία του, το πλησιάζουν ως δήθεν φωνή «σοβαρότητας». Αυτή η ρευστότητα είναι πλέον ανώδυνη παρότι οι ίδιοι οι κομμουνιστές παραμένουν συνωμοτικοί και παρανοϊκοί, με τάση για τραμπουκισμό εναντίον των φανταστικών υπονομευτών της ενότητας του «κινήματος». Εξάλλου, δεν υπάρχει καν «ιδεολογία»· υπάρχει μια τσιμεντοποιημένη νοοτροπία μαζί με απλοϊκές πεποιθήσεις περί καπιταλισμού, ιμπεριαλισμού, αστικής δημοκρατίας και τα τοιαύτα οι οποίες εκφράζονται με εξίσου απλοϊκές και τυποποιημένες προτάσεις και χειρονομίες: η ιδεολογική σύγκρουση είναι αδύνατη· όποιος διαφωνεί ή βαριέται τη κομμουνιστική μπουρδολογία σηκώνεται και φεύγει χωρίς ταρατατζούμ.