Μια νέα κλιματική συμφωνία επετεύχθη στην COP29 στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής, με τις ανεπτυγμένες χώρες να δεσμεύονται να παρέχουν $300 δισεκατομμύρια ετησίως έως το 2035 για τη στήριξη των αναπτυσσόμεων χωρών απέναντι στις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Ωστόσο, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες κατήγγειλαν τη συμφωνία ως “εξαιρετικά ανεπαρκή”.

Εν μέσω αντιδράσεων και έπειτα από μία χαοτική COP29, επετεύχθη τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής μία νέα συμφωνία για το κλίμα. Τι προβλέπει και γιατί χαρακτηρίστηκε “ανεπαρκής”.

Όπως αναφέρει το CNN, η συμφωνία επετεύχθη έπειτα από δύο εβδομάδες έντονων αντιπαραθέσεων και διαπραγματεύσεων, με την πιθανότητα κατάρρευσης των συνομιλιών να είναι υπαρκτή, ιδιαίτερα όταν οι εκπρόσωποι μικρών νησιωτικών κρατών και των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών αποχώρησαν το βράδυ του Σαββάτου από τη σύσκεψη σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Ωστόσο, στις 2:40 π.μ. τοπική ώρα της Κυριακής, περισσότερο από 30 ώρες μετά την προγραμματισμένη λήξη, η συμφωνία εγκρίθηκε από σχεδόν 200 χώρες.

«Πολλοί αμφισβήτησαν ότι το Αζερμπαϊτζάν θα μπορούσε να φέρει αποτέλεσμα. Αμφέβαλαν ότι θα υπάρξει συμφωνία. Και έκαναν λάθος και στα δύο», δήλωσε ο πρόεδρος της COP29, Μουχτάρ Μπαμπάγεφ, βετεράνος της κρατικής πετρελαϊκής εταιρείας του Αζερμπαϊτζάν.

Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν χαιρέτισε τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στην COP29 επισημαίνοντας ότι σηματοδοτεί μια νέα εποχή για τη συνεργασία και τη χρηματοδότηση για το κλίμα.

«Θα οδηγήσει σε επενδύσεις στην καθαρή μετάβαση, μειώνοντας τις εκπομπές και οικοδομώντας την ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή» ανέφερε με ανάρτησή της στην πλατφόρμα Χ. Επίσης, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τόνισε ότι η ΕΕ θα συνεχίσει να ηγείται, εστιάζοντας στην υποστήριξη στους πιο ευάλωτους.

I welcome the COP29 agreement.
It marks a new era for climate cooperation and finance.
It will drive investments in the clean transition, bringing down emissions and building resilience to climate change.
The EU will continue to lead, focusing support on the most vulnerable.— Ursula von der Leyen (@vonderleyen) November 24, 2024

Τα $300 δισεκατομμύρια που θα παρέχονται ετησίως προορίζονται για την υποστήριξη των ευάλωτων και φτωχότερων χωρών, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα ολοένα και πιο καταστροφικά ακραία καιρικά φαινόμενα και να μεταβούν σε καθαρές μορφές ενέργειας, μιας και οι αναπτυσσόμενες χώρες πλήττονται ολοένα και περισσότερο από την κλιματική κρίση χωρίς παράλληλα να συμβάλουν στη δημιουργία της τόσο όσο οι ανεπτυγμένες χώρες.

«Ήταν ένα δύσκολο ταξίδι, αλλά πετύχαμε συμφωνία», δήλωσε ο Σάιμον Στιέλ, επικεφαλής του Οργανισμού Πλαισίου για την Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ. «Αυτός ο νέος στόχος χρηματοδότησης αποτελεί ένα είδος ασφαλιστηρίου συμβολαίου για την ανθρωπότητα, εν μέσω ολοένα και χειρότερων επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής που πλήττουν κάθε χώρα».

Τα χρήματα προορίζονται για την αντιμετώπιση πλημμυρών, καύσωνα και ξηρασίας. Αλλά και για να επενδύσουν οι αναπτυσσόμενες χώρες σε μορφές ενέργειας με χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Ωστόσο, το ποσό απέχει σημαντικά από τα $1,3 τρισεκατομμύρια που οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι απαιτούνται για να βοηθηθούν οι αναπτυσσόμενες χώρες να αντιμετωπίσουν την κλιματική κρίση.

Σε μια οργισμένη ομιλία αμέσως μετά την έγκριση της συμφωνίας, η εκπρόσωπος της Ινδίας, Τσάντνι Ράινα, χαρακτήρισε τα $300 δισ. ως «αστείο ποσό» και τη συμφωνία «μια οπτική ψευδαίσθηση» που δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο μέγεθος της πρόκλησης που αντιμετωπίζει ο κόσμος.

Εξίσου επικριτική ήταν η Τίνα Στεγκε, εκπρόσωπος για το κλίμα των Νήσων Μάρσαλ, δηλώνοντας: «Φεύγουμε με ένα μικρό μέρος της χρηματοδότησης που χρειάζονται επειγόντως οι ευάλωτες χώρες». Η Στεγκε επέκρινε σφροδρά τη διαδικασία, κάνοντας λόγο για «την απόλυτη εκδήλωση πολιτικού οπορτουνισμού». Σε δήλωσή της τόνισε ότι τα συμφέροντα των ορυκτών καυσίμων «ήταν αποφασισμένα να μπλοκάρουν την πρόοδο και να υπονομεύσουν τους πολυμερείς στόχους που προσπαθούμε να οικοδομήσουμε».

Η συμφωνία, αν και παρουσιάζεται ως σημαντικό βήμα, αφήνει αναπάντητα πολλά ερωτήματα για το μέλλον της διεθνούς συνεργασίας απέναντι στην κλιματική κρίση.

Η COP29 επικεντρώθηκε στη χρηματοδότηση, ένα κρίσιμο ζήτημα για την κλιματική αλλαγή, αλλά και μία από τις πιο δύσκολες προκλήσεις, σε πολιτικό επίπεδο. Οι ανεπτυγμένες χώρες, οι οποίες φέρουν τη συντριπτική ευθύνη για την πρόκληση της κλιματικής αλλαγής διαχρονικά, είχαν δεσμευτεί το 2009 να παρέχουν $100 δισεκατομμύρια ετησίως στις αναπτυσσόμενες χώρες μέχρι το 2020. Αυτή η υπόσχεση, η οποία επίσης θεωρούνταν εξαιρετικά ανεπαρκής, άρχισε να τηρείται μόλις το 2022, δύο χρόνια μετά την προθεσμία.

Στο Μπακού, το μεγάλο ζητούμενο ήταν η συμφωνία για έναν νέο χρηματοδοτικό στόχο. Η νέα συμφωνία που εγκρίθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής απαιτεί από τις πλούσιες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και των ευρωπαϊκών κρατών, να παρέχουν στις αναπτυσσόμενες $300 δισεκατομμύρια ετησίως μέχρι το 2035. Το ποσό αυτό θα προέρχεται από δημόσια και ιδιωτικά κεφάλαια.

Αν και η συμφωνία αναφέρεται σε μια ευρύτερη φιλοδοξία για την αύξηση του ποσού σε $1,3 τρισεκατομμύρια, οι αναπτυσσόμενες χώρες επιθυμούσαν οι πλούσιες χώρες να αναλάβουν ένα πολύ μεγαλύτερο μερίδιο της χρηματοδότησης. Ζήτησαν, επίσης, τα κεφάλαια να παρέχονται κυρίως υπό τη μορφή επιχορηγήσεων και όχι δανείων, καθώς φοβούνται πως έτσι θα υπερχεωθούν. 

Η ομάδα G77 των αναπτυσσόμενων χωρών είχε ζητήσει χρηματοδότηση ύψους $500 δισεκατομμυρίων, αλλά οι ανεπτυγμένες χώρες απέρριψαν μεγαλύτερα ποσά, επικαλούμενες τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες.

«Φτάσαμε στο όριο μεταξύ αυτού που είναι πολιτικά εφικτό σήμερα στις ανεπτυγμένες χώρες και αυτού που θα έκανε τη διαφορά στις αναπτυσσόμενες χώρες», δήλωσε ο Avinash Persaud, ειδικός σύμβουλος για την κλιματική αλλαγή στον Πρόεδρο της Διαμερικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης.

Υπήρξε επίσης πίεση για συμμετοχή των πλουσιότερων αναδυόμενων οικονομιών, όπως η Κίνα και η Σαουδική Αραβία, στο πακέτο χρηματοδότησης για το κλίμα. Ωστόσο, η συμφωνία περιορίζεται στο να «ενθαρρύνει» τις αναπτυσσόμενες χώρες να κάνουν εθελοντικές συνεισφορές, χωρίς να τους επιβάλλει καμία υποχρέωση.

Ο Li Shuo, διευθυντής του China Climate Hub στο Asia Society Policy Institute, χαρακτήρισε τη συμφωνία «έναν ελαττωματικό συμβιβασμό» που αντικατοπτρίζει «το δύσκολο γεωπολιτικό τοπίο στο οποίο βρίσκεται ο κόσμος σήμερα».

Δείτε αναλυτικά όλες τις αποφασεις που περιλαμβάνει η Συμφωνία.

Η Σύνοδος COP29 πραγματοποιήθηκε στο τέλος μιας χρονιάς που θεωρείται «σχεδόν βέβαιο» ότι θα είναι η θερμότερη που έχει καταγραφεί και σε μια περίοδο όπου ο κόσμος δοκιμάστηκε από φονικά ακραία καιρικά φαινόμενα. Σφοδρές καταιγίδες, καταστροφικές πλημμύρες, τυφώνες και έντονη ξηρασία στη Νότια Αφρική σημάδεψαν το έτος, αναδεικνύοντας την επείγουσα ανάγκη για άμεση λήψη αποφάσεων για την κλιματική κρίση.

Ωστόσο, αυτή η COP ήταν εξαρχής καταδικασμένη να είναι περίπλοκη, αναφέρει το CNN, καθώς η διοργάνωση φιλοξενήθηκε στο Αζερμπαϊτζάν, μια χώρα όπου κυριαρχούν τα συμφέροντα των ορυκτών καυσίμων. Περισσότεροι από 1.700 λομπίστες και εκπρόσωποι της βιομηχανίας των ορυκτών καυσίμων καταγράφηκαν ως συμμετέχοντες στη Σύνοδο, ξεπερνώντας αριθμητικά σχεδόν όλες τις εθνικές αντιπροσωπείες, σύμφωνα με ανάλυση της ομάδας Kick Big Polluters Out.

Σαν να μην έφτανε αυτό, η Σύνοδος πραγματοποιήθηκε στη σκιά της επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ για την προεδρία των ΗΠΑ με το “φάντασμά” του να πλανάται πάνω από τις διαδικασίες. Ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει πολλάκις την κλιματική κρίση «φάρσα» ενώ έχει δεσμευτεί να αυξήσει τη γεώτρηση πετρελαίου.

Η Σαουδική Αραβία, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο, που στο παρελθόν έχει αντιταχθεί σε φιλόδοξες δράσεις κατά της κλιματικής αλλαγής, εμφανίστηκε ακόμα πιο επιθετική στο Μπακού, απορρίπτοντας δημόσια και ξεκάθαρα οποιαδήποτε αναφορά σε πετρέλαιο, άνθρακα και φυσικό αέριο στη συμφωνία.

«Ήταν άλλη μια σκοτεινή, “μολυσμένη” από πετρέλαιο COP», δήλωσε η Friederike Otto, επιστήμονας του κλίματος στο Imperial College του Λονδίνου. «Το ενδιαφέρον του κοινού για αυτή τη Σύνοδο ήταν χαμηλό και ο κυνισμός φαίνεται να έχει φτάσει στο απόλυτο ζενίθ».

Παράλληλα, πολλές περιβαλλοντικές οργανώσεις επέκριναν έντονα τη Σύνοδο και τα αποτελέσματά της. «Ήταν οι πιο φρικτές κλιματικές διαπραγματεύσεις των τελευταίων ετών, εξαιτίας της κακής πίστης των ανεπτυγμένων χωρών», δήλωσε η Tasneem Essop, εκτελεστική διευθύντρια του Climate Action Network.

Το αποτέλεσμα της Συνόδου «προσφέρει ψεύτικες ελπίδες σε αυτούς που ήδη υποφέρουν από τις καταστροφές της κλιματικής αλλαγής», δήλωσε ο Harjeet Singh από την πρωτοβουλία Fossil Fuel Treaty. «Πρέπει να συνεχίσουμε τον αγώνα μας, απαιτώντας σημαντική αύξηση της χρηματοδότησης και να αναγκάσουμε τις ανεπτυγμένες χώρες να λογοδοτήσουν».