Oι δικαστικές περιπέτειες του Ντόναλντ Τραμπ έχουν πλέον τελειώσει με την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ.

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν νίκησε απλώς την Κάμαλα Χάρις, επισημαίνει το Politico σε δημοσίευμά του. Νίκησε και το σύστημα που προσπάθησε να τον βάλει στη φυλακή, αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ήταν ήδη ο πρώτος πρώην πρόεδρος που κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε. Τώρα έγινε ο πρώτος καταδικασμένος πολιτικός που κέρδισε τις προεδρικές εκλογές. Και η νίκη του ουσιαστικά εγγυάται ότι δεν θα αντιμετωπίσει ποτέ σοβαρή νομική ευθύνη για μια σωρεία εγκλημάτων.

Ένα από τα πολλαπλά ερωτήματα, εν όψει μιας θητείας Τραμπ, ήταν πώς θα καταλήξουν οι πολλές νομικές του περιπέτειες. Το ερώτημα αυτό πλέον θα απαντηθεί από την ίδια τη ζωή, καθώς ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος θα αντιμετωπίσει τώρα τις δικαστικές του υποθέσεις, «πάνοπλος», από τον Λευκό Οίκο.

Όπως καταγράφει διεξοδικά το Politico, ο πρώτος ηττημένος από την παραπάνω εξέλιξη θα είναι ένας ορκισμένος αντίπαλος του Τραμπ, ο ειδικός εισαγγελέας Τζακ Σμιθ.

Πρόκειται για τον άνθρωπο πίσω από την πολυετή προσπάθεια να καταδικάσει τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου για την προσπάθεια υπονόμευσης των εκλογών του 2020 και για το αρχείο απόρρητων κρατικών εγγράφων που διατηρούσε παράνομα στην έπαυλή του στη Φλόριντα.

Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει υποσχεθεί την αποπομπή του εισαγγελέα «μέσα σε δύο δευτερόλεπτα», αν δεν έχει ήδη αδειάσει τη θέση του μέχρι την ημέρα της επίσημης ανάληψης των προεδρικών του καθηκόντων τον Ιανουάριο. Και όποιον κι αν τοποθετήσει ο Τραμπ για να διευθύνει το υπουργείο Δικαιοσύνης θα έχει την εξουσία να αποσύρει επισήμως όλες τις ομοσπονδιακές κατηγορίες εναντίον του νέου προέδρου, υπογραμμίζει το δημοσίευμα.

Αυτό σημαίνει ότι ο Σμιθ βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπος με μια αιφνιδιαστική αντίστροφη μέτρηση δυόμισι μηνών για το τέλος των δύο υποθέσεων που έχει επίπονα χτίσει από τον Νοέμβριο του 2022, κατά του Ντόναλντ Τραμπ.

Ωστόσο, παραμένουν μυστήριο οι τελευταίες κινήσεις του εισαγγελέα Σμιθ. Αν, δηλαδή, θα επιμείνει στον νομικό του αγώνα κατά ενός εκλεγμένου προέδρου πλέον, αναγκάζοντας τη νέα ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης να τον απομακρύνει, ή θα κάνει πίσω.

Το Politico τονίζει ότι για το άμεσο μέλλον οι υποθέσεις του Σμιθ παραμένουν σε εκκρεμότητα.

Στην Ουάσιγκτον, όπου ο Τραμπ αντιμετωπίζει τέσσερις κατηγορίες κακουργήματος για συνωμοσία με σκοπό να κλέψει άλλη μια θητεία πριν από τέσσερα χρόνια, η περιφερειακή δικαστής των ΗΠΑ, Τάνια Τσούτκαν, έχει ορίσει μια σειρά προθεσμιών κατάθεσης τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο. Αναμένεται ότι οι δικηγόροι του Τραμπ θα ζητήσουν από την Τσούτκαν να αναβάλει αυτές τις προθεσμίες, δεδομένης της επικείμενης ανάληψης των προεδρικών του καθηκόντων.

Στη Φλόριντα, όπου ο Τραμπ κατηγορήθηκε για 40 κακουργήματα για τη συσσώρευση απόρρητων εγγράφων στο Μαρ α Λάγκο και την παρεμπόδιση της προσπάθειας της κυβέρνησης να τα ανακτήσει, η υπόθεση έχει ήδη εμπλακεί σε μια παρατεταμένη έφεση.

Η περιφερειακή δικαστής των ΗΠΑ Αϊλίν Κάνον απέρριψε την υπόθεση με την αιτιολογία ότι ο υπουργός Δικαιοσύνης Μέρικ Γκάρλαντ δεν είχε εξ αρχής την εξουσία να διορίσει τον Σμιθ. Ο Σμιθ ζήτησε από το εφετείο να επαναφέρει την υπόθεση, αλλά η έφεση είναι απίθανο να προχωρήσει πριν ο Τραμπ αναλάβει εκ νέου τον Λευκό Οίκο.

Καμία υπόθεση εναντίον του Τραμπ δεν ήταν πιο μπερδεμένη από αυτή που έφερε ο εισαγγελέας της κομητείας Φούλτον, η Φάνι Γουίλις, τον Αύγουστο του 2023.

Όπως και ο Σμιθ, η Γουίλις κατηγόρησε τον Τραμπ για απόπειρα υπονόμευσης των εκλογών του 2020, εν μέρει συνωμοτώντας για να παρακωλύσει τη διαδικασία επικύρωσης του εκλογικού αποτελέσματος της Τζόρτζια. Αλλά η υπόθεση της Γουίλις παραμερίστηκε για μήνες, αφού κατηγορήθηκε ότι είχε οικονομική σύγκρουση συμφερόντων που προέκυπτε από τη ρομαντική της σχέση με έναν εισαγγελέα που προσέλαβε για να αναλάβει την υπόθεση.

Ο δικαστής Σκοτ Μακάφι απέρριψε την αίτηση αποκλεισμού της Γουίλις και των υπόλοιπων μελών του γραφείου της από την υπόθεση, αλλά ο Τραμπ άσκησε έφεση κατά της απόφασης αυτής, παγώνοντας όλες τις διαδικασίες επί μήνες.

Τώρα, το αποτέλεσμα αυτής της έφεσης είναι σχεδόν αδιάφορο. Ακόμα και αν η Γουίλις κερδίσει το δικαίωμα να συνεχίσει την υπόθεση, ο Τραμπ θα επιδιώξει να απορριφθούν οι κατηγορίες ή, αν δεν γίνει αυτό, να ανασταλεί η υπόθεση για όλη τη διάρκεια της προεδρίας του, σύμφωνα με την εκτενέστατη ανάλυση του Politico.

Αυτό, άλλωστε, προκύπτει από την πάγια αντίληψη στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ότι οι πρόεδροι απολαμβάνουν ευρεία ασυλία από διώξεις όσο καιρό βρίσκονται στο αξίωμά τους. Πολλοί νομικοί εμπειρογνώμονες, επικαλούμενοι την αρχή ότι τα εθνικά συμφέροντα υπερισχύουν των πολιτειακών, πιστεύουν ότι τα δικαστήρια δεν θα επιτρέψουν ποτέ σε έναν εισαγγελέα πολιτειακού επιπέδου, όπως η Γουίλις, να ασκήσει ποινικές διώξεις εναντίον ενός εν ενεργεία προέδρου.

Ακόμη και αν η Γουίλις -ή κάποιος μελλοντικός εισαγγελέας της κομητείας Φούλτον- προσπαθήσει να αναβιώσει την υπόθεση το 2029, μετά την αποχώρηση του Τραμπ από το αξίωμα, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να ασκηθεί δίωξη για μια υπόθεση σχεδόν μια δεκαετία μετά τα γεγονότα που προκάλεσαν τις κατηγορίες.

Στη μοναδική περίπτωση όπου ο Tραμπ έχει ήδη κριθεί ένοχος, η εκλογική του νίκη σημαίνει ότι πιθανότατα μπορεί να αναβάλει οποιαδήποτε ποινή.

Ο δικαστής Χουάν Μέρτσαν, ο οποίος επέβλεψε την ποινική δίκη στο Μανχάταν την άνοιξη, που κατέληξε στην καταδίκη του Τραμπ σε 34 κατηγορίες για παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων προκειμένου να καλύψει δραστηριότητα χρηματισμού της πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς, έχει προγραμματιστεί να καταδικάσει τον Τραμπ στις 26 Νοεμβρίου.

Αλλά οι δικηγόροι του εκλεγμένου προέδρου, οι οποίοι έχουν ήδη αναβάλει με επιτυχία την καταδίκη δύο φορές, είναι βέβαιο ότι θα επιχειρηματολογήσουν κατά της μεταφοράς του σε δικαστήριο της πολιτεία εν μέσω της προεδρικής του μετάβασης, προτάσσοντας δηλαδή την ανάληψη των νέων του καθηκόντων.

Εκκρεμεί επίσης ενώπιον του Μέρτσαν ένα αίτημα του Τραμπ να ακυρωθεί η ετυμηγορία για την ενοχή του υπό το φως της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου σχετικά με την προεδρική ασυλία.

Εάν ο Μέρτσαν προχωρήσει στην καταδίκη όπως έχει προγραμματιστεί, θα βρεθεί αντιμέτωπος με το πρωτοφανές έργο να αποφασίσει εάν θα επιβάλει ποινή φυλάκισης έως και τεσσάρων ετών σε έναν κατηγορούμενο που πρόκειται να βρίσκεται στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο. Εάν διατάξει τη φυλάκιση του Τραμπ, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Τραμπ δεν θα κληθεί να εκτίσει την ποινή αυτή πριν από την αποχώρησή του από το αξίωμα το 2029, σημειώνεται.

Ακόμη και αν ο Mέρτσαν επιλέξει μια τιμωρία χωρίς ποινή φυλάκισης -κατ’ οίκον περιορισμό, για παράδειγμα, ή κοινωνική εργασία-, οι δικηγόροι του Tραμπ πιθανότατα θα επιδιώξουν να καθυστερήσουν και αυτές τις ποινές, υποστηρίζοντας ότι οι υλικοτεχνικές προκλήσεις και τα συνταγματικά καθήκοντα θα πρέπει να αποκλείουν έναν εκλεγμένο πρόεδρο, ή έναν εν ενεργεία πρόεδρο, από το να πρέπει να εκτελέσει οποιαδήποτε ποινή.

Πέρα από τις ποινικές του υποθέσεις, ο Τραμπ χτυπήθηκε επίσης με τρεις αστικές αγωγές τους τελευταίους 18 μήνες, ενώ εκκρεμεί εναντίον του και μια τέταρτη σοβαρή αστική υπόθεση. Αναμένεται ότι θα αξιοποιήσει την επιστροφή του στην προεδρία για να προσπαθήσει να αποτρέψει τις οξείες οικονομικές συνέπειες αυτών των αγωγών, οι οποίες ανέρχονται σε περισσότερα από μισό δισεκατομμύριο δολάρια.

Σε αντίθεση με το κώλυμα για τη δίωξη εν ενεργεία προέδρου, δεν υπάρχει απαγόρευση για την καταβολή ιδιωτικών αστικών αποζημιώσεων από τον ένοικο του Λευκού Οίκου.

Στην πραγματικότητα, ο ίδιος ο Τραμπ αναγκάστηκε να καταβάλει 2 εκατομμύρια δολάρια κατά τη διάρκεια της πρώτης προεδρικής του θητείας, αφού δικαστής επέβαλε την ποινή ως μέρος ενός διακανονισμού σχετικά με την κατάχρηση κεφαλαίων του Ιδρύματος Τραμπ. Αλλά με πολύ μεγαλύτερα χρηματικά ποσά να διακυβεύονται στις τρέχουσες αστικές υποθέσεις του, ο Τραμπ θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η συνέχιση των αγωγών θα παρεμπόδιζε την ικανότητά του να εκτελεί αποτελεσματικά τα προεδρικά του καθήκοντά.

Θα μπορούσε, επίσης, να χρησιμοποιήσει τη δύναμη της προεδρίας για να πιέσει τους ενάγοντες που τον έχουν μηνύσει. Έχει, για παράδειγμα, απειλήσει να ασκήσει αντίποινα εναντίον της γενικής εισαγγελέως της Νέας Υόρκης, Λετίσια Τζέιμς, η οποία κέρδισε τη μεγαλύτερη από τις αστικές αποφάσεις εναντίον του Τραμπ.

Η Τζέιμς, δήλωσε ο Τραμπ πέρυσι, «πρέπει να διωχθεί ποινικά».

Το Politico παραθέτει συνοπτικά τις αστικές υποθέσεις που αποτέλεσαν πραγματικό πονοκέφαλο για τον Τραμπ.

Στην αγωγή που άσκησε η Τζέιμς, ως δικαστής του Μανχάταν, επέβαλε πρόστιμα άνω των 450 εκατομμυρίων δολαρίων στον Τραμπ για τη δόλια διόγκωση της καθαρής αξίας του και της αξίας των ακινήτων του, ώστε να επιτύχει ευνοϊκές τιμές από τράπεζες και ασφαλιστές.

Ο Τραμπ έχει ασκήσει έφεση κατά της απόφασης αυτής και αναμένει την απόφαση μιας ομάδας εφετών που άκουσε προφορικά επιχειρήματα τον Σεπτέμβριο.

Ο Τραμπ οφείλει επίσης 88 εκατομμύρια δολάρια για δύο δικαστικές αποφάσεις που κέρδισε εναντίον του η συγγραφέας E. Jean Carroll.

Ομοσπονδιακοί ένορκοι στη Νέα Υόρκη διαπίστωσαν ότι ο Τραμπ κακοποίησε σεξουαλικά την Κάρολ σε καμαρίνι πολυκαταστήματος τη δεκαετία του 1990 και στη συνέχεια τη δυσφήμισε δεκαετίες αργότερα, όταν εκείνη δημοσιοποίησε την ιστορία της.

Ο Τραμπ έχει ασκήσει έφεση και στις δύο ετυμηγορίες.

Μια άλλη πηγή δυνητικής αστικής ευθύνης πηγάζει από τον ρόλο του Τραμπ στην υποκίνηση των πρωτοφανών επεισοδίων στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021.

Αστυνομικοί που τραυματίστηκαν από τον όχλο και μέλη του Κογκρέσου που έφυγαν φοβισμένοι έχουν μηνύσει τον Τραμπ απαιτώντας αποζημίωση, ισχυριζόμενοι ότι φέρει νομική ευθύνη για το ξέσπασμα των ταραχών που οδήγησε στον τραυματισμό τους.

Ο Τραμπ έχασε μια παρατεταμένη προσπάθεια να απορρίψει την υπόθεση για λόγους ασυλίας, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν περίπλοκα ερωτήματα που προκύπτουν από την ιδιότητά του ως προέδρου εκείνη τη στιγμή και τα οποία πρέπει να επιλύσουν τα δικαστήρια.

Η υπόθεση εξακολουθεί πιθανότατα να απέχει μήνες ή και χρόνια από την επίλυση.

Τώρα, ο Τραμπ μπορεί να έχει τη δύναμη να ακινητοποιήσει τις δικαστικές διαδικασίες για όλη τη διάρκεια της θητείας του στον Λευκό Οίκο, καταλήγει η ενδελεχής ανάλυση γύρω από τις δικαστικές του περιπέτειες.