Η εμφατική επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ στις τελικά καθόλου αμφίρροπες εκλογές, θέτει μοιραία στο επίκεντρο όλα όσα πήγαν στραβά για την Κάμαλα Χάρις.

Ενώ τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών έχουν αναδείξει ξεκάθαρο νικητή και νέο πρόεδρο των ΗΠΑ τον Ντόναλντ Τραμπ, στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, η προσμονή, η χαρά και η ελπίδα έδωσαν τη θέση τους στο σοκ την απογοήτευση και τώρα στην αναζήτηση των αιτιών της εκλογικής ήττας. Και κανένα άλλο πρόσωπο δεν κουβαλάει μεγαλύτερο βάρος της ευθύνης για την αποτυχία πέρα από την Κάμαλα Χάρις, την γυναίκα που ανέλαβε το βαρύ καθήκον να αντιμετωπίσει τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο.

Το CNN, σε δημοσίευμά του λίγη ώρα μετά την επίσημη επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ, επιχειρεί μια πρώτη σκιαγράφηση των εμποδίων που κλήθηκε να ξεπεράσει η Χάρις σε μια από τις κρισιμότερες εκλογικές αναμετρήσεις στην αμερικανική ιστορία. Με καλή γνώση των εσωτερικών του κόμματος, επιτόπια καταγραφή του κλίματος και των συναισθημάτων των Δημοκρατικών την ώρα της ακρόασης των καταστροφικών εκλογικών αποτελεσμάτων, δίνει μια πρώτη εκτίμηση της ήττας.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα του αμερικανικού μέσου ενημέρωσης, μεγάλο μέρος της ευθύνης για την πολιτική συντριβή των Δημοκρατικών πέφτει στον τρόπο που η Κάμαλα Χάρις εγκλωβίστηκε στην πολιτική σκιά του Τζο Μπάιντεν και στην αδυναμία της να χαράξει έγκαιρα, έστω και σε αυτό το περιορισμένο χρονικό περιθώριο, την δικιά της ξεχωριστή πορεία. Το διακύβευμα ήταν να εμφανιστεί ως κάτι καινούργιο, μια πραγματική πρόκληση για κάποια που ασκούσε -και ασκεί- χρέη αντιπροέδρου της κυβέρνησης Μπάιντεν.

Κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, η Χάρις βρέθηκε σε μια δημοφιλή τηλεοπτική εκπομπή του ABC και ρωτήθηκε: «Θα είχατε κάνει κάτι διαφορετικό από τον πρόεδρο Μπάιντεν τα τελευταία τέσσερα χρόνια;»

«Δεν υπάρχει κάτι που να μου έρχεται στο μυαλό», είπε η Χάρις, τότε και γρήγορα κατάλαβε και η ίδια ότι είχε πρόβλημα, προσπαθώντας να να το διορθώσει λίγο αργότερα, λέγοντας ότι θα έβαζε έναν Ρεπουμπλικάνο στο υπουργικό της συμβούλιο.

Οι βοηθοί της δεν περίμεναν μέχρι η Χάρις να βγει από το πλατό για να αρχίσουν να προσπαθούν να αναπροσαρμόσουν μια απάντηση που έκρυβε ένα σοβαρό πολιτικό ατόπημα ενόψει της μεγάλης εκλογικής αναμέτρησης.

Ένας αξιωματούχος από τους Δημοκρατικούς που είχε μιλήσει μαζί της τότε δήλωσε τότε στο CNN ότι η Χάρις δεν ήθελε να κατονομάσει τις διαφορές της με τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, μεταξύ των οποίων ένας υψηλότερος συντελεστής φορολόγησης των κεφαλαιακών κερδών και μια αυστηρότερη συνοριακή πολιτική, επειδή πίστευε ότι θα φαινόταν ως πράξη απιστίας προς τον άνθρωπο που την είχε επιλέξει ως υποψήφια αντιπρόεδρό του και και διάδοχό του στη συνέχεια.

Όπως επισημαίνει το αμερικανικό δημοσίευμα, η Χάρις έγινε διστακτική, χάνοντας μέρος της αυτοπεποίθησης που είχαν καθορίσει τις πρώτες εβδομάδες εμφάνισής της στο προσκήνιο, ειδικά μετά την εμφατική της επικράτηση στο ντιμπέιτ με τον Τραμπ.

Σε μια χώρα που ζητούσε αλλαγή, η Χάρις δεν κατάφερε να κάνει τη διαφορά

Το CNN μίλησε με περισσότερους από δώδεκα ανώτερους συνεργάτες της προεκλογικής εκστρατείας της Χάρις τόσο στο αρχηγείο της εκστρατείας στο Γουίλμινγκτον του Ντελαγουέαρ όσο και επιτόπου στις πολιτείες, καθώς και με πολλούς εθελοντές και τοπικούς εκλεγμένους αξιωματούχους, κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων της προεκλογικής κούρσας.

Και το συμπέρασμα ήταν ένα: Μια χώρα που φώναζε για αλλαγή, είχε μια υποψήφια η οποία, σε μια κρίσιμη στιγμή, καθώς όλο και περισσότεροι ψηφοφόροι καλούνταν να πάρουν μια απόφαση, επέλεξε να υποβαθμίσει την αλλαγή που ήξερε ότι έπρεπε να εκπροσωπεί.

Στο πλαίσιο ενός ψηφοδελτίου των Δημοκρατικών που πέτυχε τη μεγαλύτερη μεταστροφή στα ποσοστά αποδοχής και την ταχύτερη συσπείρωση γύρω από έναν νέο υποψήφιο στην ιστορία της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας των ΗΠΑ, αυτό το ατόπημα μπορεί να φάνταζε ως μια ασήμαντη στιγμή. Όμως αντανακλούσε τα δύο βαθύτερα προβλήματα. Το πρώτο αφορούσε την ομάδα γύρω της που θα μπορούσε ενδεχομένως να διαμορφώσει με καλύτερους όρους. Και το δεύτερο ήταν ο ίδιος ο Μπάιντεν την απογοήτευση απέναντι στο πρόσωπό του οποίου δεν μπόρεσε ποτέ να αποτινάξει, με τις εσωτερικές δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων πίστευε ότι η χώρα βρισκόταν σε λάθος δρόμο.

Μέχρι η Χάρις μετέπειτα να δώσει μια πιο ξεκάθαρη απάντηση με διαχωριστικές γραμμές αυτήν τη φορά στην ερώτηση για τον Μπάιντεν, η κατάσταση είχε παγιωθεί με τρόπο που δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει – τόσο μεταξύ των ψηφοφόρων που ταλαντεύονταν στο κέντρο και ήθελαν να την ακούσουν να αντιδρά τον πρόεδρο για τους χειρισμούς του στην οικονομία όσο και μεταξύ των ψηφοφόρων της αριστεράς που ήθελαν να την ακούσουν να αποκηρύσσει πιο έντονα την υποστήριξη του Μπάιντεν στο Ισραήλ.

Αλλά ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα με τον Μπάιντεν, που οι κορυφαίοι Δημοκρατικοί εξαγρίωσαν μετά από εκείνο το μοιραίο ντιμπέιτ τον Ιούνιο και στη συνέχεια και πάλι καθώς έβλεπαν τα αποτελέσματα να αναδεικνύουν νικητή τον Τραμπ σήμερα είναι ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε πλησιάσει την κούρσα του 2024. Αν είχε αποχωρήσει μετά τις ενδιάμεσες εκλογές, όπως τον παρότρυναν ορισμένοι βοηθοί του, η διαδικασία του Δημοκρατικού Κόμματος θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί σε μια προεκλογική εκστρατεία με πολύ καλύτερους όρους.

Στην ανάλυσή του το CNN, αναφέρει ότι σχεδόν σίγουρα όποιος κι αν ήταν ο επόμενος υποψήφιος των Δημοκρατικών θα είχε προχωρήσει στις τελευταίες κρίσιμες εβδομάδες χωρίς τόσοι πολλοί Αμερικανοί να παραπονιούνται ότι δεν ήξεραν αρκετά, όπως έλεγαν για την Χάρις. Ο Μπάιντεν θα μπορούσε να αναλάβει ρόλο διαχειριστή και παλαιότερου πολιτικού άνδρα, αντί για έναν τύπο με τον οποίο η εκστρατεία της Χάρις δεν ήξερε τι να κάνει, γράφει χαρακτηριστικά το αμερικανικό μέσο ενημέρωσης.

Από την άλλη αν οι εκλογές είχαν διεξαχθεί πριν από δύο εβδομάδες, υψηλόβαθμοι συνεργάτες του Χάριςπαραδέχονταν τις τελευταίες ημέρες ότι η αντιπρόεδρος πιθανότατα θα είχε χάσει. Αλλά πήγαν την Τρίτη με την αίσθηση ότι είχε φτάσει σε μια πιθανή νίκη με μικρή διαφορά.

Οι κορυφαίοι Δημοκρατικοί χαμογέλασαν και μόνο στη σκέψη του τι θα σήμαινε να νικήσουν τον Τραμπ με την πρώτη γυναίκα πρόεδρο -έγχρωμη γυναίκα, παιδί μεταναστών, εισαγγελέα και υποψήφια που μιλούσε με χαρά και πρόσφερε το χαμόγελό της ενάντια στο κατσούφιασμα που είχε γίνει η πιο συνηθισμένη έκφρασή του Ντόναλντ Τραμπ. Η υποψηφιότητά της τους προκάλεσε το άγνωστο εδώ και καιρό συναίσθημα της ελπίδας. Αυτό το συναίσθημα εξατμίστηκε όμως μέχρι τις το βράδυ της Τρίτης προς Τετάρτη καθώς εμφανιζόντουσαν τα πρώτα αποτελέσματα.

Στην εκτενή ανάλυση γύρω από την εκλογική συντριβή των Δημοκρατικών επισημαίνεται ότι η ευθύνες του Μπάιντεν δεν περιορίζονται απλώς στην επιμονή του μέχρι πολύ αργά να παραμείνει υποψήφιος για την προεδρία αλλά και στην αποτυχία του να προσελκύσει κάποια κορυφαία ταλέντα στην εκστρατεία του, επειδή μια γενιά ανερχόμενων Δημοκρατικών δεν μπορούσε ποτέ να ενθουσιαστεί μαζί του.

Η Χάρις προσπάθησε να τους μπολιάσει και να τραβήξει ικανά στελέχη στη μάχη, παραβλέποντας ακόμη και τις μεταξύ τους εντάσεις ήδη από τις πρώτες ημέρες της διακυβέρνησης Μπάιντεν με την πρόεδρο της εκστρατείας Τζεν Ο’ Μάλεϊ Ντίλον. Την κράτησε επικεφαλής παρά τις επίμονες προηγούμενες δληώσεις της ότι ο Μπάιντεν «ήταν πιο υγιής από όλους μας».

Αλλά κάποιοι από αυτούς που ήταν στο κεντρικά γραφεία της προεκλογικής της εκστρατείας στο Γουίλμινγκτον του Ντέλαγουερ για ένα χρόνο πριν η Χάρις αναλάβει τα ηνία της υποψηφιότητας, ερχόντουσαν σε κόντρα γράφει, υπογραμμίζει το CNN. Αλλά η αποστολή να νικήσουν τον Τραμπ και το σύντομο χρονοδιάγραμμα για να προσπαθήσουν να το πετύχουν αυτό βοήθησαν να παρακάμψουν πολλές από τις εσωτερικές διαμάχες που θα μπορούσαν να είχαν ξεσπάσει σε μια μακρύτερη εκστρατεία.

Ένα προφανές «αγκάθι» για τους Δημοκρατικούς ήταν η επιλογή του υποψηφίου αντιπροέδρου με τον οποίο θα μοιράζοντας το ψηφοδέλτιό της η Κάμαλα Χάρις.

Η περίπτωση του κυβερνήτη της Πενσιλβάνια Τζος Σαπίρο ήταν ισχυρή, και όχι μόνο επειδή ο γαμπρός της Χάρις, ο Τόνι Γουέστ, της έλεγε ότι μαζί έμοιαζαν να είναι το μέλλον του Δημοκρατικού Κόμματος αλλά και ότι ο δημοφιλής κυβερνήτης θα εξασφάλιζε ότι θα κέρδιζε την Πενσιλβάνια. Οι άνρθωποι του Ομπάμα μέσα στο κόμμα πίεζαν για τον Σαπίρο.

Ωστόσο, η Χάρις επέλεξε τον κυβερνήτη της Μινεσότα, Τιμ Γουόλτς. Της άρεσε η ατάκα του ότι οι Ρεπουμπλικάνοι είναι περίεργοι. Της άρεσε ο τρόπος με τον οποίο εμφανιζόταν απλός και ανεπιτήδευτος. Της άρεσε ο τρόπος με τον οποίο τα πήγαιναν καλά στη συνέντευξή τους, συμπεριλαμβανομένου του πολύ ανοιχτού του άγχους ότι θα τα έκανε θάλασσα σε ένα ντιμπέιτ με τον υποψήφιο αντιπρόεδρο του Τραμπ, τον γερουσιαστή του Οχάιο, Τζ. Ντ. Βανς. Και, σύμφωνα με το CNN, της άρεσε ο τρόπος με τον οποίο ο Γουόλτς ήταν τόσο υποχωρητικός στον τρόπο με τον οποίο εκείνη θα όριζε τη δουλειά γι’ αυτόν.

Στο τέλος, η Χάρις πήρε μια απόφαση που αντανακλούσε ταυτόχρονα τη νεοαποκτηθείσα αυτοπεποίθησή της και τη μακροχρόνια ανασφάλειά της, πηγαίνοντας κόντρα στην οικογένειά της και στην «γραμμή» Ομπάμα, αλλά και χωρίς να ενδιαφέρεται να έχει κάποιον που ενδεχομένως θα την επισκίαζε. Στη συνέχεια, καθώς οι κορυφαίοι βοηθοί κρατούσαν τη Χάρις μακριά από συνεντεύξεις και αδόκιμες στιγμές για εβδομάδες περισσότερο από όσο πολλοί στην εκστρατεία θεωρούσαν λογικό, ο Γουόλτς αναγκαστικά περιορίστηκε και ο ίδιος ώστε να μην φαίνεται πιο προσιτός από την αρχηγό του.

Με την σειρά του και ο εκλεκτός της ομάδας Ομπάμα, ο Σαπίρο απέκρουσε μια ερώτηση σχετικά με το αν η Πενσυλβάνια – και ο αγώνας – θα έμοιαζε διαφορετική αν είχε επιλεγεί αυτός, καθώς ο Τραμπ «κέρδιζε» την πολιτεία σήμερα. «Νομίζω ότι έκανε μια εξαιρετική επιλογή με τον Τιμ Γουόλτς», είπε.

Η αναφορά του CNN, στην περίπτωση του Σαπίρο αποτελεί σαφή υπαινιγμό για ενδεχόμενη λάθος επιλογή στην θέση του υποψηφίου αντιπροέδρου των Δημοκρατικών, που μπορεί να κόστισε όχι μόνο την πολιτεία-κλειδί για το αποτέλεσμα αλλά και τηνμεγαλύτερη μαχητική συσπείρωση μέσα στο κόμμα ενδεχομένως.

Ο Μπάιντεν, με τη σειρά του παρακολούθησε τα αποτελέσματα από τον Λευκό Οίκο, κάνοντας μερικά τηλεφωνήματα σε τοπικούς νικητές υποψηφίους στο Ντέλαγουερ. Κάποιοι που μίλησαν μαζί του όταν πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει τον Ιούλιο, έμειναν για λίγο στο τι θα μπορούσε να είχε γίνει αν παρέμενε υποψήφιος – ίσως θα μπορούσε να είχε κερδίσει διατηρώντας τα ποσοστά του ακόμη και στις κομητείες όπου κατέληξε να χάσει η Χάρις, ή αν έχανε ούτως ή άλλως, τουλάχιστον δεν θα έπεφτε το βάρος σε μια μαύρη γυναίκα. Ο πρώην πλέον Αμερικανός πρόεδρος -παραμένει τυπικά μέχρι τον Ιανουάριο- δεν είπε τίποτα δημοσίως.

Ο Χάρις έτρεξε στην προεκλογική της εκστρατεία με όπλα την αισιοδοξία της. και την συμπερίληψη. Έπεισε ένα κόμμα γεμάτο ειδήμονες που είχαν ξεκινήσει τη χρονιά έτοιμοι να τη διαγράψουν για το χρίσμα των Δημοκρατικών το 2028 ότι θα έπρεπε να την υποστηρίξουν πλήρως για το 2024. Στην αρχή της βραδιάς της Τρίτης, όταν η νίκη φαινόταν λίγες ώρες μακριά, ο κόσμος που ήρθε στην υποτιθέμενη γιορτή της Χάρις, χόρευε.

Η προσμονή αυξήθηκε και οι ζητωκραυγές ακούγονταν με κάθε πολιτεία που έβγαζε νικήτρια την Χάρις. Δευτερόλεπτα αφότου η Βόρεια Καρολίνα «έβγαλε» Τραμπ, ο ήχος απενεργοποιήθηκε από τις μεγάλες οθόνες και μουσική ακούστηκε από τα ηχεία για να προσπαθήσει να περισώσει την ενέργεια. Οι περισσότεροι συνέχισαν να κοιτάζουν σιωπηλά τους αριθμούς, προσπαθώντας να κατανοήσουν τι είχε συμβεί.

Στις πρωτεύουσες των πολιτειών με Δημοκρατικούς κυβερνήτες, τα σχέδια που είχαν αρχίσει να πιστεύουν ότι δεν θα χρειάζονταν ποτέ, βγαίνουν από τα ράφια – για να προστατεύσουν την πρόσβαση στα φάρμακα για τις αμβλώσεις, αλλά και για να επεξεργαστούν άλλες προστασίες από αυτό που πιστεύουν ότι θα είναι όχι μόνο μια αυστηρή, αλλά και εκδικητική διακυβέρνηση Τραμπ, καταγράφει το CNN.

Οι πρώτες σκέψεις για το ποιος θα είναι υποψήφιος και πώς το 2028 έχουν αρχίσει να κυκλοφορούν. Αυτό δεν ήταν στο μυαλό των ανθρώπων που άρχισαν να συρρέουν από την πανεπιστημιούπολη του Χάουαρντ νωρίς το πρωί της Τετάρτης, πριν όλα καταλήξουν σε μια εκκωφαντική σιωπή σε ένα έρημο προαύλιο καθώς οι υποστηρικτές των Δημοκρατικών σκόρπισαν και η Κάμαλα Χάρις αποσύρθηκε στο σπίτι της, στο άκουσμα της νίκης του Ντόναλντ Τραμπ.