Στις 28 Οκτωβρίου 1940, μια μέρα σαν τη χθεσινή πριν από 84 χρόνια, στην Ελλάδα συντελέστηκε ένα θαύμα. Ένας κατακερματισμένος και βαθύτατα διχασμένος λαός εμφανίστηκε ενωμένος και απέκρουσε την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας. Αρχικά απέρριψε το ιταμό τελεσίγραφο Γκράτσι, μετά σταμάτησε την εισβολή στο Καλπάκι και στη συνέχεια καταδίωξε τα στρατεύματα του Μουσολίνι μέσα στη Βόρειο Ήπειρο και στην Αλβανία και τα έριξε στην Αδριατική. Ήταν η πρώτη -και καθοριστική- ήττα του άξονα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. 

Επειδή, όμως, σε τούτον τον τόπο τα θαύματα κρατάνε λίγο η ενότητα που οδήγησε στο Έπος της Αλβανίας έγινε πολύ γρήγορα «συντρίμμια κομμάτια». Ο εμφύλιος που διέλυσε τη χώρα ξεκίνησε ήδη από το 1943 στα βουνά της Εθνικής Αντίστασης, για να ακολουθήσουν από το 1950 μέχρι σήμερα πολλά και θλιβερά. Ακόμη και στα 50 χρόνια της μεταπολίτευσης, μια μεγάλη περίοδος με την κοινοβουλευτική δημοκρατία να μην αμφισβητείται και να λειτουργεί σε γενικές γραμμές, η ενότητα παραμένει ζητούμενο.

Χθες, λοιπόν, το σύνολο των παραγόντων της χώρας που έχουν δημόσιο λόγο στις δηλώσεις τους εξήραν την 28η Οκτωβρίου 1940 και ό,τι ακολούθησε στα βουνά της Αλβανίας. Όλοι μίλησαν για το μήνυμα της ενότητας που εκπέμπει ακόμη εκείνη η μέρα για τους Έλληνες. Αναγνώρισαν ότι αυτή η ενότητα είναι και σήμερα -αλλά και πάντα- το μεγάλο ζητούμενο στη χώρα και στην ελληνική κοινωνία. Η βασική διδαχή. Δηλώσεις που ασφαλώς θα μπορούσαν να είχαν γίνει και πέρσι τέτοια μέρα και πρόπερσι. Και πέντε χρόνια πριν και δέκα και είκοσι και τριάντα και πενήντα. Θλίψη! Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα! Τυπικές δηλώσεις για να βγουν οι παράγοντες του δημόσιου βίου από την… υποχρέωση. Λόγια που καταντούν να λειτουργούν ως κοροϊδία για τους εξής τρεις λόγους:

Πρώτον, διότι πάντα τελειώνουν με την ενότητα ως ζητούμενο. 

Δεύτερον, επειδή κανείς δεν παίρνει την ευθύνη να κατονομάσει ή έστω να περιγράψει τους υπεύθυνους για την έλλειψη ενότητας των Ελλήνων. 

Και τρίτον, διότι από την επόμενη στιγμή, δηλαδή ακόμη και από χθες το μεσημέρι και στα σίγουρα από σήμερα το πρωί, ο καθένας από τους θεσμικά δημοσιολογούντες στη χώρα, κυρίως τους πολιτικούς, κάνουν αυτό που πολύ καλά γνωρίζουν, ως επαγγελματίες. Να κατηγορούν ο ένας τον άλλο. Να αμφισβητούν ο ένας τον άλλο. Να μην αναγνωρίζουν τίποτε θετικό ο ένας στις μέρες, στα έργα και στις προθέσεις του άλλου. Το αντίθετο ακριβώς. Μοναδικό τους μέλημα είναι να διαχωρίσουν απόλυτα τη θέση τους από τους υπόλοιπους του πολιτικού συστήματος. Όχι μόνο δεν προσπαθούν να ενώσουν, αλλά τρέφονται από τη διχόνοια που είτε σκορπούν, είτε καλλιεργούν. Δεν είναι λίγες οι φορές που στον δημόσιο διάλογο ακούγονται βαριές κουβέντες, αιχμηρά υπονοούμενα και ακραίοι χαρακτηρισμοί. Από προδότες μέχρι… γερμανοτσολιάδες. 

Οι εθνικές επέτειοι, ως σηματωροί της ιστορίας, έχουν αξία όταν δεν θυμίζουν απλώς, ούτε αποτελούν -επίσης απλώς- αφορμές για φτηνιάρικες ηρωικές κορώνες και ψεύτικα δάκρυα. Ούτε συνιστούν -εξίσου απλώς- κάποιες αργίες και αφορμές για εκδρομές και χαλάρωση. Η αξία της ιστορίας έγκειται στην άσκηση συλλογικής αυτογνωσίας. Στην κατανόηση των δεδομένων. Στην αποφυγή λαθών του παρελθόντος, που οδήγησαν στην καταστροφή. Στην συνειδητοποίηση των λόγων που οδήγησαν σε κάποιον θρίαμβο.

Τελικά η ιστορικές επέτειοι έχουν αξία όταν λειτουργούν αποτελεσματικά και οδηγούν σε ένα καλύτερο παρόν και μέλλον. Όλα τ’ άλλα, όλα όσα παρακολουθήσαμε χθες -και παρακολουθούμε κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου και στις 25 Μαρτίου- είναι εντελώς περιττά. Οι αχρείαστες παρελάσεις που δήθεν τονώνουν το φρόνημα και οι συνήθεις τυπικές δηλώσεις – φωτοτυπία, που λέγονται, αλλά δεν εννοούνται, ούτε εφαρμόζονται, συγκαταλέγονται σε ένα γραφειοκρατικό και ρουτινιάρικο τυπικό μηδενικής αξίας. Στο κάτω κάτω όλα τα κράτη και όλοι οι λαοί του κόσμου έχουν τις εθνικές τους επετείους. Μόνο που στην Ελλάδα -ως συνήθως- ξεχειλώνουμε τα πάντα. Έχουμε δύο εθνικές επετείους, ενώ ειδικά για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο γιορτάζουμε και τιμούμε μεν την έναρξη του πολέμου -ίσως επειδή ήταν για μας νικηφόρα-, αλλά σχεδόν αγνοούμε την απελευθέρωση της χώρας το φθινόπωρο του 1944.