Τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, η Ελλάδα δέχεται εισβολή από τα στρατεύματα της φασιστικής Ιταλίας. Λίγες μόλις ώρες νωρίτερα έχει προηγηθεί η άρνηση του έλληνα δικτάτορα – πρωθυπουργού, Ιωάννη Μεταξά να αποδεχθεί το ιταλικό τελεσίγραφο που του επιδίδει στην οικία του, ο ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα, Εμαννουέλε Γκράτσι.
Mε το τελεσίγραφο αυτό ζητείται από την Ελλάδα να εκχωρήσει κυρίαρχα δικαιώματά της στην Ιταλία του Μουσολίνι, συμμάχου του Αδόλφου Χίτλερ και της ναζιστικής Γερμανίας. Ξεκινά έτσι ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος, μέρος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου που ήδη μαίνεται από τον Σεπτέμβριο του 1939. Η ηρωικότατη αντίδραση και εν τέλει επικράτηση των Ελλήνων απέναντι στον ισχυρό αντίπαλό τους θα μείνει στην Ιστορία ως το «Έπος του ‘40».
«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 28.10.1940, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
Ο ίδιος ο Γκράτσι, στα απομνημονεύματά του περιγράφει τον δραματικό διάλογο που είχε με τον Ιωάννη Μεταξά, λίγο πριν την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου:
«Δέκα λεπτά πριν από τις 3 της νύχτας της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο στρατιωτικός μου ακόλουθος, ο διερμηνέας μου και εγώ, φθάσαμε στην καγκελόπορτα μιάς μικρής οικίας στην Κηφισιά, όπου έμενε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος. Στον φρουρό της οικίας είπα ότι επιθυμώ να δώ τον Πρωθυπουργό για κάτι πολύ επείγον.
»Ο φρουρός άρχισε να κτυπά το κουδούνι του εσωτερικού της οικίας, αλλά δεν ελάμβανε καμίαν απάντηση. Διερωτήθηκα εάν ήτο δυνατόν μια πρωθυπουργική κατοικία να μην απαντά αμέσως. Γιατί εγώ είχα εντολή να παραδώσω το τελεσίγραφον στις 3 π.μ. ακριβώς, της 28/10/1940, λόγω δε της προσπάθειάς μου να ακουσθεί το κουδούνι και να ανοίξει η πόρτα, η ώρα είχε ήδη φθάσει 3.
»Επιτέλους το κουδούνισμα ξύπνησε τον ίδιο τον Μεταξά, που έκαμε την εμφάνισή του σε μια μικρή πλαϊνή πόρτα και αναγνωρίζοντάς με, με άφησε να περάσω. Ο Μεταξάς φορούσε μια μάλλινη ρόμπα, από τον γιακά της οποίας φαινόταν ένα μετριότατο βαμβακερό νυκτικό.
Ιωάννης Μεταξάς, Εμμανουέλε Γκράτσι
»Μου έσφιξε το χέρι και με έβαλε να καθίσω σε ένα μικρό φτωχικό σαλόνι του σπιτιού. Μόλις καθίσαμε, και επειδή η ώρα ήταν λίγα λεπτά μετά τις 3, του είπα αμέσως ότι η Κυβέρνησίς μου, μου είχε αναθέσει να του εγχειρίσω προσωπικά ένα κείμενο, που δεν ήτο τίποτε άλλο, παρά το τελεσίγραφον της Ιταλίας προς την Ελλάδα, με το οποίον η Ιταλική Κυβέρνηση απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση των στρατευμάτων της στον Ελληνικό χώρο, από τις 6 π.μ. της 28/10/1940.
»Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Μέσα από τα γυαλιά του, έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν. Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο, και με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή μου είπε:
-Μεταξάς: Λοιπόν, έχουμε πόλεμο (Alors, c’ est la guerre*).
-Γκράτσι: Όχι απαραίτητα Εξοχότατε. Η ιταλική κυβέρνηση ελπίζει ότι θα δεχθείτε την αξίωσίν της και θ’ αφήσετε τα ιταλικά στρατεύματα να διέλθουν δια να καταλάβουν τα στρατηγικά σημεία της χώρας.
-Μεταξάς: Και ποια είναι τα στρατηγικά αυτά σημεία, περί των οποίων ομιλεί η διακοίνωσις;
-Γκράτσι: Δεν είμαι εις θέσιν να σας είπω, Εξοχότατε. Η Κυβέρνησίς μου δεν με ενημέρωσε… Γνωρίζω μόνον ότι το τελεσίγραφο εκπνέει εις τας 6 το πρωί.
-Μεταξάς: Εν τοιαύτη περιπτώσει η διακοίνωσις αυτή αποτελεί κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδος.
-Γκράτσι: Όχι, Εξοχότατε. Είναι τελεσίγραφον.
-Μεταξάς: Ισοδύναμον προς κήρυξιν πολέμου.
-Γκράτσι: Ασφαλώς όχι, διότι πιστεύω ότι θα παράσχετε τας διευκολύνσεις, τας οποίας ζητεί η κυβέρνησίς μου.
Έλληνες στρατιώτες, χορεύουν στα βουνά του ελληνοαλβανικού μετώπου, 1940
-Μεταξάς: Οχι! Ούτε λόγος δύναται να γίνη περί ελευθέρας διελεύσεως. Ακόμη όμως και αν υπετίθετο ότι θα έδιδα μια τοιαύτην διαταγήν (την οποίαν δεν είμαι διατεθειμένος να δώσω), είναι τώρα τρεις το πρωί.
Πρέπει να ετοιμασθώ,να κατέβω εις τας Αθήνας, να ξυπνήσω τον Βασιλέα, να καλέσω τον Υπουργόν των Στρατιωτικών και τον αρχηγόν του Γενικού Επιτελείου, να θέσω εις κίνησιν όλες τις στρατιωτικές τηλεγραφικές υπηρεσίες, έτσι που μια τέτοια απόφασις να γίνει γνωστή στα πλέον προκεχωρημένα τμήματα των συνόρων.
Όλα αυτά είναι πρακτικώς αδύνατα. Η Ιταλία, η οποία δε μας παρέχει καν τη δυνατότητα να εκλέξωμε μεταξύ πολέμου και ειρήνης, κηρύσσει ουσιαστικώς τον πόλεμον εναντίον της Ελλάδος. (μετά από μια σύντομη παύση). Πολύ καλά λοιπόν, έχομεν πόλεμον».
Ο ελληνικός λαός ενημερώνεται από το ραδιόφωνο και τις πρωινές εφημερίδες ότι η χώρα βρίσκεται σε πόλεμο. Η επιστράτευση ξεκινά. Οι άνδρες καλούνται να παρουσιαστούν σε συγκεκριμένα σημεία για να ενισχύσουν τις στρατιωτικές μονάδες. Στα ελληνοαλβανικά σύνορα ο πόλεμος έχει ήδη ξεκινήσει και ο ελληνικός λαός πανηγυρίζει στους δρόμους και τις πλατείες γιατί του δίνεται η ευκαιρία να αποδειχθεί αντάξιος του ηρωικού του παρελθόντος.
Χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά πανηγυρίζουν στους δρόμους την άρνηση της Ελλάδας να παραδοθεί στους Ιταλούς και ετοιμάζονται για τον πόλεμο