Μετά από δεκαετίες σκιώδους πολέμου μεταξύ του εβραϊκού κράτους και της Ισλαμικής Δημοκρατίας, τις πρώτες πρωινές ώρες της 26ης Οκτωβρίου το Ισραήλ πραγματοποίησε την πρώτη επίσημα αναγνωρισμένη επίθεσή του στο Ιράν.
Δεκάδες πολεμικά αεροσκάφη, που πετούσαν τουλάχιστον 1.300 χιλιόμετρα από τις βάσεις τους στο Ισραήλ, εκτόξευσαν πυραύλους εναντίον εγκαταστάσεων αεράμυνας και πυραυλικών εργοστασίων σε τρεις ιρανικές επαρχίες, μεταξύ των οποίων και στα περίχωρα της πρωτεύουσας Τεχεράνης.
Είναι ένα μέτρο των πρωτοφανών επιπέδων έντασης στη Μέση Ανατολή το γεγονός ότι οι στόχοι που επέλεξε το Ισραήλ, οι οποίοι ήταν καθαρά στρατιωτικοί, θεωρήθηκαν από τις πιο περιορισμένες επιλογές του.
Από τότε που το Ιράν εκτόξευσε 181 βαλλιστικούς πυραύλους εναντίον του Ισραήλ την 1η Οκτωβρίου, αξιωματούχοι προσκείμενοι στον Μπινιαμίν Νετανιάχου μιλούσαν για την άποψη του Ισραηλινού πρωθυπουργού πως είχε ανοίξει μια «ιστορική ευκαιρία» για ένα στρατηγικό πλήγμα στο Ιράν.
Αντιθέτως, το Ισραήλ χτύπησε κυρίως τα ρωσικής κατασκευής ραντάρ αεράμυνας S-300 και τους εκτοξευτές πυραύλων του Ιράν, αποφεύγοντας τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του. Επίσης, οι Ισραηλινοί δεν κατέστρεψαν ζωτικούς οικονομικούς στόχους, όπως τερματικούς σταθμούς εξαγωγής πετρελαίου.
Αυτό υποδηλώνει ότι το Ισραήλ, για πρώτη φορά, λαμβάνει υπόψη του την πίεση του Αμερικανού συμμάχου του. Μπορεί επίσης να υποδηλώνει ότι το Ισραήλ προετοιμάζει το έδαφος για ένα επόμενο, πολύ πιο καταστροφικό χτύπημα.
Το κλειδί για την κατανόηση της απόφασης του Ισραήλ είναι το αμερικανικό πολιτικό ημερολόγιο. Με τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές να απέχουν μόλις δέκα ημέρες, το Ισραήλ είχε την επιλογή να προβεί σε αντίποινα κατά στρατιωτικών στόχων, με τη σιωπηρή ευλογία της Αμερικής, ή να αψηφήσει τις ρητές προειδοποιήσεις του προέδρου Τζο Μπάιντεν να μην επιτεθεί σε πυρηνικές ή ενεργειακές εγκαταστάσεις του Ιράν την παραμονή της ψηφοφορίας στις ΗΠΑ.
Αν ο Νετανιάχου είναι διατεθειμένος να πληρώσει πολιτικό τίμημα για την επιλογή μιας πιο μετρημένης αντίδρασης κατά του Ιράν, αυτό σημαίνει ότι στα άλλα μέτωπα – τη Γάζα και τον Λίβανο – θα είναι λιγότερο δεκτικός στις πιέσεις για κατάπαυση του πυρός
Το τελευταίο θα έθετε σε κίνδυνο τη μελλοντική συνεργασία με μια δημοκρατική κυβέρνηση, σε περίπτωση που η Κάμαλα Χάρις κέρδιζε στις 5 Νοεμβρίου. Σε περίπτωση νίκης του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει ήδη εκφράσει την υποστήριξή του για ένα ισραηλινό χτύπημα στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, τότε υπάρχει πάντα η ευκαιρία για μελλοντικά χτυπήματα.
Πόσο αποτελεσματικά ήταν τα ισραηλινά πλήγματα; Μέχρι στιγμής, υπάρχουν πολύ λίγα στοιχεία για να είμαστε σίγουροι, σημειώνει ο Economist. Ισραηλινοί αξιωματικοί ισχυρίζονται ότι κατέστρεψαν το μεγαλύτερο μέρος των προηγμένων δυνατοτήτων αεράμυνας του Ιράν και πως, ως αποτέλεσμα, η αεροπορία τους μπορεί να επιχειρεί ελεύθερα στον ιρανικό εναέριο χώρο. Αν αληθεύει, αυτό σημαίνει ότι ένα μελλοντικό ισραηλινό χτύπημα θα μπορούσε να είναι πολύ πιο εκτεταμένο.
Σύμφωνα με ισραηλινές πηγές ασφαλείας, οι περισσότεροι από τους στόχους αυτή τη φορά χτυπήθηκαν από βαλλιστικούς πυραύλους που εκτοξεύονται από αέρος (ALBM) και από αεροσκάφη που βρίσκονται πολύ έξω από το βεληνεκές της ιρανικής άμυνας.
Το απόθεμα ALBM του Ισραήλ είναι περιορισμένο και μια πιο εντατική εκστρατεία αεροπορικών επιδρομών κατά του Ιράν θα απαιτούσε μεγάλο αριθμό αεροσκαφών, που θα χρησιμοποιούσαν πυρομαχικά σε μικρότερη εμβέλεια.
Εάν οι ισχυρισμοί του Ισραήλ σχετικά με αυτό το χτύπημα είναι αληθινοί, αυτό είναι πλέον εφικτό. Θα χρειαστούν πολλοί μήνες για το Ιράν για να ανακατασκευάσει την αεράμυνά του, ειδικά όταν οι Ρώσοι προμηθευτές του χρειάζονται τις δικές τους μπαταρίες για τον πόλεμο με την Ουκρανία.
Το Ιράν εξακολουθεί να διαθέτει μεγάλο αριθμό πυραύλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών και θα μπορούσε να πραγματοποιήσει ένα τρίτο χτύπημα στο Ισραήλ. Αλλά είναι απίθανο να βιαστεί σε μια τέτοια κίνηση. Όχι μόνο θα κινδύνευε να προκαλέσει μία πολύ πιο επιζήμια ισραηλινή αντεπίθεση, αλλά επίσης και οι ηγέτες του Ιράν παρακολουθούν προσεκτικά τις αμερικανικές εκλογές.
Η κυρίαρχη ανησυχία για τον ανώτατο ηγέτη του Ιράν, τον Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, είναι η σταθερότητα του καθεστώτος του. Οποιαδήποτε από τις δύο πορείες δράσης – επίθεση ξανά στο Ισραήλ ή αναμονή πυρών – ενέχει κινδύνους. Για πρώτη φορά από τον πόλεμο Ιράν-Ιράκ τη δεκαετία του 1980, οι κάτοικοι της Τεχεράνης είδαν την πόλη τους να δέχεται στρατιωτική επίθεση. Η μη ανταπόκριση θα εκλαμβανόταν ως ένδειξη αδυναμίας.
Αλλά τα αντίποινα θα μπορούσαν να προκαλέσουν καταστροφικές συνέπειες. Το Ισραήλ μπορεί να εξουδετέρωσε μία από τις πιο σημαντικές άμυνες του Ιράν με αυτό το χτύπημα: τις συστοιχίες S-300. Έχει ήδη μειώσει σημαντικά την προστασία που προσφέρει το πυραυλικό οπλοστάσιο που το Ιράν προμήθευσε στη Χιζμπολάχ, τη σιιτική πολιτοφυλακή του Λιβάνου, ως απειλή κατά του Ισραήλ.
Οι περισσότεροι από τους ιρανικούς πυραύλους ακριβείας έχουν καταστραφεί στις πρόσφατες ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές στο Λίβανο.
Προς το παρόν τουλάχιστον, το Ιράν προσπαθεί να υποβαθμίσει το ισραηλινό χτύπημα – το ημιεπίσημο πρακτορείο ειδήσεών του, Tasnim, χαρακτήρισε τους ισχυρισμούς του Ισραήλ ως «πλήρη ψέματα» και δήλωσε ότι προκλήθηκαν μόνο «περιορισμένες ζημιές». Η Τεχεράνη είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα πάρει το χρόνο της προτού αποφασίσει αν και πώς θα απαντήσει.
Εξακολουθεί να δέχεται πιέσεις ο Νετανιάχου για πιο δυναμική επίθεση
Υπάρχουν επίσης εσωτερικές επιπτώσεις για τον Νετανιάχου. Αφού τόνωσε τις προσδοκίες, οι πολιτικοί του αντίπαλοι τον κατηγορούν ήδη ότι έχασε μια ευκαιρία. Πριν από το χτύπημα ο Ναφτάλι Μπένετ, πρώην πρωθυπουργός και μελλοντικός διεκδικητής της ισραηλινής δεξιάς, προέτρεψε την κυβέρνηση «να καταστρέψει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν». Ο Γιαΐρ Λαπίντ, ο κεντρώος ηγέτης της αντιπολίτευσης, δήλωσε ότι «η απόφαση να μην επιτεθούν στρατηγικοί και οικονομικοί στόχοι ήταν λανθασμένη».
Αυτή τη φορά, ο Νετανιάχου επέλεξε να ασκήσει στρατηγική υπομονή, τουλάχιστον προς το παρόν. Αλλά αν είναι διατεθειμένος να πληρώσει ένα πολιτικό τίμημα για την επιλογή μιας πιο μετρημένης πορείας δράσης κατά του Ιράν, αυτό σημαίνει σχεδόν σίγουρα ότι στα άλλα μέτωπα όπου το Ισραήλ διεξάγει πόλεμο – τη Γάζα και τον Λίβανο – θα είναι λιγότερο δεκτικός στις πιέσεις για κατάπαυση του πυρός.
Αν προσθέσουμε σε αυτό την πίεση από τους ακροδεξιούς συμμάχους του, οι οποίοι έχουν τη δύναμη να ανατρέψουν την κυβέρνησή του κατά την επόμενη σύνοδο της Κνέσετ, του ισραηλινού κοινοβουλίου, που αρχίζει στις 27 Οκτωβρίου, κάθε είδους παύση των άλλων πολέμων του Ισραήλ φαίνεται λιγότερο πιθανή.
Γάζα και Λίβανος θα πληρώσουν το τίμημα της «εγκράτειας» Νετανιάχου
Η φύση αυτού του χτυπήματος στο Ιράν φαίνεται να δείχνει ότι όταν η Αμερική ενδιαφέρεται να ασκήσει σοβαρή πίεση, μπορεί ακόμα να διαμορφώσει την ισραηλινή πολιτική. Το Ισραήλ έχει επανειλημμένα κλιμακώσει τις μάχες στη Γάζα και το Λίβανο φέτος, σε πείσμα των προτροπών της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Το Τελ Αβίβ ενήργησε σε πλήρη συντονισμό, αυτή τη φορά, αποφεύγοντας μέχρι στιγμής μια κίνηση που θα μπορούσε να έχει προκαλέσει τόσο περιφερειακή ανάφλεξη, όσο και παγκόσμια αύξηση των τιμών της ενέργειας. Ωστόσο, ο κίνδυνος είναι ότι αυτή η επίθεση ήταν μόνο το προοίμιο μιας πιο σοβαρής που θα ακολουθήσει.