Πονοκέφαλο προκαλούν στους ειδικούς τα αποτελέσματα ελληνικής μελέτης, η οποία κατέγραψε και υπολόγισε το κόστος που έχει τα τελευταία χρόνια στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) η παχυσαρκία και για την ακρίβεια οι συννοσηρότητες που προκαλεί στις περισσότερες περιπτώσεις.

Νέα έρευνα κατέγραψε και υπολόγισε το κόστος που έχει τα τελευταία χρόνια στο Εθνικό Σύστημα Υγείας η παχυσαρκία. Τα αποτελέσματα.

Σύμφωνα με τη μελέτη, της οποίας υπεύθυνος είναι ο Κώστας Αθανασάκης, επίκουρος καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας στο Τμήμα Πολιτικών Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, τα δύο πιο δαπανηρά χρόνια νοσήματα που προκαλεί η παχυσαρκία στην Ελλάδα, είναι η χρόνια νεφρική νόσος και οι καρδιαγγειακές παθήσεις.

Μάλιστα, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας που δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση BMC Health Services Research, κάθε χρόνο το ΕΣΥ πληρώνει περί τα 1.500 δολάρια ανά ασθενή για την αντιμετώπιση αυτών των νοσημάτων και στα κόστη περιλαμβάνονται τα φάρμακα, οι νοσηλείες, και η αντιμετώπιση των επιπλοκών της κάθε νόσου.

Συνολικά, η επιβάρυνση για το ΕΣΥ από τις νοσήματα που προκαλεί η παχυσαρκία, φτάνει στα 4,3 δισ. ευρώ τον χρόνο, κάτι που αντιστοιχεί στο 2,59% του ΑΕΠ.

Επιπλέον, η μέση δαπάνη υγείας ανά άτομο αυξάνεται κατά 81,5% για άτομα με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) άνω των 40 kg/m² σε σύγκριση με άτομα φυσιολογικού βάρους που έχουν φυσιολογικό βάρος 30 kg/m². Αυτό καταδεικνύει τη σημαντική οικονομική πίεση, που ασκεί η παχυσαρκία στα συστήματα υγείας, και την ανάγκη για άμεσες και αποτελεσματικές παρεμβάσεις.

Την ίδια στιγμή, το υπουργείο Υγείας καλύπτει το κόστος για φάρμακα κατά της παχυσαρκίας, μόνο σε άτομα που έχουν ήδη εκδηλώσει αυτές τις συννοσηρότητες και όχι προληπτικά.

Κάτι που σημαίνει ότι για να πάρει κάποιος φάρμακα για τη νοσογόνο παχυσαρκία θα πρέπει πρώτα να έχει μπει η υγεία ή ακόμα και η ζωή του σε κίνδυνο.

Παράλληλα, αν καλύπτονταν από τον ΕΟΠΥΥ τα φάρμακα για την προληπτική μείωση της παχυσαρκίας, τότε μεσοπρόθεσμα θα μειωνόταν ένα σημαντικό μέρος της δημόσιας δαπάνης για την αντιμετώπιση της συννοσηρότητας, το οποίο όπως προκύπτει από την εν λόγω έρευνα, είναι σχεδόν διπλάσια από το σύνολο της ετήσιας φαρμακευτικής δαπάνης.

Άλλωστε, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, ένας στους δύο άνδρες και μία στις τρεις γυναίκες στην Ελλάδα είναι υπέρβαροι, ενώ περίπου το 16,4% του πληθυσμού κατατάσσεται στο πεδίο της παχυσαρκίας.

Σε πανελλαδική έρευνα που έγινε πρόσφατα, φάνηκε ότι στο 50,8% των ατόμων με υπέρταση και αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης συνυπήρχε παχυσαρκία.

Πολλές επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι τα άτομα με μεγάλο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) έχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιαγγειακές παθήσεις, όπως έμφραγμα του μυοκαρδίου και στηθάγχη.

Η παχυσαρκία αποδεδειγμένα μπορεί να προκαλέσει πολλές παθήσεις, τις λεγόμενες συννοσηρότητες, και οι πιο συχνές είναι:

Καρδιοπάθειες: Αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης καρδιοαγγειακών νοσημάτων, όπως η στεφανιαία νόσος και η καρδιακή ανεπάρκεια.
Διαβήτης τύπου 2: Η παχυσαρκία αυξάνει την αντίσταση στην ινσουλίνη, κάτι που ενδέχεται να προκαλέσει διαβήτη τύπου 2.
Υπέρταση: Υψηλή πίεση του αίματος λόγω της αυξημένης αντίστασης στα αιμοφόρα αγγεία.
Αρθρίτιδα: Αύξηση της πίεσης στις αρθρώσεις, η οποία προκαλεί φλεγμονή και πόνο.
Καρκίνος: Αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης διαφόρων τύπων καρκίνου, όπως του μαστού, του παχέος εντέρου και του προστάτη.
Αναπνευστικά προβλήματα: Όπως η άπνοια ύπνου, που μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα ύπνου.
Προβλήματα ψυχικής υγείας: Αυξημένα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης.
Ηπατική νόσος: Ηπατική λιπώδης νόσος, που μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή του ήπατος και ηπατική ανεπάρκεια.
Δερματικά προβλήματα: Όπως η δερματίτιδα ή οι μολύνσεις λόγω της τριβής.

Για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της παχυσαρκίας απαιτούνται νέες πολιτικές, όπως τονίζει ο καθηγητής και υπεύθυνος της έρευνας.

«Οι πολιτικές μπορούν να χωριστούν σε δύο βασικές κατηγορίες: στις ρυθμιστικές και στις παρεμβάσεις που στοχεύουν στην αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς, δηλαδή στη μείωση της έκθεσης σε επιβλαβείς καταναλώσεις», εξηγεί ο κ. Αθανασάκης.

Οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις περιλαμβάνουν νομοθετικά μέτρα, όπως η ρύθμιση της περιεκτικότητας των τροφίμων σε ζάχαρη, αλάτι και κορεσμένα λίπη, καθώς και την απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους.

Οι παρεμβάσεις μεταβολής της καταναλωτικής συμπεριφοράς στοχεύουν στην αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών και στην προώθηση υγιεινών επιλογών.

Παραδείγματα τέτοιων παρεμβάσεων είναι οι «φόροι υγείας», οι οποίοι επιβάλλονται σε προϊόντα όπως τα ζαχαρούχα αναψυκτικά και τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, προκειμένου να επηρεάσουν τις αποφάσεις των καταναλωτών και να ενθαρρύνουν τη στροφή προς πιο υγιεινές επιλογές.

Επίσης, στα αναψυκτικά με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη το ποσοστό φορολογίας επί της αρχικής τιμής είναι 20% και τα δυνητικά φορολογικά έσοδα 199.485.480 ευρώ. Το δημοσιονομικό αποτέλεσμα δεν είναι αμελητέο.

Παράλληλα με τη φορολόγηση, όμως, είναι σημαντικό να υπάρχουν και αντίρροπες επιδοτήσεις υγιεινών τροφίμων, όπως τα φρούτα και τα λαχανικά.

Μια πρόταση θα ήταν η επιστροφή του 13% της δαπάνης (μέσω αποδείξεων) για φρούτα και λαχανικά στα νοικοκυριά, μέσω της χρήσης των διαθέσιμων ψηφιακών εργαλείων, που αναπτύσσει η χώρα, καταλήγει ο κ. Αθανασάκης.