Η πολιτική σκηνή και ειδικά όσα συμβαίνουν αυτές τις ημέρες στην Κεντροαριστερά δεν μας αφήνουν να πλήξουμε κάτω από τη ζέστη. Όχι ότι δεν ήταν γνωστά τα περισσότερα, αλλά ανάμεσά μας υπάρχουν ακόμη αρκετοί που τρώνε το… παραμύθι. Καλοπροαίρετα. Κυρίως πιστεύουν ότι στις μέρες μας υπάρχουν ακόμη πολιτικά πρόσωπα που βάζουν πάνω απ’ όλα την ιδεολογία τους. Όχι. Σε όλες τις περιπτώσεις εκείνα που μετρούν είναι η εξουσία και η προσωπική εμπλοκή σε αυτή. Βέβαια άλλο πράγμα είναι η εξουσία για το ΚΚΕ, που έχει συμβιβαστεί με το ρόλο της περιθωριακής φωνής, στο όνομα της οποίας δεκάδες ίσως και εκατοντάδες άνθρωποι κάνουν καριέρα, νομίζουν ότι εργάζονται και αποφεύγουν τον ψυχίατρο. Το ίδιο ισχύει και για άλλα μικρά κόμματα, τα οποία στο σύνολο τους είναι προσωποπαγή, σαν ο αρχηγός να έχει βγάλει χαλαρή την παρεούλα του βόλτα στο πάρκο. Στα μεγαλύτερα κόμματα -ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ- η κυβερνησιμότητα ωθεί τις εξελίξεις. Αν και οι δύο βασικοί πόλοι της Κεντροαριστεράς βαδίζουν σταθερά το δρόμο των μικρών κομμάτων, οι κινήσεις που γίνονται για αμφισβήτηση των αρχηγών στοχεύουν -θεωρητικά τουλάχιστον- στην κατάκτηση της διακυβέρνησης της χώρας. Από τη στιγμή που το 2015 -φυσικά με οικονομικές και πολιτικές συνθήκες τελείως διαφορετικές- ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα κατάφερε να κυβερνήσει -έστω με τη βοήθεια του Π. Καμμένου- οι πάντες σε αυτή τη χώρα δικαιούνται να… ονειρεύονται. Μόνο που -ας μη ξεχνάμε- παντού στον πολιτισμένο κόσμο και πάντα η άσκηση κυβερνητικών καθηκόντων δεν υπακούει απλώς στην εντολή των πολιτών. Η διακυβέρνηση είναι μια δουλειά που πρέπει κάποιος να την ξέρει, ώστε να μη ξαναζήσουμε τα… αδιανόητα του 2015, αλλά και να ποντάρει μαζί της μεσοπρόθεσμα, αν όχι μακροπρόθεσμα. Διότι η βραχυπρόθεσμη προοπτική σε ένα τέτοιο ζήτημα οδηγεί σε βιαστικές και ημιτελής κινήσεις, που κάνουν κακό τόσο σε εκείνους που τις δρομολογούν, όσο και σε εκείνους που τις υφίστανται. Επίσης, το 2015 είναι ένα καλό παράδειγμα προς αποφυγήν. Όχι τίποτε άλλο, αλλά στις τωρινές διαδικασίες πρωτοστατούν πρόσωπα που σε αυτή την ατυχέστατη για την Ελλάδα περίοδο του 2015 έπαιξαν βασικό ρόλο. Γιατί επιμένουν εάν όχι από… εξουσιομανία;     

Ο αλμυρός καφές

Όταν πρωτομπήκε το ευρώ στη ζωή μας ήρθαν τα πάνω κάτω. Στην αρχή τουλάχιστον δεν ξέραμε πόσο πληρωνόμασταν, δεν καταλαβαίναμε πόσα πληρώναμε και γενικώς το πρώτο διάστημα χάθηκε η μπάλα. Βέβαια, ήταν και οι εποχές οι καλές ή όπως πολλοί θυμούνται ως «οι εποχές με τα λεφτά». Οι παλιότεροι μπορεί επίσης να θυμούνται ακόμη τις πληκτρολογήσεις στα κομπιουτεράκια για την ισοτιμία του εθνικού νομίσματος με το κοινό ευρωπαϊκό, που ήταν τότε στις 340,750 δραχμές ανά ευρώ. Ίσως οι ίδιοι να θυμούνται και το παράδειγμα της εικοσαετίας με τον μαϊντανό. Τότε είχε 50 δραχμές και μετά έγινε απλώς 50 λεπτά του ευρώ, δηλαδή 170,375 δραχμές! Τότε επίσης δυο καφέδες στην πλατεία Αριστοτέλους κόστιζαν 7,5 ή 8 ευρώ και όσοι τους έπιναν άφηναν στο τραπεζάκι ένα δεκάρικο. Τα υπόλοιπα πήγαιναν για tips, δηλαδή 2 ή 2,5 ευρώ, τουτέστιν πουρμπουάρ 800 δραχμούλες.  

Βέβαια οι νεότεροι δεν γνώρισαν καν την δραχμή. Δεν ήξεραν τι γινόταν στο πορτοφόλι τους. Από τότε πέρασε ο καιρός που λέει και το τραγούδι. Στην κρίση οι τιμές σταθεροποιήθηκαν ή και μειώθηκαν, αλλά τώρα βρισκόμαστε στον καιρό της ακρίβειας. Τώρα πάλι με τις αυξήσεις που θα γίνουν στο σερβίρισμα του καφέ από την 1η του Ιουλίου, ημέρα κατά την οποία ο ΦΠΑ του σερβιρισμένου καφέ θα επιστρέψει στο 24%,  η… λυπητερή θα είναι αλμυρή. Και θα μετρήσει πολύ ο καθένας τι θα πληρώνει. Οι άνθρωποι της εστίασης κάνουν λόγο για μια αύξηση περίπου στο μισό ευρώ για να μπορέσουν να ρεφάρουν στο αυξημένο κόστος λειτουργίας των καταστημάτων, των φόρων, της παραγωγής αλλά και της τιμής προμήθειας του καφέ διεθνώς. Έχουν δίκιο; Θα είχαν εάν ο καφές στο φλιτζάνι, στην κούπα ή στο ποτήρι ήταν φτηνός. Τότε θα λέγαμε «να πάει και το παλιάμπελο». Αλλά στις εποχές που διανύουμε και είναι «… χωρίς λεφτά», το να πιείς έναν καφέ και για να πληρώσεις να μεταφέρεις χρήματα με… χρηματαποστολή, πάει πολύ. Φυσικά, στη Θεσσαλονίκη, την πόλη του καφέ, τη φραπεδούπολη και την καφεπρωτεύουσα, το μέτρο θα τσούξει πολύ. Οι άνθρωποι της εστίασης, αλλά και οι εκπρόσωποι του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου δεν αναφέρονται στην απορρόφηση των αυξήσεων από τις επιχειρήσεις. Αντίθετα, υποστηρίζουν πως δεν το αντέχουν. Από την άλλη, θα δούμε πιο πολλούς να κρατούν στα πλαστικά καφέ στο χέρι, αλλά… New York. Ίσως και να φτάσουμε να παραφράζουμε το γνωστό «πάμε να πιούμε έναν καφέ και να τα πούμε» με το «πάμε να πιούμε έναν καφέ και να περπατήσουμε». Στην υγειά μας, αν και οι παλαιότεροι επιμένουν ότι η συγκεκριμένη ευχή όταν διατυπώνεται με τον καφέ δεν πιάνει!

Οι διαβασμένοι υπουργοί

Μετά τον υπουργό Θεόδωρο Λιβάνιο, που όπως δήλωσε, ξέρει απ’ έξω τα προβλήματα της Θεσσαλονίκης, προετοιμασμένη ήρθε στο γραφείο του Στέλιου Αγγελούδη και η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής Σοφία Ζαχαράκη. Μετά τη συνάντησή τους ο δήμαρχος της έκανε δώρο ένα press papier με το λογότυπο του δήμου, με την υπουργό να σχολιάζει ότι θα το έχει στο γραφείο της για να τοποθετεί εκεί τα έγγραφα που αφορούν τη Θεσσαλονίκη. Βέβαια ο κ. Αγγελούδης, όπως αποκάλυψε, αν και είχε ετοιμάσει έγγραφα με τα θέματα του δήμου, η κ. Ζαχαράκη ήταν πολύ καλά διαβασμένη για όλα. Περιμένουμε να δούμε ποιον υπουργό θα πιάσει αδιάβαστο ο κ. Αγγελούδης…

Ο Μίκυ Μάους στη Χαλκιδική

Όπως ήταν αναμενόμενο, το περασμένο τριήμερο του Αγίου Πνεύματος η Χαλκιδική βούλιαξε. Τι Βαλκάνιοι που ήδη κάνουν διακοπές εκεί, τι ιδιοκτήτες εξοχικών, τι ημερήσιοι εκδρομείς, χίλοι καλοί χωρούσαν, που λέει και η λαϊκή ρήση. Μια ωραία ιστορία έρχεται από beach bar στην περιοχή του Αγίου Μάμα. Πολλοί που έφτασαν εκείνη την ημέρα στο συγκεκριμένο σημείο είδαν ενημέρωση ότι υπάρχει 30 ευρώ ελάχιστη κατανάλωση και κάποιοι εκ των θαμώνων αποφάσισαν να τα δώσουν. Έλα όμως που κατά το μεσημεράκι έκανε την εμφάνισή του ένα μικρό ποντίκι αναστατώνοντας πελάτες και λουόμενους. Μάλιστα ένας ταλαίπωρος εργαζόμενος μάταια προσπαθούσε να πιάσει το τρωκτικό με απόχη, ενώ πολλοί από την τρομάρα τους ανέβηκαν στην ξαπλώστρες. Διότι μπορεί τα ποντίκια να μην είναι επικίνδυνα για τους ανθρώπους, αλλά πολλοί τα σιχαίνονται. Δεν ήταν λίγοι οι κύριοι που άκουσαν το «πάμε να φύγουμε» από τις… κυρίες που συνόδευαν, αλλά αυτό έμοιαζε λίγο δύσκολο αφού τα πρώτα καφεδάκια που παραγγείλανε δεν κάλυπταν την ελάχιστη κατανάλωση των 30 ευρώ. Αναγκαστικά, λοιπόν, έκαναν παρέα στον «Μίκυ Μάους», η τύχη του οποίου αγνοείται… Όσο για το υποχρεωτικό 30άρι στον Άγιο Μάμαντα… μένει ασχολίαστο. Ούτε στο Σαν Τροπέ με τη Μπριζίτ Μπαρντό στα νιάτα της στην απέναντι ξαπλώστρα.