Από το γραφείο Τύπου του ΠΑΣΟΚ έλαβα την ακόλουθη επιστολή, που με χαρά δημοσιεύω:

«Σε άρθρο με τίτλο “Σημίτης, ένας άγνωστος”, από τη στήλη του στην εφημερίδα σας, ο έγκριτος δημοσιογράφος κ. Ηλίας Κανέλλης διαπιστώνει ότι “ο Κώστας Σημίτης είναι άγνωστος στο σημερινό ΠΑΣΟΚ“. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγήθηκε – όπως σημειώνει – από την αναφορά του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ στον επικήδειο λόγο του ότι “η πραγματοποίηση του εκσυγχρονισμού δεν αποτελεί απλώς μια τεχνοκρατική διαδικασία, αλλά συνεπάγεται κοινωνικό αγώνα, κινητοποίηση και πάλη“. Μάλιστα, για τον κ. Κανέλλη ο αείμνηστος Κώστας Σημίτης “σίγουρα δεν πίστευε” σε αυτό το περιεχόμενο του εκσυγχρονισμού.

Θα θέλαμε να διευκρινίσουμε ότι το παραπάνω απόσπασμα της ομιλίας του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ αναπαράγει αυτούσια και εντός εισαγωγικών λόγια του ίδιου του Κώστα Σημίτη από το βιβλίο του “Υπάρχει Λύση;” (σελ. 225). Το εν λόγω βιβλίο βασίζεται σε συνομιλία που είχε ο δημοσιογράφος, κ. Γιάννης Πρετεντέρης, με τον ηγέτη του ΠΑΣΟΚ.

Σε μια εποχή που η επικοινωνία τείνει να κυριαρχεί της ουσίας, το ΠΑΣΟΚ έχει χρέος να αναδεικνύει το πραγματικό περιεχόμενο των πολιτικών προταγμάτων της Παράταξής μας, όπως είναι η Αλλαγή και ο Εκσυγχρονισμός, με τα οποία οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ κατάφεραν να κάνουν συμμέτοχο τον ελληνικό λαό σε μια μεγαλειώδη πορεία που διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό το κοινωνικό και θεσμικό κεκτημένο της Μεταπολίτευσης.

Και τα δύο αυτά προτάγματα κατά καιρούς, επιχείρησαν – και επιχειρούν – να τα οικειοποιηθούν πολιτικές δυνάμεις που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τον αξιακό τους πυρήνα. Κάθε προκρούστεια λογική είναι καταδικασμένη να αποτύχει.

Ο Εκσυγχρονισμός των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη δεν εξαντλείται απλώς σε μια ουδέτερη “μέθοδο”, αλλά διαθέτει ξεκάθαρα συμμετοχικό – προοδευτικό – σοσιαλδημοκρατικό χαρακτήρα. Γι’ αυτό αγωνιζόταν ο αριστερός σοσιαλδημοκράτης Κώστας Σημίτης, τα λόγια του οποίου αναπαρήχθησαν στον επικήδειο λόγο του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ.

Υπό αυτό το πρίσμα, ο προοδευτικός Εκσυγχρονισμός της περιόδου 1996-2004 συνδέθηκε με μια από τις πιο δημιουργικές περιόδους της πατρίδας μας».

H απάντησή μου: Με πιάσανε, έκανα κριτική σε μια φράση όχι του Νίκου Ανδρουλάκη αλλά του Σημίτη. Και σκέφτηκαν, πολύ ευγενικά, «να μου το τρίψουν στη μούρη», προσθέτοντας διάφορα μεγάλα λόγια για προοδευτικά προτάγματα.

Τι είπα; Οτι η συγκεκριμένη φράση, από μόνη της, δεν λέει τίποτα, ότι είναι απλό μπλα μπλα. Οπως και άλλες φράσεις της νεκρολογίας Σημίτη από τον Νίκο Ανδρουλάκη, που περιέγραψαν έναν πολιτικό με τον οποίο δεν έχει σχέση το σημερινό ΠΑΣΟΚ. Πήραν την αλήθεια του και του την κάναν’ λιώμα, για να θυμηθώ τον Σαββόπουλο. Τι μου λένε; Οτι δεν κατανόησα πως η φράση είναι του Σημίτη. Πώς να το κατανοήσω; Ούτε σε εισαγωγικά ήταν ούτε περιέγραφε το πνεύμα Σημίτη, που ποτέ δεν εξαντλούνταν σε αφορισμούς. Το πνεύμα αυτό υπάρχει στην πλήρη παράγραφο (ας τη διαβάσουν, τώρα, πιο κάτω για να καταλάβουν ότι ο Σημίτης δεν απήγγελλε τσιτάτα, αλλά συγκρουόταν, μάλιστα όχι μόνο με τη ΝΔ του Κώστα Καραμανλή αλλά και με το βαθύ ΠΑΣΟΚ).

Η πολιτική, πρωτίστως, δεν είναι τσιτάτα και ταμπέλες. Είναι έμπνευση. Κι είναι εμβάθυνση στα προβλήματα, προτάσεις, διαρκής αγώνας, διορθωτικές κινήσεις, ρεαλισμός, δημιουργικές ομάδες, συγκρούσεις, συμμαχίες, συμβιβασμοί. Κυρίως, δεν είναι εκθέσεις ιδεών. Ο σοσιαλισμός δεν κατακτάται με δηλώσεις. Και τον εκσυγχρονισμό, το σημερινό ΠΑΣΟΚ απλώς ευκαιριακά τον θυμήθηκε επειδή πέθανε ο άνθρωπος ο οποίον προσπάθησε να τον υλοποιήσει.

Παραθέτω ό,τι γράφει ο Κώστας Σημίτης στη σελ. 225 του βιβλίου του «Υπάρχει λύση;» (Πόλις, 2016), απαντώντας σε ερώτηση του Γιάννη Πρετεντέρη:

«[…] Ενα καλό παράδειγμα είναι η απόφαση για τη μη αναγραφή της θρησκείας στις ταυτότητες. Προκάλεσε τις έντονες διαμαρτυρίες της Εκκλησίας. Η τότε ηγεσία της αποφάσισε μια συνολική αναμέτρηση με την κυβέρνηση, αμφισβητώντας τη συνταγματική επιταγή του χωρισμού Εκκλησίας και κράτους. Οργάνωσε συγκεντρώσεις εκατοντάδων χιλιάδων ατόμων. Επιδίωξε την πτώση της κυβέρνησης, με τη συνεργασία της Νέας Δημοκρατίας. Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας υπέγραψε μάλιστα το αίτημα για δημοψήφισμα, το οποίο υποστήριζε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Στελέχη του ΠΑΣΟΚ εξέφρασαν δημόσια την υποστήριξή τους στον Αρχιεπίσκοπο. Η κυβέρνηση εφάρμοσε, παρ’ όλα αυτά, τη ρύθμιση. Οταν ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας εξελέγη πρωθυπουργός, ούτε άλλαξε την απόφαση για τις ταυτότητες, ούτε προχώρησε σε δημοψήφισμα. Η εξέλιξη θα ήταν διαφορετική, αν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, που προχώρησε στην κατάργηση της αναφοράς του θρησκεύματος, οπισθοχωρούσε, είτε για ψηφοθηρικούς λόγους είτε φοβούμενη τη διαμάχη με την Εκκλησία.

Κάθε μεταρρύθμιση χρειάζεται εκτεταμένη πληροφόρηση και δραστηριοποίηση εκείνου του τμήματος της κοινωνίας που κατανοεί την ανάγκη της. Η πραγματοποίηση του εκσυγχρονισμού δεν αποτελεί απλώς μια τεχνοκρατική διαδικασία, αλλά συνεπάγεται κοινωνικό αγώνα, κινητοποίηση και πάλη».