Την ώρα που η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος εκτινασσόταν κατά 48% σε μία μέρα, ο κ. Μητσοτάκης εδέησε να μας αποκαλύψει ότι θα προτείνει τον βουλευτή της ΝΔ και πρόεδρο της Βουλής Κωνσταντίνου Τασούλα για πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Έκλεισε έτσι η μηνιαία επιχείρηση αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης, που οδήγησε ξανά στη μετατροπή ενός θεσμού σε κομματικό κλοτσοσκούφι.

Για να δικαιολογήσει την επιλογή του ο πρωθυπουργός, στο τηλεοπτικό διάγγελμα του, έπλεξε το εγκώμιο του κ. Τασούλα με το «ενωτικό πνεύμα και οι συνθετικές του αρετές», «τον άψογο, κατά γενική ομολογία, τρόπο με τον οποίο διηύθυνε, έως τώρα, τις εργασίες της Βουλής σε ένα πολύ δύσκολο κομματικό τοπίο», την «πλούσια καλλιέργεια και βαθιά γνώση της ελληνικής Ιστορίας», τον «αληθινό πατριωτισμό, έναν χαρακτήρα ακέραιο, με κοινωνική ευαισθησία και μία γνήσια απλότητα και σεμνότητα» και άλλα πολλά.

Αφού ο Τασούλας έχει τόσα κρυφά προσόντα, γιατί δεν τον πρότεινε από την αρχή να τελειώνει η ιστορία;

Ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε τελικώς κ. Τασούλα, γιατί το βασικό προσόν του είναι η προσήλωση στη ΝΔ και τον αρχηγό. Το Μέγαρο Μαξίμου ελέγχει μέχρι και τα σενάρια στις σαπουνόπερες της κρατικής τηλεόρασης, θα διακινδύνευε με την επιλογή μιας προσωπικότητας από τον κεντρώο χώρο με κίνδυνο αυτονόμησης; Πώς θα συμπεριφερόταν ένας τέτοιος πρόεδρος αν ξέσπαγε ένα σκάνδαλο ανάλογο με αυτό των υποκλοπών ή των Τεμπών;

Ο κ. Τασούλας καλός κοινοβουλευτικός και μετριοπαθής είναι, αλλά και στα δύο αυτά τα θέματα είχε περάσει τις εξετάσεις με άριστα: η εξεταστική της Βουλής για τους κοριούς είναι ο ορισμός της συγκάλυψης, ενώ για τα Τέμπη η άμεση αντίδραση-ανάρτηση της κυρίας Καρυστιανού τα λέει όλα:

«ήταν αυτός που ως Πρόεδρος της Βουλής κρατούσε στο γραφείο του την δικογραφία της Ευρωπαίας Εισαγγελέως για τη σύμβαση 717 και τη δικογραφία για τα Τέμπη και δεν την έδωσε άμεσα ως όφειλε, στα μέλη της Εξεταστικής Επιτροπής (…)
κρατάει στο γραφείο του τις μηνύσεις που αφορούν τις ευθύνες του Υπουργείου Μεταφορών και δυο δικογραφίες κατά μελών της κυβέρνησης και δεν τα προωθεί άμεσα στη Βουλή όπως ορίζει το Σύνταγμα και επιβάλλει η θέση του (…)
αγνοεί τα εξώδικα των συγγενών των θυμάτων των Τεμπών και συμπράττει στη συγκάλυψη που πανηγυρικά επεδίωξε και πέτυχε η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής (…) είναι αυτός που υποθάλπει βάζοντας εμπόδια στην αποκάλυψη της αλήθειας για το έγκλημα των Τεμπών».

Διαβάστε: Καρυστιανού για Τασούλα / Έπρεπε να αποκλειστεί από υποψήφιος για την Προεδρία της Δημοκρατίας

Στο διάγγελμα του, ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε να διασκεδάσει τη δυσφορία κεντρώων ψηφοφόρων και ακροκεντρώων θαυμαστών του για την καθαρά κομματική επιλογή, καταφεύγοντας σε γενικολογίες περί θεσμών, τους οποίους είχε μόλις παραβιάσει:

«Με δεδομένη, μάλιστα, την ενοποιητική αποστολή που έχει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πιστεύω ότι θα έπρεπε να ψηφίζεται για μία και μόνη 6ετή θητεία. Έτσι, η συζήτηση για ανανέωση της παραμονής του στο αξίωμα δεν θα άνοιγε, κάθε τόσο, τον χορό των αντιπαραθέσεων. Και ο θεσμός θα έμενε μακριά από τις κομματικές σκοπιμότητες. Πρόκειται για θέση που θα εισηγηθούμε στη Βουλή κατά την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση».

Τι θα αλλάξει κάτι αν ο πρόεδρος εκλέγεται στα 6 χρόνια, αντί για τα 5; Γιατί θα παραμείνει «μακριά από κομματικές σκοπιμότητες », όταν η Βουλή ανανεώνεται κάθε τέσσερα χρόνια; Το επικοινωνιακό επιτελείο Μητσοτάκη έδωσε πάσα στα παπαγαλάκια. για άσκοπη κουβέντα στα τηλεοπτικά κανάλια.

Συνοψίζοντας, μια αποστροφή από το πρωθυπουργικό διάγγελμα για τα προσόντα του κ. Τασούλα αποκαλύπτει όλο το σκεπτικό της επιλογής:

«Δεν είναι τυχαίο ότι, αν και επί χρόνια παρών στην πρώτη γραμμή, δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να φιλοτεχνήσει το δικό του επικοινωνιακό προφίλ. Όλα αυτά, συνεπώς, αποτελούν εγγυήσεις για μία εξαιρετική θητεία». Ήθελε να πει ακίνδυνη.

Φυσικά και η απερχόμενη πρόεδρος είχε παρόμοια συμπεριφορά. Η κυρία Σακελλαρόπουλου αρκέστηκε σε γενικόλογες δηλώσεις για τις υποκλοπές και τα Τέμπη, παρά το κάλεσμα της κυρίας Καρυστιανού «να τιμήσει τον θεσμικό της ρόλο και να λάβει ουσιαστική θέση».

Αντίθετα ακολούθησε την κυβερνητική πολιτική, φωτογραφήθηκε στο τείχος του Έβρου, ενώ στη γνωστή υπόθεση με την παρασημοφόρηση του Ιάσωνα Αποστολόπουλου υποχώρησε άτακτα στις πιέσεις του Μπογδάνου και της ακροδεξιάς.

Μια φράση από το πρωθυπουργικό διάγγελμα, αρμόζει στην πρόεδρο: «τα πρόσωπα είναι εκείνα που τελικά δίνουν αξία στους θεσμούς». Πράγματι, αν μέσα στο πλαίσια των θεσμικών δυνατοτήτων της η κ. Σακελλαρόπουλου είχε αποκτήσει, με δικές της αυτόνομες πρωτοβουλίες, δεσμούς με την κοινωνία και τον προοδευτικό κόσμο από όπου προέρχεται, θα διέθετε μεγαλύτερα ατού στη «διαπραγμάτευση» με τον κ. Μητσοτάκη για την ανανέωση της θητείας της, κάτι που σφόδρα επιθυμούσε.

Γιατί ο πρωθυπουργός δεν θα μπορούσε εύκολα να απαλλαγεί από μία δημοφιλή πρόεδρο.

Μέλος σχεδόν της κυβερνώσας παράταξης, βρέθηκε να συναγωνίζεται τον κ. Τασούλα, σε έναν άνισο αγώνα. Γιατί όπως εξήγησε ο κ. Μητσοτάκης, «σε ένα ταραγμένο διεθνές περιβάλλον, η πατρίδα χρειάζεται Πρόεδρο της Δημοκρατίας με μακρά διαδρομή στα κοινά και με σαφή πολιτικά χαρακτηριστικά».

Διαβάστε επίσης: