Με δομημένη δράση αλλά και με διά ζώσης συνομιλίες οργάνωνε τις ενέργειές της η εγκληματική οργάνωση που εξαρθρώθηκε από την ΕΛ.ΑΣ.
Πρόκειται για μία πολυπληθή οργάνωση, από την οποία έχουν ήδη συλληφθεί 25 άτομα, ενώ στη δικογραφία περιλαμβάνονται συνολικά 79 πρόσωπα.
Η οργάνωση συμμετείχε σε διακίνηση και εμπορία ναρκωτικών ουσιών σε διάφορες περιοχές της Νοτιοανατολικής Αττικής, καθώς και σε υποθέσεις εκρήξεων, εμπρησμών, απόπειρες ανθρωποκτονίας, αρπαγή και άλλα σοβαρά αδικήματα.
Τον αρχηγικό ρόλο της οργάνωσης φέρεται να είχε 44χρονος, ήδη έγκλειστος σε κατάστημα κράτησης, ο οποίος μαζί με δύο ακόμη μέλη, με ρόλο υπαρχηγού, είχαν αναλάβει εξ ολοκλήρου την ομαλή λειτουργία της εγκληματικής οργάνωσης, τόσο στο διαχειριστικό όσο και στο εκτελεστικό κομμάτι. Μάλιστα, χαρακτηριστικά, οι δύο υπαρχηγοί καθ’ όλη τη διάρκεια της δράσης τους ανέφεραν ότι λειτουργούσαν για λογαριασμό του αρχηγικού μέλους.
Για να πετύχουν τον σκοπό τους, η εγκληματική οργάνωση λειτουργούσε σε δύο υποομάδες, με επιμέρους δομή και δράση.
Η πρώτη υποομάδα αποτελούσε τον «σκληρό πυρήνα» της οργάνωσης, αναλαμβάνοντας τόσο τη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών όσο και την τέλεση σοβαρών κακουργημάτων, από τα οποία προέκυψε ουσιαστικός κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές και προκλήθηκαν σοβαρές υλικές ζημιές.
Στη δεύτερη υποομάδα τα μέλη της ήταν χαμηλότερα στην ιεραρχία και δραστηριοποιούνταν αποκλειστικά και καθημερινά στη διακίνηση των ναρκωτικών ουσιών σε διάφορες περιοχές της Νοτιοανατολικής Αττικής και συγκεκριμένα σε Γλυφάδα, Αργυρούπολη, Ελληνικό, Βούλα, Βουλιαγμένη, Βάρη, Άλιμο, Ηλιούπολη, Κορωπί, Λαγονήσι και Ανάβυσσο.
Τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης καθ’ όλη τη διάρκεια της δράσης τους λάμβαναν ιδιαίτερα μέτρα αντιπαρακολούθησης, αποφεύγοντας να κατονομάζονται μεταξύ τους, μιλώντας αόριστα και συνθηματικά, με κωδικοποιημένες εκφράσεις και λέξεις, ενώ προτιμούσαν τις διά ζώσης συναντήσεις.
Χρησιμοποιούσαν κωδικοποιημένες λέξεις και φράσεις, ενώ πολλές φορές πραγματοποιούσαν αναγραμματισμούς των λέξεων.
Συγκεκριμένα, χρησιμοποιούσαν λέξεις όπως:
Για την κατεργασμένη κάνναβη: «σοκολάτα», «choco», «τσόκο». Για την ακατέργαστη κάνναβη: «μπάφος», «μαύρο», «τσιγάρο», «τσάι», «τσάγια», «δεκάλεπτο», «εικοσάρικο», «βρωμά», «παπάδες», «κους», «πράσινο», «ίντιγκα», «ντούρου», «καπνό», «παπάδι», «φούντα», «Μαρμπέλα», «κάλι», «αράπη», «Fruit punch», «disco inferno», «αμερικάνικο», «ξένο», «platinum», «dantes inferno». Για την κοκαΐνη: «Περού», «ρουπέ», «μάνγκο», «άσπρο», «άσπρα», «σπρο», «κο», «αλεύρι», «μισό», «μισάκι», «σόμι», «κόκα», «χιόνι», «κόλο», «κόκο», «μπύρα», «το γρήγορο», «κάμελ», «καμίλ», «σκορπιός», «αλογάκι», «Κάπα», «Νι», «Άλφα». Για τη ναρκωτική ουσία ecstasy-mdma: «εμ-ντι», «μουντού», «mdma», «χάπια έψιλον», «μωβ», «pop smoke», «tik-tok», «μαντάμ». Για διάφορες ναρκωτικές ουσίες: «χάπια», «πιαχά», «κουμπιά», «κουκουβάγια», «μπλουζάκι άσπρο», «μπλουζάκι μαύρο», «καρατέκα», «Μι», «Sun Valley», «μαύρα», «καφέ», «γκρι», «μπλε», «γλυκά», «πράγματα», «Μ29». Επίσης, ανέφεραν λέξεις που προσδιορίζουν ποσότητα και είδος ναρκωτικού: «g» που είναι τα γραμμάρια, φέρε μου «ένα», «δύο», «τρία» εννοούσαν ένα, δύο, τρία γραμμάρια ναρκωτικών ουσιών κ.λ.π , «μισό» ή «σόμι» το μισό γραμμάριο κοκαΐνης.
Όταν πελάτες/χρήστες τούς ζητούσαν ναρκωτικές ουσίες, ανάλογα με την ουσία που ζητούσαν, ανέφεραν χαρακτηριστικά στα μέλη της οργάνωσης «να αράξουμε ένα δεκάλεπτο», «να αράξουμε ένα εικοσάλεπτο», «φέρε δύο καφεδάκια», «ένα σκέτο», ενώ όταν αναφέρονταν σε γραμμάρια ή δόσεις ζητούσαν «ένα μονό», «δύο μονά», «ένα διπλό» κ.ο.κ., «δεκάρικο ή δέκα ευρώ» για ποσότητα κάνναβης αντί του χρηματικού ποσού των 10 ευρώ, «εικοσάρικο» για ποσότητα κάνναβης αντί του χρηματικού ποσού των 20 ευρώ.
Συχνά, τα μέλη της οργάνωσης όταν αναφέρονταν σε διακίνηση των ναρκωτικών ουσιών χρησιμοποιούσαν λέξεις όπως «πάσα», «σαπά», «πασούλα», «δουλειά», ενώ όταν αναφέρονταν σε συνολική αξία πωλούμενης ναρκωτικής ουσίας έλεγαν «έκανα εκατό», εννοώντας πως πραγματοποίησαν συναλλαγές συνολικής αξίας 100 ευρώ.
Ακόμα, μεταξύ τους τα μέλη όταν αναφέρονταν σε εκατό γραμμάρια ναρκωτικής ουσίας συχνά το αποκαλούσαν ως «κατοστάμπαλο», ενώ όταν ήθελαν να αναφερθούν σε ποσότητα ενός κιλού την ανέφεραν και ως «λόκι». Όταν ήθελαν να προβούν σε αγορά/προμήθεια μεγάλης ποσότητας ναρκωτικής ουσίας το αποκαλούσαν «book».
Επιπλέον, για τη διακίνηση των ανωτέρω ναρκωτικών ουσιών χρησιμοποιούσαν πλαστικές ζελατίνες που ασφάλιζαν με πλαστικό φερμουάρ (zip), τις οποίες χαρακτηριστικά αποκαλούσαν «ζέλες». Τ
Τις ζυγαριές ακριβείας που χρησιμοποιούσαν συχνά τις αποκαλούσαν ως «ζήτα» ή «ζύγι» ή «ζυ».
Αναφερόμενοι στην ποιότητα, τόσο για τη ναρκωτική ουσία κάνναβη όσο και για τη ναρκωτική ουσία κοκαΐνη, συχνά κομμάτια τα οποία δεν είχαν συμπαγή μάζα τα αποκαλούσαν «τρίμματα».
Για τα χρηματικά ποσά ανέφεραν λέξεις όπως «τριαντάρι», εννοώντας ποσότητα ναρκωτικών ουσιών αξίας 30 ευρώ, ενώ κατά τη διάρκεια των συνομιλιών όταν αναφέρονταν σε χρήματα τα αποκαλούσαν συχνά ως «χαρτιά» ή «φταλέ».
Υπήρχαν περιπτώσεις διακίνησης ναρκωτικών ουσιών χωρίς την άμεση εξόφληση του τιμήματος. Σε αυτή την περίπτωση τα μέλη της οργάνωσης έλεγαν χαρακτηριστικά πως έδωσαν τις ναρκωτικές ουσίες «αέρα», ενώ αν η διακίνηση γινόταν με άμεση εξόφληση του τιμήματος το ανέφεραν ως «χεράτα».
Ενδεικτικά, οι τιμές πώλησης σε σχέση με τις ποσότητες για τις ναρκωτικές ουσίες που εμπορεύονταν τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης ήταν οι εξής: Για τη ναρκωτική ουσία κάνναβης τα 0,95-0,96 γρ. πωλούνταν έναντι του χρηματικού ποσού των 8 έως 12 ευρώ.
Για τη ναρκωτική ουσία κοκαΐνη, το «μισό» -όπως το αποκαλούσαν- περιείχε 0,4 γρ. και πωλούνταν έναντι του χρηματικού ποσού των 25 έως 30 ευρώ, ενώ τα 0,9 γραμμάρια έναντι του χρηματικού ποσού των 50 έως 60 ευρώ, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα, την ποσότητα, τη συχνότητα αγοράς από τον εκάστοτε πελάτη και τις μεταξύ τους σχέσεις.