Λίγες ημέρες αφότου το Ισραήλ βομβάρδισε τα εργαστήρια όπου το καθεστώς του έκπτωτου Μπασάρ αλ-Άσαντ παρήγαγε χημικά όπλα, ειδικοί εκφράζουν φόβους για ενδεχόμενη διαρροή στο περιβάλλον ή για εξαγωγή τεχνογνωσίας προς τους τζιχαντιστές ή το Ιράν.
«Εναπόκειται στη διεθνή κοινότητα να αδράξει την ευκαιρία […] για να διαλύσει αυτό το εγκληματικό πρόγραμμα μια για πάντα» δήλωσε ο Φερνάντο Άριας, γενικός διευθυντής του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (OPCW), μιλώντας στις 12 Δεκεμβρίου σε έκτακτη σύσκεψη του οργανισμού, αρμόδιου για την τήρηση της διεθνούς συνθήκης κατά των χημικών όπλων.
Επί σειρά ετών πριν την κατάρρευσή του την περασμένη εβδομάδα, το καθεστώς Άσαντ εξαπέλυε επιθέσεις εναντίον ανταρτών και πολιτών που είχαν εμπλακεί στον εμφύλιο με νευροτοξικό αέριο σαρίν, αέριο μουστάρδας και αέριο χλώριο.
Στην είδηση ότι ο Άσαντ είχε εγκαταλείψει τη χώρα, το Ισραήλ βομβάρδισε στρατιωτικές εγκαταστάσεις στη Συρία, συμπεριλαμβανομένου του Συριακού Κέντρου Έρευνας και Επιστημονικών Μελετών (SSRC), το οποίο εκτιμάται ότι απασχολούσε μέχρι και 20.000 άτομα σε έναν μεγάλο αριθμό εργαστηρίων.
Το Ισραήλ «βομβάρδισε όλα τα ινστιτούτα του SSRC» δήλωσε στο περιοδικό Science ο Μποάζ Σαπίρα, αναλυτής του ισραηλινού Κέντρου Έρευνας και Παιδείας «Άλμα».
Αεροπορική επιδρομή σε εγκαταστάσεις του SSRC είχαν πραγματοποιήσει και το 2018 οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία, έπειτα από φερόμενη χημική επίθεση στην τότε ανταρτοκρατούμενη πόλη Ντούμα.
Κτήριο του Συριακού Κέντρου Έρευνας και Επιστημονικών Μελετών που βομβαρδίστηκε από Δυτικές χώρες το 2018 (Reuters)
Όμως ο νέος βομβαρδισμός των εγκαταστάσεων «μπορεί να δημιουργήσει κίνδυνο μόλυνσης» προειδοποίησε ο Άριας, ο διευθυντής του OPCW. Μπορεί επίσης να κατέγραψε πειστήρια που θα επέτρεπαν την άσκηση διώξεων για εγκλήματα πολέμου που συνδέονται με τα χημικά όπλα. Επιπλέον, επικίνδυνα χημικά ή εξοπλισμός μπορεί να χαθούν, πρόσθεσε.
Το 2013 η Συρία δέχτηκε να επικυρώσει τη Συνθήκη για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων κατόπιν πιέσεων από Ρωσία και ΗΠΑ. Αρχικά κατέστρεψε πάνω από 1.300 τόνους χημικών όπλων και πρώτων υλών, αργότερα όμως προχώρησε σε νέες χημικές επιθέσεις, όπως συνέβη τον Απρίλιο του 2017 στο Καν Σαϊκούν της βορειοδυτικής Συρίας, όπου 89 άνθρωποι σκοτώθηκαν από αέριο σαρίν.
Μετά την πτώση του Άσαντ, σύροι ειδικοί των χημικών όπλων μπορεί να μετακομίσουν σε εχθρικά κράτη όπως το Ιράν ή να στρατολογηθούν, εθελοντικά ή διά της βίας, από εξτρεμιστές όπως το Ισλαμικό Κράτος.
Θύματα φερόμενης χημικής επίθεσης στη Ντούμα της Συρίας το 2018 (Reuters)
«Το brain drain είναι μεγάλος κίνδυνος» σχολίασε ο Γκρέγκορι Κόμπλεντζ, ειδικός του Πανεπιστημίου «Τζορτζ Μέισον» στη Βιρτζίνια. «Οι επιστήμονες αυτοί δεν έχουν δουλειά και κάποιοι από αυτούς θα θεωρηθούν εγκληματίες πολέμου» είπε. Πιθανότατα κρύβονται από τη νέα ηγεσία της Συρίας, με επικεφαλής την ένοπλη οργάνωση Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ.
Παραμένει εξάλλου άγνωστο αν υπάρχουν αποθέματα χημικών όπλων που είχε κρύψει το προηγούμενο καθεστώς Άσαντ. Στις 24 Νοεμμβρίου, λίγες ημέρες πριν εγκαταλείψει τη χώρα ο Άσαντ, ο OPCW ανέφερε πως οι επιθεωρητές του εξέτασαν το εάν η Συρία διατηρούσε «δυνητικά μεγάλες ποσότητες παραγόντων χημικού πολέμου» και εάν σκόπευε να ξεκινήσει την παραγωγή χημικών όπλων σε δύο νέες εγκαταστάσεις.
Ο οργανισμός προσπαθεί τώρα να έρθει σε επαφή με τη νέα ηγεσία της Συρίας.
Αν η προσπάθεια πετύχει, δύο άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής, η Αίγυπτος και το Ισραήλ, ίσως δεχθούν πιέσεις να εγκαταλείψουν τα χημικά όπλα που φέρονται να διαθέτουν.