Ο νέος Πρωθυπουργός της Γαλλίας Φρανσουά Μπαϊρού βρίσκεται αντιμέτωπος με τα πολλά ανοικτά φορολογικά ζητήματα, που προκάλεσε η κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ. Ειδικότερα, το πρώτο ζήτημα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει Ο Μπαϊρού θα είναι αυτό της αναπροσαρμογής της κλίμακας φόρου εισοδήματος λόγω του πληθωρισμού (τιμαριθμική αναπροσαρμογή). Αυτό το μέτρο, το οποίο έχουν δεσμευθεί να ψηφίσουν όλα τα πολιτικά κόμματα, αναμένεται να προστατεύσει 18 εκατομμύρια Γάλλους από μια μηχανική αύξηση των φορολογικών υποχρεώσεών τους, λόγω μη τιμαριθμικής αναπροσαρμογής της κλίμακας φόρου εισοδήματος.

Ομοίως, άλλα ζητήματα σχετιζόμενα με την αγοραστική δύναμη θα πρέπει επίσης να επιλυθούν γρήγορα όπως η επέκταση των δανείων με μηδενικό επιτόκιο, η δυνατότητα χρήσης κουπονιών γευμάτων στα σούπερ μάρκετ, απαλλαγή από φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης στο 75% των εισιτηρίων μεταφοράς ή φιλοδωρήματα υπαλλήλων εστιατορίων. Τα λοιπά εκκρεμή ζητήματα που ο Μπαϊρού θα κληθεί να επιλύσει αφορούν τα εξής: Οι αντιδράσεις των αγροτών Η FNSEA (Fédération Nationale des Syndicats d’Exploitants Agricoles), η πιο σημαντική αγροτική συνδικαλιστική ομοσπονδία, εκφράζει την απογοήτευσή της για την μη υλοποίηση 140 δεσμεύσεων που είχε υποσχεθεί η γαλλική κυβέρνηση κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά τις αγροτικές διαδηλώσεις στην αρχή του έτους που απαιτούσαν την ψήφιση νομοθετικών ρυθμίσεων στη Βουλή.

Έτσι για παράδειγμα, εκκρεμεί ο νόμος αγροτικού προσανατολισμού της αγροτικής οικονομίας, ο οποίος σκόπευε -μεταξύ άλλων- να διευκολύνει τη μεταβίβαση αγροκτημάτων και την εγκατάσταση νέων αγροτών. Το ίδιο ισχύει και για τον προτεινόμενο νόμο που αποσκοπεί στην άρση των περιορισμών στην άσκηση του επαγγέλματος του αγρότη, αλλά και για άλλα συναφή ζητήματα, όπως ο υπολογισμός των αγροτικών συντάξεων, οι φορολογικές διατάξεις υπέρ της κτηνοτροφίας, ή η κατάργηση της αύξησης της φορολογίας που εφαρμόζεται στο μη οδικό ντίζελ (GNR).

Ακόμη και πριν από τον διορισμό του Μπαϊρού, η FNSEA, προανήγγειλε την «πιθανή» συνέχιση των δράσεων διαμαρτυρίας από τώρα έως το τέλος του έτους. Μάλιστα, λίγο μετά τη μεταβίβαση της εξουσίας μεταξύ του Μ. Barnier και του F. Bayrou, η FNSEA εξέδωσε δελτίο τύπου ζητώντας μία «έκτακτη» συνάντηση με τον τελευταίο, προκειμένου του ζητηθεί να καταστούν σεβαστές οι υποσχέσεις που ήδη δόθηκαν στο υψηλότερο κρατικό επίπεδο στους αγρότες. To ζήτημα των συντάξεων Κατά τη σύντομη παραμονή του στο αξίωμα του Πρωθυπουργού ο τέως Πρωθυπουργός Μ. Barnier αρνήθηκε να ακυρώσει την μεταρρύθμιση περί αύξησης του ορίου ηλικίας για παροχή σύνταξης που υιοθετήθηκε το 2023.

Ωστόσο, πριν την κατάρρευση της κυβέρνησής του, είχε προτείνει στους κοινωνικούς εταίρους να εργαστούν για τη βελτίωση της μεταρρύθμισης, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την επίπονη εργασία ορισμένων εργασιών. Υποσχέθηκε επίσης να διευρύνει την σχετική συζήτηση, διά της ενάρξεως μιας διάσκεψης για την εργασία. Σε κάθε περίπτωση, λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, τα συνδικάτα παραμένουν κινητοποιημένα αναφορικά με το ζήτημα. Ως εκ τούτου, η νέα κυβέρνηση αναμένεται να δεχθεί μεγάλη σχετική πίεση, ενώ τα περιθώρια ελιγμών φαίνεται να είναι εξαιρετικά περιορισμένα. Αποζημίωση ανέργων, επέκταση της βοήθειας μαθητείας Οι υπηρεσίες του F. Bayrou θα πρέπει να δημοσιεύσουν έως τις 31 Δεκεμβρίου το διάταγμα για την παράταση της συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων για το ασφαλιστικό – ανεργία.

Η συμφωνία αυτή, που συνήφθη στα μέσα Νοεμβρίου 2024, πρέπει να τεθεί σε ισχύ πριν από το τέλος του έτους, ενώ οι κανόνες για την αποζημίωση των αιτούντων εργασία δεν ισχύουν πλέον πέραν αυτού. Θα εφαρμοστεί πλήρως εκτός από δύο μέτρα, τους διασυνοριακούς εργαζόμενους και τους νέους, για τους οποίους απαιτείται υιοθέτηση ειδικού νόμου. Επίσης, η νέα διοίκηση, θα πρέπει να μεριμνήσει χωρίς καθυστέρηση για την έκδοση διατάγματος που θα παρατείνει την ενίσχυση βοήθειας ύψους 6.000 ευρώ για την πρόσληψη μαθητευομένων το 2025.

Για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια, ο νέος αναθεωρημένος γαλλικός προϋπολογισμός περιελάμβανε μέτρα, όπως επέκταση του δανείου με μηδενικό επιτόκιο για την ενίσχυση της κατασκευής νέων κατοικιών, τα οποία ο Μπαϊρού θα κληθεί να υποστηρίξει. Σημειώνεται ότι ο κλάδος των ακινήτων και των κατασκευών, γνωρίζει ήδη μία κατάσταση αβεβαιότητας, αφού οι συχνές μεταβολές των επιτοκίων έχουν σημαντικό αντίκτυπο τόσο στις αγορές των νοικοκυριών όσο και στις σχετικές επενδύσεις.

Μία από τις πρώτες ενέργειες της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, κατά την πρώτη της συνεδρίαση για την εξέταση του σχεδίου νόμου για τον προϋπολογισμό του 2025 τον περασμένο Οκτώβριο, υπήρξε η σύσταση εξεταστικής επιτροπής, προκειμένου να αποδοθούν ευθύνες για τη δημοσιονομική εκτροπή της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, και ενώ η ψήφιση του προϋπολογισμού εξακολουθεί να εκκρεμεί, η εξεταστική επιτροπή της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης με προεδρεύοντα τον Eric Coquerel, Πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής και μέλος του κόμματος της «Ανυπότακτης Γαλλίας» (LFI) κάλεσε για ακρόαση τον πρώην Υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας, κ. Bruno Le Maire, την προηγούμενη Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου.

Σημειώνεται ότι άμα τη εκκινήσει της εν λόγω διαδικασίας, ο κ.Le Maire είχε δηλώσει έτοιμος να καταθέσει πειστικά επιχειρήματα και να παράσχει τις αναγκαίες διευκρινίσεις με κάθε διαφάνεια επικαλούμενος ιδιαίτερα ότι ο ίδιος είχε εισηγηθεί την κατάθεση τροποποιητικού σχεδίου προϋπολογισμού, πρόταση που τελικά δεν είχε γίνει αποδεκτή τόσο από τον Πρόεδρο Macron όσο και από τον τότε Πρωθυπουργό Attal.

Κατά την ακροαματική διαδικασία της εξεταστικής επιτροπής, ο πρώην Υπουργός δεν έδειξε διατεθειμένος να αποδεχθεί την ευθύνη για αυτή την πρωτοφανή δημοσιονομική εκτροπή. Αντίθετα, εμφανίστηκε άκρως μαχητικός. Απαντώντας στις ερωτήσεις της επιτροπής αναφορικά με τα αίτια του ολισθήματος στους δημόσιους λογαριασμούς ο κ. Le Maire ανέλαβε σχετική ευθύνη για τις έκτακτες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊού και του πληθωρισμού. Παράλληλα, όμως, έστρεψε τα βέλη του στην αντιπολίτευση επιρρίπτοντάς της ευθύνες και κατηγορώντας την για υποκρισία.

Χαρακτηριστικά, ο κ. Le Maire είπε ότι η συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 2025 και η υπερψήφιση της πρότασης μομφής κατά της κυβέρνησης Barnier κατέδειξαν ότι στην πραγματικότητα η παρούσα Βουλή –με ελάχιστες εξαιρέσεις- δεν επιθυμεί τη μείωση των δημοσίων δαπανών, ούτε του χρέους και δε διαθέτει ένα σοβαρό και λεπτομερές σχέδιο για την αποκατάσταση των δημόσιων λογαριασμών της χώρας. Αντίθετα, ο κ. Le Maire κατηγόρησε τους βουλευτές ότι ψήφισαν 60 δισ. ευρώ για πρόσθετες δαπάνες υπενθυμίζοντας, ταυτόχρονα, ότι οι ίδιοι κατά το εγγύς παρελθόν είχαν απορρίψει τις προτάσεις μείωσης των δαπανών που είχε υποβάλει η τότε κυβέρνηση, καθώς και το σχέδιο για εξοικονόμηση δημόσιων πόρων.

Περαιτέρω, ο κ. Le Maire επέρριψε ευθύνη στους Γάλλους βουλευτές ότι αν και η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με κρίσιμη κατάσταση σε δημοσιονομικό και πολιτικό επίπεδο, οι ίδιοι αρνούνται να επιδείξουν πνεύμα συνεργασίας και συμβιβαστική διάθεση και δεν επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους προκειμένου να προωθήσουν την εφαρμογή ενός οικονομικού μοντέλου που θα επιτρέψει στη Γαλλία να μειώσει το χρέος της, να ανακτήσει την οικονομική της κυριαρχία και να ψηφίσει ισοσκελισμένο προϋπολογισμό για πρώτη φορά μετά από έναν αιώνα. Κλείνοντας, ο πρώην Υπουργός τόνισε ότι η Γαλλία, ως μέλος της ευρωζώνης, δεν κινδυνεύει από μία άμεση και βίαιη χρεωκοπία, αλλά από έναν αργό θάνατο στον οποίο θα την οδηγήσει η ξέφρενη άνοδος των επιτοκίων.

Πηγή: ΟΤ