Ο νέος πρωθυπουργός της Γαλλίας Φρανσουά Μπαϊρού δήλωσε σήμερα ότι γνωρίζει ότι η αποστολή του να διευθύνει μια κυβέρνηση σε μια βαθιά διχασμένη χώρα, χωρίς σαφή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, θα είναι δύσκολη.
«Όλοι γνωρίζουν ότι ο δρόμος θα είναι μακρύς», τόνισε ο Μπαϊρού σε δημοσιογράφους του γαλλικού τηλεοπτικού δικτύου BFM.
Σε ανάλυσή του, το BBC αναφέρει ότι ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν στράφηκε προς τον κεντρώο σύμμαχό του για να βγάλει την χώρα από την πολιτική κρίση που έχει περιέλθει, αντί προς έναν πιο έμπειρο πολιτικό.
Ο Φρανσουά Μπαϊρού χαίρει μεγάλου σεβασμού από όλο το πολιτικό φάσμα, ωστόσο το ερώτημα είναι εάν θα μπορέσει να αποφύγει τις παγίδες στις οποίες έπεσε ο προκάτοχός του, Μισέλ Μπαρνιέ.
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν διόρισε σήμερα τον κεντρώο σύμμαχό του Φρανσουά Μπαϊρού στη θέση του πρωθυπουργού
Ο πρωθυπουργός διορίζεται από τον πρόεδρο, όπως υπαγορεύει το σύνταγμα, ωστόσο μπορεί να λειτουργήσει μόνο με την υποστήριξη του κοινοβουλίου. Και καθώς η Εθνοσυνέλευση είναι «ακρωτηριασμένη» σε τρία μέτωπα -κάτι που δεν φαίνεται να αλλάζει πριν τον Ιούλιο του 2025- κανείς δεν μπορεί να προβλέψει εάν ο Μπαϊρού θα επιτύχει.
Από την πτώση του Μπαρνιέ πριν από μια εβδομάδα -μετά την ψήφο δυσπιστίας που υποστηρίχθηκε από την αριστερά και τη λαϊκιστική δεξιά- ο Μακρόν διαβουλεύεται με διάφορους ηγέτες με την ελπίδα να σχηματίσει έναν νέο άτυπο συνασπισμό για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Καθώς ο Μπαρνιέ είναι άνθρωπος της παραδοσιακής δεξιάς, το πρώτο ένστικτο του Μακρόν ήταν να στραφεί προς την παραδοσιακή αριστερά -και οι προσπάθειες αρχικά επικεντρώθηκαν στο να αποσπάσει το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS) από τη συμμαχία του με τη σκληρά αριστερή Ανυπότακτη Γαλλία (LFI).
Ωστόσο, καθώς ο όρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος ήταν η υιοθέτηση αριστερών πολιτικών που ο Μακρόν δεν ήταν πρόθυμος να εγκρίνει, αναγκάστηκε να περιορίσει την αναζήτησή του στον δικό του στενό κύκλο.
Ο Μπαϊρού είναι στενός σύμμαχος του προέδρου πριν καν από την πρώτη εντυπωσιακή εκλογική νίκη του, το 2017. Πράγματι, η απόφαση του Μπαϊρού να κάνει στην άκρη ως υποψήφιος εκείνη τη χρονιά -και να συσπειρωθεί πίσω από τον νεότερο Μακρόν- δημιούργησε μια ζωτική δυναμική πίσω από την εκστρατεία του Γάλλου προέδρου.
Γνωστός στην πολιτική σκηνή για πάνω από 40 χρόνια
Ο 73χρονος Μπαϊρού είναι γνωστή προσωπικότητα στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας για περισσότερα από 40 χρόνια και είναι επικεφαλής του κόμματος Modem, το οποίο ιδρύθηκε το 2007 και έχει 36 βουλευτές στο σημερινό κοινοβούλιο.
Πριν από αυτό ήταν ο ηγέτης άλλων κεντρώων ενσαρκώσεων. Ξεκίνησε την καριέρα του στους Χριστιανοδημοκράτες, πουσε γενικές γραμμές υποστήριζε αλλά κρατούσε αποστάσεις από την Γκωλική δεξιά, του Ζακ Σιράκ.
Ο Μπαϊρού, ο οποίος ήταν καθηγητής κλασικών γλωσσών στα 20 του χρόνια, διετέλεσε υπουργός Παιδείας από το 1993 έως το 1997. Αλλά αυτή ήταν η τελευταία του ουσιαστική κυβερνητική εμπειρία. Το 2017, διορίστηκε από την κυβέρνηση του Μακρόν ως υπουργός Δικαιοσύνης, αλλά παραιτήθηκε αφού κατηγορήθηκε για σκάνδαλο χρηματοδότησης του κόμματος.
Τελικά απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες, αλλά πολλοί συνάδελφοί του καταδικάστηκαν. Οι εισαγγελείς άσκησαν έφεση κατά της αθώωσής του και αυτό σημαίνει πως μπορεί να βρεθεί ξανά ενώπιον της δικαιοσύνης.
Ως καθολικός με έξι παιδιά, η πολιτική βάση του Μπαϊρού βρίσκεται στην πόλη Pau των Πυρηναίων, όπου είναι δήμαρχος από το 2014. Μιλάει την τοπική γλώσσα Bearnese και είναι ένθερμος υποστηρικτής της αποκέντρωσης.
Ο Μπαϊρού έχει θέσει τρεις φορές υποψηφιότητα για την προεδρία, ως σημαιοφόρος του Κέντρου. Βρέθηκε πιο κοντά στη νίκη το 2007, όταν ήρθε τρίτος με σχεδόν 19% των ψήφων.
Όταν το μόνο δυνατό μέσο επιβίωσης για μια κυβέρνηση μειοψηφίας είναι να χτίσει γέφυρες στα αριστερά και στα δεξιά, ο Μπαϊρού έχει το πλεονέκτημα πως είχε καλές σχέσεις και με τις δύο πλευρές.
Η υποστήριξή του προς τη Σεγκολέν Ρουαγιάλ και στη συνέχεια προς τον Φρανσουά Ολάντ το 2012 δημιούργησε μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των Σοσιαλιστών. Παράλληλα, οι απόψεις του για το χρέος – και συγκεκριμένα η ανάγκη μείωσής του – τον βοηθούν και με τους δεσμούς της δεξιάς.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η σχέση «σεβασμού» που έχει με τη Μαρίν Λεπέν. Στο παρελθόν τη βοήθησε να συγκεντρώσει τις χορηγίες που απαιτούνται για να θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία, υποστηρίζοντας ότι θα ήταν προσβολή για τη δημοκρατία αν η ηγέτιδα του πιο δημοφιλούς κόμματος δεν μπορούσε να θέσει υποψηφιότητα.
Παράλληλα, την υποστήριξε και όταν είχε κατηγορηθεί για την χρηματοδότηση του κόμματός της.
Έτσι, η επιλογή του σημαίνει πως μπορεί να αποφύγει μια μομφή από τη λαϊκιστική δεξιά. Ωστόσο, ο Εθνικός Συναγερμός της Λεπέν προειδοποίησε ότι αν ο νέος πρωθυπουργός είναι «ο Μπαρνιέ με άλλο πρόσωπο» δεν θα διστάσει να τον ρίξει.
Σύμφωνα με τον βετεράνο πολιτικό σχολιαστή της Γαλλίας, Αλέν Ντουχαμέλ, ο Μπαϊρού είναι μια προσωπικότητα με ανεξάρτητο πνεύμα και μεγάλη εμπειρία, ο οποίος -αν και σύμμαχος του Μακρόν- δεν θα διστάσει να ασκήσει την εξουσία του στο Hotel Matignon, την επίσημη κατοικία του. «Δεν θα πειθαρχήσει εύκολα», δήλωσε ο Ντουχαμέλ. «Και θα γείρει την πολιτική περισσότερο προς τα αριστερά», τόνισε.
Η κυβερνητική κρίση της Γαλλίας έχει οδηγήσει σε μια σημαντική μετατόπιση της εξουσίας, μακριά από το Ελιζέ και προς τον πρωθυπουργό και το κοινοβούλιο.
«Η τελευταία φορά που είχαμε μια τέτοια κατάσταση ήταν η (μεταπολεμική) Τέταρτη Δημοκρατία, όταν οι πρόεδροι είχαν πολύ μικρή εξουσία», δήλωσε ο συνταγματολόγος Κριστόφ Μπουτίν. «Σήμερα και πάλι, η εξουσία ανήκει στις ομάδες του κοινοβουλίου, οι οποίες μπορεί να συμφωνήσουν ή να διαφωνήσουν σε ορισμένες κοινές πολιτικές».
Το πρώτο καθήκον του Μπαϊρού είναι να ορίσει μια νέα κυβέρνηση, κάτι που μπορεί να διαρκέσει πολλές ημέρες. Η σύνθεσή της θα αποτελέσει ένδειξη για το αν κατάφερε να χτίσει γέφυρες με τους Σοσιαλιστές από τη μία πλευρά και τους συντηρητικούς του Μπαρνιέ από την άλλη.
Επίσης, θα πρέπει σύντομα να καταρτίσει και νέο προϋπολογισμό για το 2025, ο οποίος θα αντικαταστήσει αυτόν του Μπαρνιέ. Έτσι, αναμένεται να βρεθεί αντιμέτωπος με πιθανές εξεγέρσεις τόσο από την αριστερά όσο και από την ακροδεξιά.
Η ιδέα ορισμένων βουλευτών για ένα είδος «μη επιθετικής συμφωνίας» -στο πλαίσιο της οποίας η κυβέρνηση υπόσχεται να μην προωθήσει νόμους χωρίς ψηφοφορία και οι βουλευτές υπόσχονται να μην ψηφίσουν πρόταση μομφής. Αυτή έχει υποστηριχθεί από τον Μακρόν, ο οποίος ξεκαθάρισε πως δεν θέλει να διαλύσει ξανά τη Συνέλευση πριν από το τέλος της θητείας του το 2027.
Ωστόσο, οι επικριτές λένε ότι μια τέτοια συμφωνία θα σήμαινε και αδράνεια και έτσι δεν θα μπορέσει να επιτευχθεί συμφωνία σε σημαντικά ζητήματα όπως η μείωση του διογκούμενου χρέους της χώρας.