Συναντηθήκαμε στον σταθμό του ηλεκτρικού στο Μαρούσι μια μέρα που είχε ήλιο με δόντια. Καθίσαμε έξω στην πλατεία, σε μια κάπως πιο απόμακρη καφετέρια για να είναι ήσυχα, αλλά δεν πήραμε υπόψη μας το τρένο που κάθε τόσο έφτανε στον σταθμό – ο ήχος του, μονότονος, καταγράφεται στο μαγνητόφωνο στη διάρκεια των δύο και κάτι ωρών της κουβέντας μας. Από τον Ιούνιο, ο Πέτρος Δαμιανός, ο δάσκαλος του σχολείου των φυλακών Αυλώνα, πήρε σύνταξη. Αλλά δεν αποσύρεται, προσφέρει συνέχεια το έργο του στις φυλακές – ένας τόσο δραστήριος άνθρωπος με όραμα και πείσμα δεν θα μπορούσε, εξάλλου. «Είμαι στη διάθεση οποιουδήποτε για τη βελτίωση “των παιδιών που δεν προλάβαμε”. Γιατί αυτά είναι τα παιδιά που δεν τα προλάβαμε, τα παιδιά που δεν τα έχουν προλάβει η πολιτεία και η κοινωνία».
Προσπαθώντας να τον «παρασύρουμε» σε απολογισμό αυτών των χρόνων, ζητάμε να μιλήσει για το μεγαλύτερό του επίτευγμα. Είναι οι 40 μαθητές των φυλακών Αυλώνα που πέρασαν στο πανεπιστήμιο; «Αυτό είναι κάτι πολύ σπουδαίο. Χαιρόμαστε πολύ όταν πετυχαίνουν τα παιδιά γιατί αλλάζει η ζωή τους». Διηγείται μάλιστα μια ιστορία: «Ενα από αυτά πέρασε σε σχολή άλλης περιοχής και έπρεπε να πάει με τη μητέρα του για να πάρει ειδική άδεια. Είχα ειδοποιήσει τον κοσμήτορα να τους περιμένει. Τους υποδέχτηκε στο γραφείο του, τους κέρασε πορτοκαλάδα. Και ξέρετε τι μου είπε το παιδί μετά; “Η μάνα μου με είδε με άλλο μάτι”. Είναι κάτι σημαντικό λοιπόν». Και αμέσως, ξεπερνώντας τη συγκίνηση στη φωνή του, συνεχίζει: «Το σχολείο, όμως, δεν χτίστηκε για το πανεπιστήμιο. Χτίστηκε για όλους. Η μεγαλύτερη, λοιπόν, τιμή για μένα, η μεγαλύτερή μου περηφάνια, είναι ότι δεν έχω απορρίψει καμιά αίτηση, δεν αρνήθηκα σε κανένα να φοιτήσει. Πρέπει να στήσουμε σχολεία όλων των βαθμίδων σε όλες τις φυλακές, και μάλιστα σχολεία που να μπορούν να αντέξουν το πλήθος των αιτήσεων. Αυτό είναι το στοίχημα για το μέλλον».
«Καμιά φορά μια εικόνα, μια σκηνή, τα λέει όλα», απαντά όταν του θυμίζουμε τη φράση του «ευχαριστώ που βρέθηκε κάποιος να με σηκώσει την ώρα που σκόνταψα. Ξέρετε, οι μαθητές μου δεν είχαν αυτή την ευκαιρία», όταν σε παρουσίασή του στην TEDx, ανεβαίνοντας στη σκηνή, σκόνταψε και έσπευσαν να τον βοηθήσουν. Μας δείχνει μια ζωγραφιά που έφτιαξε πριν από λίγο καιρό ένα παιδί στη φυλακή του Αυλώνα. «Τους είπα ότι ο δικαστής που δικάζει τους αφαιρεί μόνο ένα ανθρώπινο δικαίωμα, αυτό της κίνησης, έτσι λέει ο νόμος. Ολα τα άλλα δικαιώματα, όπως είναι η μάθηση, δεν τα αφαίρεσε κανείς. Και μετά τα παιδιά έφτιαξαν διάφορα. Να, κι αυτή η ζωγραφιά τα λέει όλα. Οι μαθητές είναι σαν πουλιά, το ίδιο και ο δάσκαλος που τους διδάσκει πώς θα βγουν από το κλουβί».
Πώς του γεννήθηκε η ιδέα των σχολείων στη φυλακή; Καθοριστική ήταν μια εικόνα από αφήγηση συναδέλφου του όταν τα ανήλικα της φυλακής του Κορυδαλλού (τότε) είχαν βγάλει τα χέρια τους από τα συρματοπλέγματα για να τη χαιρετήσουν. «Συνειδητοποίησα, γιατί δεν είχα ιδέα από φυλακές, ότι αυτά τα παιδιά θέλουν κάποια βοήθεια». Τον Νοέμβριο του 1994 ξεκίνησε το πρώτο σχολείο στο Ιδρυμα Αγωγής Θηλέων. Οργάνωσε την ομάδα εθελοντών καθηγητών (η προθυμία τους ήταν «το χριστουγεννιάτικο δώρο μου εκείνη τη χρονιά», λέει). Θυμάται την πρώτη επαφή με τα κορίτσια. Τα είχε συγκεντρώσει η διευθύντρια στο γραφείο κι εκείνες είχαν κολλήσει στον τοίχο. «Κάθισα στο γραφείο και άρχισα να τους μιλάω. Κάποια στιγμή στην κουβέντα είπα “μα δεν με πληρώνει κανείς”. Μόλις καταλάβαν ότι ήρθα από μόνος μου, ξεκόλλησαν από τον τοίχο και ήρθαν σαν τις μέλισσες γύρω γύρω από το γραφείο. Κι άρχισαν σαν μωρά παιδιά – ήταν εξάλλου, 16, 17, 18 χρονών – και έλεγαν “κύριε, εγώ δεν ξέρω ορθογραφία”, “κύριε, εγώ δεν ξέρω αυτό”… Σε δευτερόλεπτα. Οπότε ήταν δεδομένο ότι η ιστορία είχε πετύχει».
Και μετά, το 2000, ήρθε το σχολείο στις φυλακές ανηλίκων στον Αυλώνα. Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια λειτουργίας, έχουν περάσει περίπου 3.000 παιδιά. Επικοινωνεί μαζί τους; «Οταν φεύγουν από τη φυλακή, αυτοί που τα καταφέρνουν αποκτούν μια επαφή μαζί σου. Αυτοί που δεν τα καταφέρνουν χάνονται. Κάποιες φορές μερικοί χάνονται και έρχονται. Οταν είναι στα πάνω τους, σε βρίσκουν. Οταν ξαναπέφτουν, δεν θέλουν. Κι άλλοι μπορεί να ξαναπέσουν, αλλά λόγω ηλικίας πια θα πάνε σε φυλακές ενηλίκων και δεν μπορείς να ξέρεις τι έχει συμβεί».
Υπάρχουν στατιστικά; «Οταν με ρωτούν για στατιστικά, απαντώ πως είστε υποκριτές χωρίς να το καταλαβαίνετε. Βγάζεις στατιστικά στοιχεία αν έχεις κάνει κάτι και θέλεις να δεις πόσο πέτυχε και να το βελτιώσεις. Αν δεν έχεις κάνει τίποτα, γιατί μετράς; Στον πρώτο πυλώνα, την πρόληψη, δεν κάναμε τίποτα – αφού αυτά τα παιδιά είναι στη φυλακή. Αρα, αποτύχαμε. Και δεν μιλώ μόνο γι’ αυτούς που μπήκαν στη φυλακή, δεν χρειάζεται να φτάσει κανείς στο χειρότερο. Εννοώ ότι δεν υπάρχει μέριμνα για όλους αυτούς που έχουν πρόβλημα. Ο δεύτερος πυλώνας είναι αυτό που κάναμε μέσα στη φυλακή. Και πάμε στον τρίτο, το μετά. Για να μετρήσει κανείς πόσοι ξαναμπαίνουν στη φυλακή, να δει τι αποτέλεσμα είχε ο δεύτερος πυλώνας, πρέπει να φτιάξει στοιχεία και δομές για τον τρίτο. Οταν μου λένε τα παιδιά ότι θέλουν να αλλάξουν, δεν μου λένε ψέματα. Βγαίνουν, όμως, από τη φυλακή και δεν υπάρχει τίποτα για να τα βοηθήσει. Είναι και κάτι ακόμα. Για να μπει κάποιος μέσα, είχε κάποια προβλήματα και δεν τα κατάφερε. Οταν βγει έξω, τα προβλήματα είναι μεγαλύτερα από αυτά που άφησε. Και περιμένουμε εμείς και η πολιτεία, ενώ με τα μικρότερα δεν τα κατάφερε, να τα καταφέρει στα μεγαλύτερα. Δεν θα τα καταφέρει. Τι στατιστική να κάνουμε; Κοροϊδευόμαστε;». Αντιτείνουμε ότι, παρ’ όλα αυτά, πολλοί από τους μαθητές του προχώρησαν στη ζωή τους, κι αυτό κάτι αποδεικνύει. «Ναι. Δείχνει αυτό που φωνάζω: ότι μπορεί να γίνει. Με ποια παιδιά; Αυτά τα παιδιά που όταν ήταν έξω δεν τα κατάφεραν. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει τρόπος. Γιατί, όμως, πρέπει να έρθουν στη φυλακή για να δημιουργήσουν; Δεν πρέπει από πριν να έχουμε φροντίσει ώστε να μη φτάσουν εκεί; Και μετά αποφυλακίζονται. Ξέρετε, αυτή τη στιγμή, χωρίς τις απαραίτητες δομές, τα τυχερά παιδιά είναι όσα έχουν οικογένειες που συγκλονίστηκαν από αυτό που τους συνέβη και ξανάγιναν οικογένεια. Αυτοί κάτι θα βρουν. Οι άλλοι δεν έχουν τίποτα». Μιλά για την ανάγκη δημιουργίας στελεχωμένων δομών σε όλη την Ελλάδα, σε κάθε νομό. Και συμπληρώνει: «Θεωρώ ότι το πρόβλημα για όλα αυτά τα παιδιά δεν είναι μόνο της πολιτείας. Είναι της πολιτείας πρώτα από όλα και μετά της κοινωνίας. Η πολιτεία θα πρέπει να νομοθετήσει, να χρηματοδοτήσει και η κοινωνία να αγκαλιάσει. Αλλιώς δεν κάνουμε τίποτα. Το καλύτερο νομοσχέδιο, αν δεν το αγκαλιάσει η κοινωνία, είναι άχρηστο. Θέλουμε και τα δύο – και δεν τα έχουμε. Αυτό είναι το μεγάλο θέμα». Επιμένει ιδιαίτερα στο θέμα της επανένταξης. «Θα μπορούσα να πω ότι, έστω, ίσως έχουμε κάποιες δικαιολογίες που αποτύχαμε στο πριν – γιατί η πρόληψη γίνεται επί του γενικού πληθυσμού. Για το μετά, όμως, έχω μεγαλύτερο θυμό. Το μετά έχει ονοματεπώνυμο, είναι ο Νίκος, ο Γιώργος, ο Κώστας, ο Ιμπραήμ που θα αποφυλακιστούν και θα πάνε σε ένα συγκεκριμένο σπίτι, σε μια γειτονιά. Αρα, μπορείς να στοχεύσεις πάνω τους για να βοηθήσεις, δεν είναι επί του γενικού πληθυσμού. Πόσοι είναι; Θα χρειαστεί να προσλάβουμε 1.000, 2.000 άτομα…; Είναι ένα κόστος, αλλά όχι τέτοιο που η Ελλάδα με τα προβλήματα που έχει δεν μπορεί να αντεπεξέλθει. Μπορεί. Οταν βοηθάς τη μείωση της παραβατικότητας, είναι γενικότερο το καλό και αφορά όλη την κοινωνία. Δεν είναι μόνο γι’ αυτούς, είναι για όλους».
Η συζήτησή μας στρέφεται στα μέτρα για την παραβατικότητα στα σχολεία και κυρίως το μεγαλύτερο όπλο, την αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος. Τη χαρακτηρίζει ως το χειρότερο όπλο. Εξηγεί: «Οταν αλλάξει ένα παιδί σχολικό περιβάλλον, το στέλνουμε στην αυλή άλλου σχολείου γιατί θέλουμε να κάνουμε μάθημα. Το άλλο σχολείο δεν θέλει; Δεν είναι παράλογο; Θα το καταλάβαινα αν συνοδευόταν από άλλες κινήσεις, από κάποιους συμβούλους που θα το βοηθήσουν να ενταχθεί. Στρουθοκαμηλίζουμε πάλι. Διώχνουμε το πρόβλημα από εδώ και το μεταφέρουμε εκεί. Κι εκεί το κάνουμε χειρότερο. Γιατί το παιδί πηγαίνοντας με τον επίσημο πια τίτλο του “καπετάν φασαρία”, θα θελήσει να τον υπερασπιστεί. Οχι μόνο, λοιπόν, δεν κάναμε τίποτα, αλλά χειροτερέψαμε την κατάσταση. Και πιθανότατα θα το διώξουν κι από αυτό το σχολείο. Κάποια στιγμή μπορεί και να μην πάει σε κανένα σχολείο. Και στον δρόμο η μικροπαραβατικότητα μεγαλώνει κι αρχίζει να ενοχλεί τον νόμο, αρχίζει η περιπέτεια με τα δικαστήρια. Δεν μιλώ θεωρητικά, αλλά μελετώντας τα δεδομένα των μαθητών στο σχολείο της φυλακής. Προσοχή: δεν λέω ότι όσοι τιμωρηθούν με αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος πάνε φυλακή. Λέω, όμως, ότι όσοι ήρθαν στη φυλακή προέρχονται από αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος. Επομένως, για μένα είναι πασιφανέστατο πως δεν πρέπει να έχουμε τέτοιου είδους αντιμετώπιση. Το παιδί πρέπει να μείνει στον χώρο του – κι αυτός είναι το σχολείο. Το σχολείο θα το βοηθήσει να λύσει τα προβλήματά του, αυτός είναι ο ρόλος του. Για να μπορέσει, όμως, να το κάνει, πρέπει να έχει τα εργαλεία. Τι πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε για να μειώσουμε την παραβατικότητα; Να φτιάξουμε τις υποστηρικτικές δομές και τα εργαλεία, και προς το σχολείο, και προς τους δήμους, και προς την κοινωνία γενικότερα, για να βοηθήσουμε κάθε παιδί, κάθε σπίτι, κάθε οικογένεια».
Ρωτάμε τη γνώμη του για την απόρριψη αποφυλάκισης του πρώην μαθητή του, Νίκου Ρωμανού. «Θεωρώ ότι η Δικαιοσύνη έχει κάνει ένα λάθος. Εγώ έτσι το βλέπω, άνθρωποι είμαστε. Υπάρχουν δικαστές που είναι αξιόλογοι, που τιμούν το λειτούργημά τους, αλλά δεν παύουν να είναι άνθρωποι. Προφανώς, στην επόμενη αίτηση αποφυλάκισης που θα γίνει από τους συνηγόρους του, η Δικαιοσύνη θα διορθώσει το λάθος της».