Το Σάββατο βρέθηκα, έπειτα από πολλά χρόνια, σε μία από τις μεγάλες πίστες της Αθήνας. Ηταν μία ενδιαφέρουσα εμπειρία που ίσως σας αφηγηθώ αργότερα. Τα πρώτα τραπέζια γέμισαν τελευταία. Και ανάμεσα στους θαμώνες ξεχώρισα μερικές γνωστές προσωπικότητες της show biz. Οι υπόλοιποι, κάτι κύριοι συνοδευόμενοι από εντυπωσιακές νεαρές, μου ήταν εντελώς άγνωστοι. Ωστόσο δεν μπορούσα να πάρω το βλέμμα μου από τα τραπέζια τους. Ο λόγος ήταν ένα μικρό ανθρώπινο τείχος που σχηματίστηκε πίσω τους. Αποτελείτο από κάτι θηριώδεις τύπους, οι οποίοι, παρά τη ζέστη, δεν έβγαλαν τα χοντρά μπουφάν τους. Ρώτησα τον φίλο μου που ξέρει τη νύχτα. «Σωματοφύλακες, μπράβοι. Και ο λόγος που δεν βγάζουν τα μπουφάν είναι επειδή οπλοφορούν». Δεν ξέρω αν ήταν σωστή η εκτίμηση, αλλά δεν είχα λόγο να την απορρίψω.
Βγαίνοντας από το νυχτερινό κέντρο παρατήρησα τα, επίσης θηριώδη, SUV που ήταν παρατεταγμένα λες και επρόκειτο για έκθεση πολυτελών αυτοκινήτων μέσα στην άγρια νύχτα. Δίπλα τους, σαν εύζωνες στο Σύνταγμα, ήταν πάλι κάτι κινούμενες ντουλάπες με γένια και σκούφους στο κεφάλι. Συνοδοί και αυτοί ή άνθρωποι του «μαγαζιού». Είμαι άμαθος στη νύχτα. Και ίσως για αυτό να αγριεύτηκα. Ομως αν εγώ, μόνο σε ένα νυχτερινό κέντρο, παρατήρησα καμιά δεκαριά από δαύτους, υποθέτω ότι μπορώ να κάνω έναν στοιχειώδη πολλαπλασιασμό και στο γινόμενο να συμπεράνω ότι στη νύχτα της πόλης κυκλοφορούν εκατοντάδες παλικάρια με αντίστοιχο σωματότυπο που κάνουν την ίδια δουλειά.
Το επόμενο πρωί διάβασα για το φονικό στους Θρακομακεδόνες. «Ξεκαθάρισμα λογαριασμών», λέει η Αστυνομία. Ηταν, κατά την Αστυνομία, άλλη μία μάχη στον πόλεμο της Greek Mafia. Μα, τι στο καλό; Πόσοι είναι πια σε αυτή τη μαφία και δεν λένε να τελειώσουν; Πολλοί. Και υποθέτω ότι είναι πολύ εύκολο να βγάλεις μεροκάματο σε αυτό το γόνιμο πεδίο επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η Αθήνα είναι γεμάτη μαγαζιά της νύχτας, ναρκωτικά μπορείς να βρεις με ένα τηλεφώνημα, όπως και το να σου έρθει το «άγαλμα», στον χώρο σου. Λογικό να είναι πολλοί οι λογαριασμοί που χρειάζονται χρόνο και αίμα για το ξεκαθάρισμα.
Δεν θέλω να σας πιάνουμε κορόιδο εμείς οι δημοσιογράφοι. Ενας έμπειρος κοινοβουλευτικός ή πολιτικός συντάκτης μπορεί να γράψει το ρεπορτάζ για τη συζήτηση, σε επίπεδο αρχηγών, επί του προϋπολογισμού αρκετά πριν ξεκινήσει. Οχι απλώς από την προηγούμενη μέρα, αλλά από την προηγούμενη χρονιά. Αρκεί να ξέρεις ποιοι θα ανέβουν στο βήμα. Τα υπόλοιπα είναι εύκολα. Γράφεις το ρεπορτάζ και περιμένεις μη δεις καμιά ομορφιά, ας πούμε από τη Ζωή, για να το δώσεις. Η αντιπολίτευση θα κατηγορήσει την κυβέρνηση για προϋπολογισμό άγριας λιτότητας, που υπονομεύει την παιδεία και την υγεία και αφαιρεί κάθε αναπτυξιακό έρεισμα. Από την πλευρά της η κυβέρνηση θα ισχυριστεί τα αντίθετα και απλώσει στη Βουλή μια τεράστια ταπετσαρία από αισιόδοξα χρώματα. Στο τέλος της βραδιάς ο προϋπολογισμός θα ψηφιστεί, οι της συμπολίτευσης θα χειροκροτήσουν όρθιοι και θα σπεύσουν να συγχαρούν τον Πρωθυπουργό.
Το Σαββατοκύριακο σημειώθηκαν δύο χαριτωμένα περιστατικά. Το ένα, στο λούνα παρκ της πρωτεύουσας όπου ένα πρόβλημα στην ηλεκτροδότηση διέκοψε τη λειτουργία παιχνιδιού με αποτέλεσμα κάποια πιτσιρίκια να μείνουν καμιά πενηνταριά μέτρα πάνω από το έδαφος, χαζεύοντας τη θέα και τους γονείς που έτρωγαν τα νύχια τους. Η Θεσσαλονίκη δεν έχει τόσο μεγάλο λούνα παρκ. Αλλά ως συμπρωτεύουσα δεν μπορεί να υστερεί. Εκεί, λοιπόν, σταμάτησε το μετρό και οι επιβάτες περπάτησαν μέσα στη σήραγγα. Ετσι, για λίγη ώρα, η Θεσσαλονίκη, εκτός από το πιο σύγχρονο μετρό της Ευρώπης, είχε και την ακριβότερη υπόγεια διάβαση του κόσμου. Τι συνδέει τα δύο περιστατικά; Σε πρώτη ματιά, τίποτα. Οι μεν έμειναν στον αέρα και οι δε κάτω από τη γη. Ομως αυτό που υπήρχε ανάμεσά τους, κάποιες φορές απαντά στο ερώτημα για το τι είναι η πατρίδα μας.