Βρισκόμαστε στα τέλη του 19ου αιώνα. Στην υπό οθωμανική κατοχή Βόρεια Ελλάδα, το χωριό της Όσσας, που αγναντεύει την κοιλάδα του Λαγκαδά από τις πλαγιές του Βερτίσκου, είναι ένα μελίσσι.

Την ώρα που στον νότο είχε ήδη αρχίσει να κάνει τα πρώτα της βήματα η ανεξάρτητη Ελλάδα, στον Βορρά οι Έλληνες συνέχιζαν να ζουν υπό τον χαλαρό πια οθωμανικό ζυγό. Οι Οσσαίοι, άνθρωποι δημιουργικοί, αναπτύσσουν τον τόπο τους που ζει εποχές ευμάρειας. Η τέχνη της υποδηματοποιίας και των υφαντών διασπείρει μια εξαιρετική φήμη για τον οικισμό που ζει τον δικό του χρυσό αιώνα.

Ήταν αυτές οι καλές εποχές που αρχίζει και χτίζεται ένα από τα αριστουργήματα της μακεδονικής αρχιτεκτονικής, η οικία Χατζή-Χατζηχριστάκη. Η πέτρα και το ξύλο συνδυάζονται αρμονικά, με τους μάστορες της εποχής να δημιουργούν ένα ζηλευτό συγκρότημα σε σχήμα Π, αποκύημα της ελληνιστικής παράδοσης. Επίκεντρο της οικίας το περίφημο «χαγιάτι», τόπος αποξήρανσης των καπνών, μια διαδεδομένη δραστηριότητα της εποχής.

Τα χρόνια ωστόσο πέρασαν, η φθορά των ετών αναπόφευκτη, ενώ οι δόξες του χωριού ξεθώριασαν μπροστά στις φανταχτερές υποσχέσεις που άφηνε η μετοίκηση στην πόλη. Η εμβληματική οικία ερήμωσε, κρατώντας ωστόσο τις αναμνήσεις μιας ένδοξης εποχής. Το 1978, ο σεισμός των 6,5 Ρίχτερ ταράζει την ευρύτερη περιοχή. Παραδοσιακές οικίες, τυπικά παραδείγματα μακεδονικής αρχιτεκτονικής, δέχονται ανεπανόρθωτα πλήγματα, κρίνονται κόκκινα από τις επιτροπές και κατεδαφίζονται. Η οικία Χατζή Χατζηχριστάκη όμως, καμωμένη με μεράκι και μαστοριά, αντέχει και σε αυτήν τη δοκιμασία.

Η φθορά ωστόσο είναι πια μεγάλη. Κάθε χρόνος που περνάει είναι και ένα παραπάνω βαρίδι.

Οι Οσσαίοι, παρά το γεγονός ότι πολλοί έφυγαν από το χωριό για σπουδές και εργασία στα μεγάλα αστικά κέντρα, δεν ξεχνούν τον τόπο τους και τις παραδόσεις του.

Μετά από παρεμβάσεις, το 2004 η οικία που έμεινε να είναι ένα από τα τελευταία δείγματα μακεδονικής αρχιτεκτονικής της υπαίθρου κηρύχθηκε μνημείο, από το υπουργείο Πολιτισμού.

Λίγα χρόνια αργότερα, ο τότε δήμος Βερτίσκου έκανε μια πρώιμη μελέτη αποκατάστασης, ενώ το 2010 ακολούθησε μια ολοκληρωμένη μελέτη, για τη χρήση του ως τοπικό μουσείο Όσσας. Ο Καλλικράτης όμως ενώνει τον Βερτίσκο στον αχανή δήμο Λαγκαδά. Οι προτεραιότητες είναι πια άλλες και η μελέτη κατά την προσφιλή ελληνική συνήθεια μένει στα συρτάρια, αναξιοποίητη.

Τα χρόνια πια βάραιναν το μνημείο, ο κίνδυνος κατάρρευσης είναι πλέον μεγαλύτερος από ποτέ. Οι στέγες στα μεσαία δωμάτια έχουν ήδη πέσει, απόρροια της έλλειψης συντήρησης, της υγρασίας και τον βροχοπτώσεων στην περιοχή.

Οι μελέτες για την αποκατάσταση

Εδώ και λίγα χρόνια οι Οσσαίοι κινητοποιήθηκαν, ζητώντας από το Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Προστασία Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού», του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ να γίνουν εργασίες από τους φοιτητές, όπου θα γίνουν οι προστάσεις αποκατάστασης και αξιοποίησης βάσει της σημερινής κατάστασης του μνημείου.

Η κάθε διπλωματική είχε διαφορετικό προσανατολισμό: η πρώτη αφορούσε την τρισδιάστατη αποτύπωση του μνημείου, η δεύτερη ήταν πρόταση αποκατάστασης – επανάχρησης και η τρίτη αφορούσε ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις.

Σύμφωνα με τον κ. Μήτσα, «υπολείπεται η  εργασία για τη στατική μελέτη, έτσι ώστε να έχουμε μια ολοκληρωμένη πρόταση αποκατάστασης».

Δωμάτια προσβάσιμα για ΑμεΑ και ενεργειακή απόδοση

Όπως αναφέρει στη διπλωματική της εργασία η φοιτήτρια Αρχιτεκτονικής Μαρία Τρίκαλη, η οποία και αφορά την αποκατάσταση του μνημείου ώστε να χρησιμοποιηθεί ως ξενώνας, αυτό που προκρίνεται είναι αναβίωση του μοντέλου συλλογικής κατοίκησης, όπως συνέβαινε τα χρόνια που η οικία χρησιμοποιούταν κανονικά.

Συγκεκριμένα προτείνεται, από τα τρία κτήρια, το Γ’ να μετατραπεί σε χώρο υποδοχής και χώρο εστίασης και πιο συγκεκριμένα σε χώρο πρωινού, ενώ θα φιλοξενούνται βοηθητικοί χώροι όπως μπάνια, μπάνια ΑμεΑ και αποθήκες.

Ως δωμάτια του ξενώνα προτείνεται να αξιοποιηθούν όλα τα δωμάτια του ισογείου και του πρώτου ορόφου της οικίας Χατζή – Χατζηχριστάκη, καθώς και τα αντίστοιχα δωμάτια στο κτήριο Β.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη διπλωματική, το δυτικό τετράκλινο δωμάτιο του κτηρίου Β στο ισόγειο είναι κατάλληλο για τη φιλοξενία επισκεπτών ΑΜΕΑ, μιας και πληροί όλες τις απαραίτητες προδιαγραφές. Παράλληλα αναφέρεται πως το δωμάτιο του δεύτερου ορόφου της οικίας μπορεί να αποκτήσει υβριδική χρήση, μιας και αφενός αποτελεί τον χώρο διοίκησης του ξενώνα και αφετέρου φιλοξενεί μικρή μουσειακή έκθεση με την ιστορία του κτηρίου.

Ενδιαφέρουσες προτάσεις προκύπτουν και από την πιο πρόσφατη διπλωματική εργασία της μηχανολόγου μηχανικού Θεοδώρας Χατζηκαλία, για τις ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις της οικίας.

Σε αυτήν επισημαίνεται η αναγκαιότητα ενίσχυσης του κελύφους του κτηρίου ώστε να μην υπάρχουν ενεργειακές απώλειες, ενώ τονίζεται και η αξιοποίηση των βιοκλιματικών χαρακτηριστικών του σε συνδυασμό με τα σύγχρονα τεχνικά συστήματα.

Έτσι αναφέρεται πως πρόκειται να επιτευχθεί μείωση κατανάλωσης ενέργειας και φυσικών πόρων. Για την ψύξη και τη θέρμανση του κτηρίου προτείνεται η τοποθέτηση κεντρικής μονάδας VRV στο κλιμακοστάσιο του κτηρίου, η οποία εξασφαλίζει τη μέγιστη απόδοση με την ελάχιστη δυνατή κατανάλωση ενέργειας. Η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, εφόσον τηρηθούν όλες οι προδιαγραφές θερμομόνωσης και Η/Μ συστημάτων, ανέρχεται σε 161,4 KWh ανά τ.μ., μειωμένη περίπου κατά 88%, τοποθετώντας το κτήριο ενεργειακά στην κλάση Α.

Αναζητεί πόρους ο δήμος Λαγκαδά

Τα έργα ανακαίνισης-αποκατάστασης τέτοιων μνημείων βέβαια απαιτούν σημαντικούς πόρους, οι οποίοι στις περισσότερες περιπτώσεις εξασφαλίζονται μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων από ευρωπαϊκά προγράμματα.

Σύμφωνα με τη δήμαρχο Λαγκαδά, σε αυτήν τη φάση αναζητούνται εθνικοί αλλά και ευρωπαϊκοί πόροι για τη χρηματοδότηση του έργου, ώστε όπως τονίζει «να μην περιοριστούμε μόνο στη διατήρηση του κτηρίου, αλλά να το μετατρέψουμε σε έναν ζωντανό χώρο πολιτισμού και τουριστικής ανάπτυξης».

Άποψη τρισδιάστατης απεικόνισης της πρότασης της Μαρίας Τρίκαλη, εν είδει μακέτας

«Οραματιζόμαστε την οικία Χατζή-Χατζηχρηστάκη ως έναν χώρο που θα φιλοξενεί εκδηλώσεις, εκθέσεις και δράσεις που θα προβάλλουν την ιστορία και την παράδοση της περιοχής μας. Ένα σημείο αναφοράς για τους επισκέπτες που θέλουν να γνωρίσουν την αυθεντικότητα της μακεδονικής υπαίθρου, αλλά και για τους κατοίκους μας, που θα έχουν την ευκαιρία να έρθουν πιο κοντά στις ρίζες τους», λέει χαρακτηριστικά η κ. Ανδρεάδου, κάνοντας λόγο για μια  επένδυση που θα φέρει πολλαπλά οφέλη, από την ενίσχυση του τουρισμού και της τοπικής οικονομίας μέχρι την ενδυνάμωση της πολιτιστικής ταυτότητας της περιοχής.