Διάβασα κι εγώ τι ψάξαμε περισσότερο στο Διαδίκτυο τη χρονιά που τελειώνει, τι γκουγκλάραμε δηλαδή όπως λέγεται στα σύγχρονα. Ολοι αυτοί οι χιλιάδες άνθρωποι που έβλεπα επί ένα, σχεδόν, χρόνο στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στους δρόμους, σε καφέ και εστιατόρια, σε πλοία και λιμάνια, στο βουνό και στη θάλασσα, ακόμη και σε σινεμά και σε θέατρα, όρθιοι και καθιστοί, με παρέα ή μόνοι να σκρολάρουν στο κινητό τους τι έβλεπαν όταν δεν έβλεπαν λογαριασμούς στα σόσιαλ μίντια ή όταν δεν αντάλλασσαν μηνύματα με νόμιμους και παράνομους έρωτες; Εύκολα, θα μπορούσα να φανταστώ πολλά. Και περίεργα αν κρίνω τι έχουμε ψάξει κατά καιρούς με την παρέα μου δοθείσης αφορμής σε μια αχανή κουβέντα. Από το πότε πέθανε η Φραντζέσκα Ιακωβίδου έως συνταγές για πατσά και τι είναι η πασμαντερί (το τελευταίο, Αρσακειάδα γαρ, το ήξερα αλλά δεν με πίστευαν). Αυτό όμως είναι μία ειδική συγκυρία και δεν δημιουργεί τρεντ ή όπως αλλιώς το λένε.

Τα επίσημα αποτελέσματα με εντυπωσίασαν και για πολλούς λόγους. Για παράδειγμα, στην κατηγορία «Τι είναι», πρώτο σε σειρά φιγουράρει  το… κεφαλούδι. Οχι που δεν μπήκα αμέσως να δω περί τίνος πρόκειται, τι είναι αυτό τέλος πάντων που πληκτρολόγησε η πλειοψηφία των συμπατριωτών μας που «απευθύνονται» στο Google για να καλύψουν τα κενά στις γνώσεις τους. Ενα κατεβατό μού βγήκε γι’ αυτό το μικρόσωμο είδος πάπιας με το λευκό κεφάλι και το γαλάζιο ράμφος. Πού ζει, τι τρώει, τι κάνει τον χειμώνα, τι ψάχνει το καλοκαίρι, τα πάντα. Δεν φανταζόμουν όμως ότι θα έχει τέτοιο τρελό σουξέ η ορνιθολογία. Διότι τρίτη στην κατηγορία «Τι είναι» βρίσκω την αβοκέτα. Η οποία είναι «…παρυδάτιο καλοβατικό πτηνό της οικογενείας των Ανωραμφιδών, που απαντά και στον ελλαδικό χώρο». Ενδιάμεσα παρεισφρέει το τόφου αλλά αυτό το ξέρω από τη δεκαετία του 1990 τότε που, με το στανιό της μόδας, υιοθετήσαμε τα εντελώς ξένα με τη γαστρονομική μας κουλτούρα και τους γευστικούς μας κάλυκες ιαπωνικά προϊόντα. Αντιλαμβάνομαι ότι αυτές οι πρωτιές στις διαδικτυακές αναζητήσεις έχουν, πιθανότατα, προκύψει από ένα ή περισσότερα τηλεπαιχνίδια. Και εντάξει, καλό είναι να ζητά κάποιος να διευρύνει τις γνώσεις του, αλλά αναρωτιέμαι αν πρόκειται περί ουσιαστικής γνώσης να παίζεις στα δάχτυλα τα πάντα όλα για το κεφαλούδι.

Ολες οι υπόλοιπες ερωτήσεις αυτής της κατηγορίας αφορούν ιατρικά θέματα, πλην του ξυλόλιου, προφανώς λόγω της τραγωδίας στα Τέμπη. Ομως και πάλι, μου κάνει εντύπωση ότι τέταρτη στη σειρά είναι η ερώτηση «Τι είναι ο HIV». Και δεν ξέρω από πού να το πρωτοπιάσω. Από το ότι υπάρχουν ακόμη τόσοι άνθρωποι στην Ελλάδα που δεν ξέρουν τι είναι ο HIV ή ότι ενδιαφέρονται περισσότεροι να μάθουν τι είναι το κεφαλούδι;

Αμείλικτα είναι και τα «γιατί» που απασχολούν τον μέσο Ελληνα, σύμφωνα με αυτές τις λίστες. Και αγωνιώδη διότι αν κρίνω από τα αποτελέσματα στην αντίστοιχη κατηγορία, μια αγωνία υπάρχει ως προς την αναζήτηση μίας ρίζας, ενός φανταστικού «χωριού» που πιστεύουμε ότι προκύπτει από τη γνώση της παράδοσης. Στην κορυφή βλέπω το «Γιατί θεωρείται γρουσούζικη η Τρίτη και 13» και πιο κάτω «Γιατί λέμε ψέματα την Πρωταπριλιά», «Γιατί γιορτάζουμε την Τσικνοπέμπτη», «Γιατί πετάμε αετό την Καθαρά Δευτέρα», «Γιατί βάφουμε κόκκινα αβγά». Και νομίζω ότι από κάπου στο βάθος ακούω κλαρίνα.

Από αυτές τις λίστες συμπεραίνω πόσο πολύ μας αρέσει η πληροφορία. Λέγεται μάλιστα ότι η λήψη της προκαλεί έκκριση ντοπαμίνης που επιδρά θετικά στην ψυχική μας διάθεση. Η πληροφορία ωστόσο δεν είναι ακριβώς γνώση, είναι ένα ξεφτίδι της. Χρήσιμο μεν για να κάνουμε εντύπωση σε μία παρέα αλλά για να μετουσιωθεί σε γνώση χρειάζεται ένα σύνολο σχετικών πληροφοριών που πρέπει να το οργανώσουμε, να το αξιολογήσουμε, να του δώσουμε σχήμα. Αυτό όμως χρειάζεται πολλή δουλειά κι εμείς βιαζόμαστε να αλιεύσουμε την επόμενη πληροφορία.