Θετικές προοπτικές για την ελληνική οικονομία, που ξεπερνούν ακόμα και τις προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών (ΥΠΟΙΚ) σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη και το πρωτογενές πλεόνασμα, παρουσίασε στη τριμηνιαία έκθεση του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής (ΓΚΠΒ).
Ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού, Ιωάννης Τσουκαλάς, παρουσιάζοντας την έκθεση, έκανε λόγο για πρωτογενές πλεόνασμα για το 2025 που θα κινηθεί από 2,5% με πιθανό ανώτατο όριο ακόμα και το 2,8%. Την ίδια στιγμή, το ΥΠΟΙΚ στο σχέδιο του προϋπολογισμού δίνει πρωτογενές πλεόνασμα 2,5% το 2025 λόγω και της περαιτέρω αύξησης των φορολογικών εσόδων.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ Μακρο-οικονομία
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Σε ό,τι αφορά την επέκταση του ΑΕΠ, το Γραφείο προβλέπει σταθερό ρυθμό 2,3% και για το 2024 και για το 2025, για το οποίο μπορεί να κυμανθεί από 2,2% έως το 2,5%. Στους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης αναμένεται να συμβάλλει κατά βάση η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία το 2025 αναμένεται να αυξηθεί στο 1,6%, ενώ για τις συνολικές επενδύσεις η πρόβλεψη διαμορφώνεται στο 7,9% με ανώτατο εύρος εκτίμησης το 9,5% και κατώτατο το 7,3%.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η αύξηση των επενδύσεων αναμένεται να μειώσει περαιτέρω και το επενδυτικό κενό, ωθώντας σε μεγαλύτερη σύγκλιση με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Συγκεκριμένα, το ποσοστό του επενδυτικού κενού θα συνεχίσει την πτωτική πορεία που ακολουθεί από το 2019 –όταν και κορυφώθηκε σε ποσοστό 10,7%- και από 4% το 2024, αναμένεται να πέσει στο 3% το 2025 και στο 2,3% το 2026, αν και η λήξη του Ταμείου Ανάκαμψης γεννά ερωτηματικά για το πώς θα κινηθεί στη συνέχεια.
Ωστόσο, το ΓΚΠΒ τονίζει στην έκθεση του πως υπάρχει μια θετική συσχέτιση μεταξύ της σταθερότητας της οικονομικής πολιτικής, η οποία και παρατηρείται στην Ελλάδα εν αντιθέσει με άλλες χώρες μεταξύ των οποίων και η Γαλλή και η Γερμανία, και της μείωσης του επενδυτικού κενού. Για τον πληθωρισμό εκτιμάται ότι για το σύνολο του 2024 θα κυμανθεί στο 3%, αν και ήδη παρατηρείται σημαντική αποκλιμάκωση στις τιμές των τροφίμων.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο αστερίσκος σε όλα τα παραπάνω αφορά κατά βάση τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον, αλλά και εγχώριες, όπου αν δεν είναι ευνοϊκές αναμένεται να ενεργοποιήσουν τα πιο δυσμενή σενάρια. Στις διεθνείς συνθήκες που μπορούν να επιδράσουν αρνητικά, η έκθεσε συγκαταλέγει τις γεωπολιτικές εντάσεις με τους εν εξελίξει πολέμους και τις εστίες αναταραχής που συνιστούν απειλή ανάφλεξης.
Στην ίδια λίστα συμπεριλαμβάνεται και η πιθανότητα μιας νέας φάσης εμπορικού πολέμου, ελέω Ντόναλντ Τραμπ, με φόβους για νέα επιβολή δασμών μεταξύ ΗΠΑ, Κίνας και ΕΕ.
Μαζί με αυτό, και οι πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία και την Γαλλία σε συνδυασμό με τα ασθενή δημόσια οικονομικά σε αρκετές χώρες της Ευρωζώνης, ενδέχεται να επιβραδύνουν σημαντικά την Ευρωζώνη και να επηρεάσουν αρνητικά την δυναμική ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και τις εξαγωγές της. Επιπλέον, και η πολιτική αβεβαιότητα σε σημαντικές χώρες στην Ευρωζώνη θα μπορούσε να έχει αρνητικές συνέπειες στη ζήτηση ελληνικών εξαγωγών στις χώρες αυτές, λόγω δυσμενών επιπτώσεων της αβεβαιότητας αυτής στην εμπιστοσύνη καταναλωτών και επιχειρήσεων στις χώρες αυτές.
Στους εσωτερικούς παράγοντες, πιθανές καθυστερήσεις στην εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης, κυρίως στο σκέλος των επενδύσεων, θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την δυναμική ανάπτυξης της οικονομίας. Ακόμα και ακραία και έντονα καιρικά φαινόμενα, όπως οι περσινές πλημμύρες στη Θεσσαλία, θα μπορούσαν να προκαλέσουν δυσμενείς συνέπειες στην παραγωγή και ζήτηση, τον πληθωρισμό τροφίμων και να έχουν ένα έκτακτο δημοσιονομικό κόστος.
Τέλος, η πρόσφατη αύξηση στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος εφόσον διαρκέσει, θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω τον πληθωρισμό αλλά και να προσθέσει δημοσιονομικό κόστος για την επιδότηση λογαριασμών των νοικοκυριών. Από την άλλη, η έκθεση του Γραφείου αναφέρεται και στις θετικές προοπτικές οι οποίες αντισταθμίζουν την αβεβαιότητα και δυνητικά οδηγούν σε μια θετική πορεία για την ελληνική οικονομία.
Πρώτα απ’ όλα, το ΓΚΠΒ θεωρεί πως έχει ανοίξει ένας νέος κύκλος αναβαθμίσεων μετά την αναβάθμιση από τον Οίκο Αξιολόγησης Scope Ratings σε ΒΒΒ με σταθερές προοπτικές, στηριγμένη στην ισχυρή προοπτική μείωσης του δημόσιου χρέους, τη βελτιωμένη κατάσταση του τραπεζικού συστήματος και τη σχετικά ισχυρή ανάπτυξη.
Επιπλέον ενδεχόμενη ταχύτερη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού σε συνδυασμό με την δυναμική αύξησης των εισοδημάτων θα ενισχύσει την ιδιωτική κατανάλωση. Στις θετικές προοπτικές πρέπει να συμπεριληφθεί και η ενίσχυση των επενδύσεων σε συνδυασμό με την οικονομική σταθερότητα και την βελτίωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, καθώς και η περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων μέσω των μεταρρυθμίσεων που έχουν δρομολογηθεί.
Έμφαση δίνεται επίσης στην στόχευση για ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης μέσω της ψηφιοποίησης που ενδέχεται να αποφέρει υψηλότερα έσοδα το 2025 καθώς οι έξτρα πόροι μπορούν να αποτελέσουν πηγή για μειώσεις του ορολογικού και ασφαλιστικού βάρους της εξαρτημένης εργασίας και για αποπληρωμή χρέους.
Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, η πρόσφατη μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης, ειδικότερα εάν συνεχιστεί εντός του 2025, εκτιμάται πως θα ενισχύσει τις επενδύσεις και την ιδιωτική κατανάλωση.