Γλυπτά του Παρθενώνα: Πόσο κοντά είμαστε στην επιστροφή τους; – Το «παραθυράκι» της διαπραγμάτευσης

Ανοιχτό και συνεχώς επίκαιρο στην ατζέντα Ελλάδας και Βρετανίας παραμένει το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα, το οποίο αναμένεται να συζητηθεί -μεταξύ άλλων κατά τη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Άγγλο ομόλογό του και ηγέτη των Εργατικών, Κιρ Στάρμερ.

Της Δήμητρας Πανανού – Πηγή: Realnews

Η επίσκεψη πυροδοτεί νέο γύρο στη δημόσια συζήτηση για το πάγιο αίτημα της Ελλάδας, με το σενάριο μιας ιστορικής και διπλωματικής συμφωνίας να μοιάζει όλο και περισσότερο εφικτό καθώς προχωρούν οι συζητήσεις, έστω και στο παρασκήνιο. Πρόκειται για συζητήσεις που, όπως σπεύδουν να ξεκαθαρίσουν αρμόδιες πηγές από τη βρετανική πλευρά, αφορούν τον δανεισμό των Γλυπτών και σε καμία περίπτωση την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος.

Ενδεικτική είναι η δήλωση εκπροσώπου του βρετανικού υπουργείου Πολιτισμού στη Realnews που, μεταφέροντας τη θέση της νέας υπουργού, Λίζα Νάντι, τονίζει: «Δεν έχουμε κανένα σχέδιο για να αλλάξουμε την υπάρχουσα κυβερνητική πολιτική για την αποκατάσταση. Περαιτέρω αποφάσεις σχετικά με τη φροντίδα και τη διαχείριση των συλλογών ενός μουσείου, συμπεριλαμβανομένου του δανεισμού αντικειμένων, θα ληφθούν από το διοικητικό συμβούλιο του μουσείου».

Όπως ισχύει και σε άλλα εθνικά μουσεία, απαγορεύεται -σύμφωνα με τη νομοθεσία- να «αφαιρεθούν» αντικείμενα από τις συλλογές του Βρετανικού Μουσείου, εκτός και αν πρόκειται για αντίγραφα ή για αντικείμενα «ακατάλληλα για διατήρηση», όπως σημειώνουν οι πηγές από τη βρετανική κυβέρνηση. Στην τελευταία διατύπωση ίσως να εντοπίζεται ένα «παραθυράκι» διαπραγμάτευσης, καθώς αν τα Γλυπτά του Παρθενώνα κρίνονταν «ακατάλληλα για διατήρηση», λόγω του παράνομου τρόπου που αποσπάστηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα από τον λόρδο Έλγιν, τότε θα μπορούσαν να εξαιρεθούν από τη βρετανική νομοθεσία. Ωστόσο, οι βρετανικές πηγές ξεκαθαρίζουν ότι οι μόνες δύο εξαιρέσεις που προβλέπονται στην παραπάνω νομοθεσία αφορούν τα ανθρώπινα λείψανα ηλικίας μικρότερης των 1.000 ετών και τα αντικείμενα που λεηλατήθηκαν από τους ναζί κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Σε μια προσπάθεια να υπάρξει μια πιο συγκεκριμένη απάντηση σχετικά με τη θέση του Βρετανικού Μουσείου, ο εκπρόσωπος Τύπου του μουσείου δεν έδειξε να επιθυμεί να σχολιάσει το περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων. Επιβεβαίωσε, ωστόσο, ότι οι συνομιλίες σχετικά με τα Γλυπτά του Παρθενώνα συνεχίζονται και είναι εποικοδομητικές.

«Οι συζητήσεις με την Ελλάδα είναι διαρκείς και εποικοδομητικές. Πιστεύουμε ότι αυτό το είδος μακροπρόθεσμης συνεργασίας (αναφέρεται στον δανεισμό των Γλυπτών) θα επιτύχει τη σωστή ισορροπία μεταξύ της κοινής χρήσης των σπουδαίων αντικειμένων μας με το κοινό σε όλο τον κόσμο και της διατήρησης της ακεραιότητας της απίστευτης συλλογής που διατηρούμε στο μουσείο», δήλωσε στην «R» ο εκπρόσωπος του Βρετανικού Μουσείου.

Παράλληλα, από την ελληνική πλευρά σημειώνεται ότι η αυριανή παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Λονδίνο θα αποτελέσει ακόμη ένα βήμα στο δύσβατο μονοπάτι αυτής της ιδιότυπης διαπραγμάτευσης, ωστόσο, πρόσωπα που γνωρίζουν από πρώτο χέρι το παρασκήνιο σπεύδουν να χαμηλώσουν τον πήχη των προσδοκιών τόσο σε ό,τι αφορά τις αυριανές επαφές του πρωθυπουργού όσο και σε ό,τι αφορά την πιθανότητα ραγδαίων εξελίξεων τους επόμενους μήνες.

Ως ιδιαίτερα θετική και από τις δύο πλευρές χαρακτηρίζεται η θέση του νέου διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου, Νίκολας Κάλιναν, ο οποίος εκτιμάται ότι δεν ενστερνίζεται την αδιάλλακτη στάση του παρελθόντος. Ο 46χρονος ιστορικός Τέχνης και νυν διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Πορτρέτων του Λονδίνου, διορίστηκε στη νέα του θέση τον περασμένο Μάρτιο, μετά το σκάνδαλο των κλοπών 2.000 τεχνουργημάτων, που συγκλόνισε την κοινή γνώμη. Ο Ν. Κάλιναν χαρακτηρίζεται ως μεταρρυθμιστής αλλά και ως εξαιρετικός διπλωμάτης. Είναι γεγονός ότι τόσο αυτός όσο και ο πρόεδρος του μουσείου, Τζορτζ Οσμπορν, είναι υπέρ της λύσης ενός μακροπρόθεσμου δανεισμού των Γλυπτών με αντάλλαγμα -ίσως- άλλες αρχαιότητες από την Ελλάδα. Σε πρόσφατες δηλώσεις του, μάλιστα, στους «Financial Times», ο νέος διευθυντής του μουσείου δήλωσε «πρόθυμος για συνεργασία» (αλλάζοντας τη λέξη «δανεισμός» για την οποία μέχρι τώρα μιλούσαν οι Βρετανοί), προσθέτοντας ότι πιστεύει πως «όλοι θα ήθελαν να δουν μια συναρπαστική και καινοτόμο λύση», ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι θα μιλούσε «περισσότερο για μια εταιρική σχέση συνεργασίας, παρά για συζήτηση περί ιδιοκτησίας».

Πάντως, ο καθηγητής Ελληνικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ και αντιπρόεδρος της BCRPM (βρετανικής επιτροπής για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα), δρ. Πολ Κάρτλεντζ, δηλώνει στην «R» ότι κρατά «μικρό καλάθι». «Δυστυχώς, δεν νομίζω ότι η εκλογή μιας νέας κυβέρνησης της Βρετανίας θα έχει μεγάλη διαφορά, καθώς -όπως όλες οι προηγούμενες- η κυβέρνηση των Εργατικών αφήνει την απόφαση στα χέρια των διαχειριστών του Βρετανικού Μουσείου και δεν αναλαμβάνει η ίδια τα ηνία της διαπραγμάτευσης».

Ο ίδιος ευελπιστεί, όπως προσθέτει, περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών να δημοσιευτούν κατά την επίσημη επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βρετανία. «Τα Γλυπτά του Παρθενώνα κλάπηκαν παράνομα από τον λόρδο Ελγιν και θα πρέπει να επιστραφούν στην Αθήνα αμέσως και άνευ όρων», καταλήγει. Από την πλευρά τους, οι υπεύθυνοι του Parthenon Project, του φορέα που συστάθηκε πρόσφατα και στοχεύει στην επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, δεν θέλησαν αυτή τη στιγμή και ενόψει της συνάντησης των δύο αρχηγών κρατών να κάνουν κάποιο σχόλιο.

Δεν είναι η πρώτη φορά που το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα απασχολεί την επικαιρότητα και αναφέρεται με κάθε ευκαιρία στις σχέσεις μεταξύ Βρετανίας και Ελλάδας. Εδώ και δεκαετίες έχει λειτουργήσει ως σημείο τριβής, αλλά και ως πεδίο διαπραγμάτευσης. Από την εποχή που η Μελίνα Μερκούρη, υπό την ιδιότητα της υπουργού Πολιτισμού, έθεσε το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών στη Διάσκεψη των υπουργών Πολιτισμού της UNESCO, στις 30 Ιουλίου 1982, η εκστρατεία της Ελλάδας συνεχίζεται άλλοτε με παύσεις και άλλοτε με έντονη κινητικότητα.

Οι σταθμοί σε αυτή την πορεία υπήρξαν πολλοί. Το 1999 ανατέθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση στην ειδική επιτροπή του αγγλικού Κοινοβουλίου για τον Πολιτισμό, τον Αθλητισμό και τα ΜΜΕ (Select Committee) η μελέτη όλων των θεμάτων της βρετανικής πολιτιστικής πολιτικής. Ανάμεσα σε αυτά ήταν και τα ζητήματα επιστροφής πολιτιστικής κληρονομιάς, με κυριότερο το αίτημα για τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Τρία χρόνια αργότερα, το 2002, 14 Βρετανοί βουλευτές ζήτησαν από την κυβέρνησή τους να επιστρέψει τα Γλυπτά. Η κίνηση ονομάστηκε «Υποστηρικτές του Παρθενώνα 2004».

Τον Απρίλιο του 2007, το Βρετανικό Μουσείο δήλωσε επισήμως ότι δεν προτίθεται να παραχωρήσει την κυριότητα των Γλυπτών του Παρθενώνα σε ελληνικό μουσείο. Ενώ, δύο χρόνια αργότερα, με αφορμή τα εγκαίνια του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, που αποδυνάμωσε ένα από τα βασικά επιχειρήματα της βρετανικής πλευράς, ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει κατάλληλο χώρο για τα Γλυπτά, το Βρετανικό Μουσείο επανήλθε δηλώνοντας ότι θα ήταν διατεθειμένο να δανείσει τα Γλυπτά, αρκεί η ελληνική κυβέρνηση να αναγνωρίσει το δικαίωμα ιδιοκτησίας τους στο μουσείο – πρόταση που απέρριψε τότε η ελληνική κυβέρνηση.

Το 2014, η υπόθεση της επιστροφής των Γλυπτών έλαβε και πάλι μεγάλη δημοσιότητα, όταν η Αθήνα απευθύνθηκε στο δικηγορικό γραφείο Doughty Street Chambers του Λονδίνου και στον Νόρμαν Πάλμερ, που ειδικεύεται σε θέματα Διεθνούς Δικαίου και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ώστε να διερευνήσει τις νομικές της δυνατότητες. Στην ομάδα των Βρετανών ειδικών ήταν η δικηγόρος και σύζυγος του διάσημου ηθοποιού Τζορτζ Κλούνεϊ, Αμάλ Αλαμουντίν, η οποία επισκέφθηκε το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης και πρότεινε τη δικαστική οδό διεκδίκησης. Ωστόσο, η Ελλάδα απέκλεισε το ενδεχόμενο να κινηθεί νομικά εναντίον της Βρετανίας το 2015, λέγοντας ότι θα ακολουθήσει μια «διπλωματική και πολιτική προσέγγιση» για να εξασφαλίσει την επιστροφή τους. Το διάστημα εκείνο η UNESCO ζήτησε από τη Βρετανία να εξετάσει την περίπτωση διαμεσολάβησης για την επίλυση του θέματος και η πρότασή της απορρίφθηκε.

Το αίτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα τέθηκε και από τον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα στη Βρετανίδα ομόλογο του Τερέζα Μέι, χωρίς ωστόσο να υπάρξει κάποια ανταπόκριση.

H προσπάθεια της Ελλάδας συνεχίστηκε και το 2022. Τότε ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, Τζ. Οσμπορν, είχε δηλώσει ότι «υπάρχει συμφωνία που πρέπει να γίνει» και φέρεται να πραγματοποίησε συναντήσεις με την ελληνική κυβέρνηση. Την ίδια περίοδο, ο τότε ηγέτης της αντιπολίτευσης των Εργατικών, Κ. Στάρμερ, δήλωσε ότι δεν θα σταθεί εμπόδιο σε έναν προσωρινό δανεισμό, εάν το Βρετανικό Μουσείο και η Αθήνα συμφωνήσουν.

Η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα υποστηρίζεται όλα αυτά τα χρόνια ενεργά από διεθνή επιτροπή, ενώ σήμερα υπάρχουν περισσότερες από 20 ξένες εθνικές επιτροπές. Υπέρ τάσσεται και η UNESCO, με βάση την αρχή της διατήρησης της ακεραιότητας των μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, ενώ και οι περισσότεροι Βρετανοί πιστεύουν ότι τα Γλυπτά ανήκουν στην Ελλάδα και όχι στη Βρετανία, σύμφωνα με δημοσκόπηση του YouGov που διεξήχθη το 2021 από το Parthenon Project.

Δείτε το δημοσίευμα της Realnews

Δείτε το δημοσίευμα της Realnews