Μετά από τρεις ώρες συζήτησης στη Bundestag, οι Γερμανοί βουλευτές αποφάσισαν να μη δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στον καγκελάριο Όλαφ Σολτς, ανοίγοντας τον δρόμο για νέες εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου.
Παρελθόν αποτελεί πια ο τρικομματικός κυβερνητικός συνασπισμός, μετά το “όχι” της Bundestag στην παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στον καγκελάριο Όλαφ Σολτς
Ο Σολτς έλαβε 207 ψήφους από τις 733 του κοινοβουλίου, αποτέλεσμα που είναι πολύ μακριά από την πλειοψηφία των 367 ψήφων που χρειαζόταν για να παραμείνει στην εξουσία.
Ήταν ευρέως αναμενόμενο να χάσει την ψήφο, η οποία πραγματοποιήθηκε μετά την εντυπωσιακή κατάρρευση του τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού, λόγω βαθιών διαφωνιών για τη δημοσιονομική πολιτική.
Ο ίδιος ο Σολτς υποστήριξε τη διεξαγωγή πρόωρων γενικών εκλογών, αλλά υπήρχε έντονη φημολογία πριν από την ψηφοφορία ότι το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) σχεδίαζε να σαμποτάρει τις πρόωρες εκλογές, σύμφωνα με το Euronews ψηφίζοντας υπέρ της παραμονής του Σολτς, παρά τη θέλησή του.
Ο Πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ καλείται τώρα να αποφασίσει αν θα διαλύσει ή όχι το κοινοβούλιο. Εφόσον το κοινοβούλιο διαλυθεί, οι εκλογές πρέπει να διεξαχθούν εντός 60 ημερών.
Η πρόταση μομφής είναι μόλις η έκτη στην μεταπολεμική ιστορία της χώρας. Έρχεται σε μια περίοδο που η γερμανική οικονομία υποφέρει από δύο χρόνια ασθενούς ανάπτυξης, ενώ η Ευρώπη ετοιμάζεται για την ορκωμοσία του νεοεκλεγέντα προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, ο οποίος έχει υποσχεθεί σαρωτικές αλλαγές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
Ο «σεβασμός για όλους» ήταν το κεντρικό μήνυμα της ομιλίας του καγκελάριου Όλαφ Σολτς κατά την συνεδρίαση της ολομέλειας της Bundestag για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης και θα είναι επίσης το κεντρικό σύνθημα της προεκλογικής του εκστρατείας ενόψει των εκλογών της 23ης Φεβρουαρίου 2025. Κατά την ομιλία του, ο κ. Σολτς επέρριψε για μία ακόμη φορά στον αρχηγό των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ την ευθύνη για την διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού, κάνοντας λόγο για «δολιοφθορά» και «ζημία στην δημοκρατία», ενώ τόνισε ότι η συμμετοχή στην κυβέρνηση προϋποθέτει «ηθική ωριμότητα».
«Στόχος μου είναι να προωθήσω τις εκλογές», δήλωσε ο καγκελάριος, αναφερόμενος στο γεγονός ότι επιδιώκει να χάσει την ψήφο εμπιστοσύνης προκειμένου να ανοίξει και τυπικά ο δρόμος για την διεξαγωγή των πρόωρων εκλογών. Ως κεντρικό διακύβευμα των εκλογών ανέδειξε τις επενδύσεις που έχει ανάγκη η Γερμανία, προκειμένου «να παραμείνει μια ισχυρή βιομηχανική χώρα» και να διατηρήσει και να ενισχύσει την ευημερία των πολιτών της. «Ας τολμήσουμε να επενδύσουμε στην χώρα μας. Αυτή η απόφαση είναι τόσο θεμελιώδης ώστε πρέπει να την λάβουν οι ψηφοφόροι», τόνισε, με το βλέμμα στις προτάσεις περί εκσυγχρονισμού του συνταγματικώς κατοχυρωμένου «φρένου χρέους», προκειμένου να χρηματοδοτηθούν μεγάλες επενδύσεις στις υποδομές της χώρας, στις ένοπλες δυνάμεις και στην βιομηχανία. «Πρέπει να μεταρρυθμίσουμε τους κανόνες με σύνεση», δήλωσε και αναφέρθηκε στις προτάσεις του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) περί επιδότησης του Made in Germany, πλαφόν στις τιμές της ενέργειας για την βιομηχανία και δημιουργία ταμείου με ιδιωτικούς και κρατικούς πόρους. «Να έχετε εμπιστοσύνη στην χώρα μας, εμπιστοσύνη στην δημοκρατία μας», συνέχισε ο καγκελάριος και προειδοποίησε για τους κινδύνους από την επιλογή εξτρεμιστικών κομμάτων.
Αναφερόμενος στον πόλεμο στην Ουκρανία, ο κ. Σολτς επανέλαβε την άρνησή του στην αποστολή συστημάτων Taurus, ενώ απέκλεισε εκ νέου και την ανάπτυξη στρατευμάτων της Bundeswehr στο πεδίο. «Δεν στέλνουμε γερμανούς στρατιώτες σε αυτόν τον πόλεμο», υπογράμμισε.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο Όλαφ Σολτς δεν ζήτησε την εμπιστοσύνη των βουλευτών, αλλά των ψηφοφόρων: «Αγαπητοί πολίτες, παρακαλώ για την εμπιστοσύνη σας», κατέληξε.