Στα 58 του, ο θρύλος της επαγγελματικής πυγμαχίας φοράει πάλι τα γάντια του, αλλά το μποξ δεν ήταν το μοναδικό πάθος της πολυτάραχης ζωής του.
‘Έχεις περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσεις αν σε πυροβολήσουν με ένα Μagnum, παρά αν σε βρει γεμάτη μια γροθιά του Μάικ”, είχε γράψει πριν από περίπου τέσσερις δεκαετίες ένας Αμερικανός δημοσιογράφος του Sports Illustrated.
Στον κολοφώνα της δόξας του, ο Μάικ Τάισον τελείωνε τους αγώνες με συνοπτικές διαδικασίες. Ο ίδιος είχε συγχαρεί αντιπάλους του, που κατάφεραν να… αντέξουν δύοο γύρου μαζί του, πριν οι γροθιές του, τους ξαπλώσουν στο ρινγκ, για την αντίστροφη μέτρηση.
Έτσι εκρηκτικός ήταν και στη ζωή του, με πολλές άσχημες περιπέτειες, έξω από την αθλητική του δράση. Τα πράγματα, βέβαια, θα μπορούσαν να είναι πολύ χειρότερα, αν στα ευαίσθητα χρόνια της εφηβείας, δεν βρισκόταν στο δρόμο του μια εμβληματική μορφή της παγκόσμιας πυγμαχίας, ο Κας Ντ’Αμάτο, να τον τραβήξει μακριά από τις συμμορίες του Μπρούκλιν και να τον κάνει πρωταθλητή, όπως έκανε στο παρελθόν τον Φλόιντ Πάτερσον και τον Χοσέ Τόρες.
Ο Τάισον τσαλάκωσε πολλές φορές τη φήμη του και δεν είχε το τέλος, που θα άρμοζε στην καριέρα ενός εκ των μεγαλύτερων πυγμάχων που είδε ποτέ το άθλημα. Αλλά παραμένει ακμαίος και αρκετά… επικίνδυνος, παρά τα 58 του χρόνια. O “Iron Mike” επιστρέφει την Παρασκευή 15 Νοεμβρίου στα ρινγκ, για να αντιμετωπίσει τον 27χρονο Τζέικ Πολ, που με 20,8 εκατομμύρια ακόλουθους στο YouTube (!) και δίχως το παραμικρό ίχνος σεμνότητας, ισχυρίζεται ότι είναι το «απόλυτο πρόσωπο της πυγμαχίας». Παραδέχεται, πάντως, ότι απέναντί του, έχει έναν «πραγματικά τρομακτικό τύπο».
Όταν ο Τάισον μπήκε με μια Ferrari σε ένα ψιλικατζίδικο!
Τα αυτοκίνητα αποτελούν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο της -κινηματογραφικά- πολυτάραχης ζωής αυτού του… τρομακτικού τύπου. Ποιον άλλον θα μπορούσατε να φανταστείτε, ότι έστειλε μια Lamborghini Diablo σε βελτιωτή, γιατί δεν του αρκούσαν οι 523 εργοστασιακοί ίπποι του V12;
Όταν η κίτρινη Diablo επέστρεψε στο γκαράζ του Τάισον, απέδιδε 850 ίππους, με την τελική ταχύτητα να ανέρχεται στα 357 χλμ./ώρα.
Αφού κέρδισε τον τίτλο του WBA το 1986, ο Μάικ Τάισον ήθελε να φιγουράρει σε μια Rolls-Royce Silver Spur. Ήταν ο μάνατζέρ του, Τζιμ Τζέικομπς, αυτός που του είπε να κρατήσει τα χρήματά του του και να περιμένει τουλάχιστον μέχρι τα 21, λόγω της νομοθεσίας.
Μαντέψτε ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που έκανε ο Μάικ, την επόμενη μέρα των 21ων γενεθλίων του; Πήγε με μια τσάντα γεμάτη μετρητά και αγόρασε έναντι 150.000 δολαρίων την αγαπημένη του Rolls-Royce.
Ένας από τους καλύτερους φίλους του Τάισον, από τη δεκαετία του 1980, ήταν ο μακαρίτης ράπερ, Τουπάκ Σακούρ, ο οποίος διέθετε (μεταξύ άλλων) μια Mercedes-Benz SL.
Ο πυγμάχος ζήλεψε το αυτοκίνητο του φίλου του, αγοράζοντας ένα ίδιο και εμπλουτίζοντας τη συλλογή του, στην οποία υπήρχε και μια αργή, αλλά στιβαρή και σίγουρα πολύ αμερικάνικη, Cadillac Seville.
Η πιο… Τάισον περιπέτεια, όμως, όπου εμπλέκεται κάποιο από τα αυτοκίνητά του, έγινε το 1995, όταν ο Μάικ αποφυλακίστηκε, μετά από τριετή κράτηση. Για να γιορτάσει την περίσταση, αγόρασε την εκπληκτική και διαχρονική Ferrari F50.
Δυστυχώς για τον ίδιο και το πανέμορφο ιταλικό supercar, σε μία από τις πρώτες βόλτες, ο Τάισον έριξε τη Ferrari στη βιτρίνα ενός ψιλικατζίδικου και το έκανε ακόμα… πιο θεαματικό, αφού δεν έβαλε όπισθεν!
Μερικά χρόνια αργότερα, είπε με αφοπλιστική ειλικρίνεια: “η αλήθεια είναι ότι δεν ήξερα να οδηγώ μια Ferrari. Ήταν η ομορφότερη από τις συλλήψεις μου”! Λόγω των πολλών συλλήψεων και της επεισοδιακής ζωής του, ο Μάικ Τάισον έχασε το μεγαλύτερο μέρος της μυθικής περιουσίας του και αναγκάστηκε να πουλήσει τα περισσότερα από τα εμβληματικά αυτοκίνητα που πέρασαν από τα χέρια του.