Γάλλοι και Βρετανοί παρουσιάζονται να εξετάζουν, δύο μήνες πριν από την ανάληψη της αμερικανικής προεδρίας από τον Ντόναλντ Τραμπ, το σενάριο να στείλουν δικούς τους στρατιώτες εντός των ουκρανικών συνόρων, σύμφωνα με τη Monde· ενώ Ευρωπαίοι υπουργοί Αμυνας συναντώνται εκτάκτως με το βλέμμα στραμμένο στους νέους πυραύλους της Ρωσίας· και νατοϊκοί αξιωματούχοι (από την Ευρώπη, όχι τις ΗΠΑ) καλούν τις επιχειρήσεις να προετοιμαστούν για «σενάρια πολέμου»… για τα οποία άλλωστε ήδη προετοιμάζονται οι πολίτες σε Σουηδία και Φινλανδία.

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα εντεινόμενης ανησυχίας, το Politico (ως σημείο αναφοράς για την κατεύθυνση προς την οποία κινούνται οι προβληματισμοί των ευρωπαϊκών ελίτ) διερωτάται «γιατί η Ευρώπη δεν αντεπιτίθεται στη Ρωσία, από την οποία δέχεται επίθεση;».  

«Μπορεί η Ευρώπη να υπερασπιστεί τον εαυτό της χωρίς τις ΗΠΑ;» Το ερώτημα, που θέτουν, εν είδει προβληματισμού, οι FT σε μακροσκελή ανάλυσή τους, επιστρέφει πια κατά τρόπο πιεστικό στο προσκήνιο, ενόψει της ανάληψης της προεδρίας στις ΗΠΑ από έναν καλούμενο «νατοσκεπτικιστή» όπως είναι ο Ντόναλντ Τραμπ.

Τραμπ vs NATO: μια δύσκολη σχέση

Ο Τραμπ άρχισε να ενδιαφέρεται –επισήμως– για το ΝΑΤΟ το 2016, όταν έκανε για πρώτη φορά προεκλογική εκστρατεία για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και την αμερικανική προεδρία, ενάντια τότε στη Χίλαρι Κλίντον. Συγκεκριμένα, από τον Μάρτιο του 2016 και έπειτα, στην πορεία του προς τον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ θα άρχιζε να εξαπολύει «πυρά» αμερικανικού «απομονωτισμού», αποκηρύσσοντας τη νατοϊκή Συμμαχία ως «παρωχημένη» («obsolete») και «δυσανάλογα δαπανηρή (και άδικη) για τις ΗΠΑ» («disproportionately too expensive (and unfair) for the U.S.»). «Το ΝΑΤΟ μάς κοστίζει μια περιουσία. Ναι, προστατεύουμε την Ευρώπη με το ΝΑΤΟ, αλλά ξοδεύουμε πολλά χρήματα. Η κατανομή του κόστους πρέπει να αλλάξει […] Πρέπει (σ.σ. οι Ευρωπαίοι) να βάλουν περισσότερα χρήματα. Παίζουμε δυσανάλογα», δήλωνε στα αμερικανικά μίντια (Washington Post, CNN) τον Μάρτιο του 2016, αμφισβητώντας την ίδια την αποστολή του ΝΑΤΟ αλλά και τον ρόλο του που δεν αναπροσανατολίστηκε μέσα στα χρόνια (ο Τραμπ έλεγε, για παράδειγμα, τότε ότι το ΝΑΤΟ θα έπρεπε να είχε αναλάβει μεγαλύτερη «αντιτρομοκρατική» δράση διεθνώς με φόντο τη δράση του καλούμενου Ισλαμικού Κράτους-ISIS). Η προσάρτηση της Κριμαίας, που είχε προηγηθεί το 2014, και οι μάχες στην ανατολική Ουκρανία που ήδη μαίνονταν μεταξύ Ουκρανών και ρωσόφωνων (ή Ρώσων, όπως καταγγέλλεται) αυτονομιστών, προφανώς ακόμη τότε δεν θεωρούνταν αρκετά σημαντικές ώστε να «αναζωογονήσουν» το ΝΑΤΟ στα μάτια των δυτικών, όχι μόνο του Τραμπ αλλά και των Γερμανών (που θα ενίσχυαν τους ενεργειακούς τους δεσμούς με τη Ρωσία του Πούτιν… μετά την Κριμαία) αλλά και των Γάλλων («εγκεφαλικά νεκρό» είχε χαρακτηρίσει το ΝΑΤΟ ο Εμανουέλ Μακρόν το 2019 σε συνέντευξή του στον Economist).

Στην πορεία, ως 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Τραμπ θα έκανε πολλά… αντινατοϊκά ή νατοσκεπτικιστικά, σύμφωνα με όσα του καταλογίζουν: Τον Ιούλιο του 2018 για παράδειγμα, «παραλίγο» να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη Συμμαχία κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής των Βρυξελλών, ενώ τον Ιανουάριο του 2020 είπε, απευθυνόμενος στην πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στο περιθώριο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, ότι «εάν η Ευρώπη δεχθεί επίθεση, εμείς (σ.σ. οι ΗΠΑ) δεν θα έρθουμε να σας βοηθήσουμε». Αλλά και πιο πρόσφατα, κατά τη φετινή προεκλογική περίοδο, ο Ρεπουμπλικανός είχε πει εκείνο το «θα ενθάρρυνα τη Ρωσία να κάνει ό,τι θέλει (σ.σ. να επιτεθεί δηλαδή) σε όποια χώρα του ΝΑΤΟ δεν πληρώνει (σ.σ. όσα θα έπρεπε ως αμυντικές δαπάνες, στο πλαίσιο της Συμμαχίας)».

Μετεκλογικά πια, ο επερχόμενος 47ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών το πιο πιθανό πάντως είναι ότι δεν θα αποσύρει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ, παρά τα όσα είχαν κατά καιρούς στο παρελθόν ειπωθεί από τον ίδιο.

Οι Ευρωπαίοι free riders

Από την άλλη πλευρά ωστόσο, είναι απολύτως σαφές ότι η διοίκηση Τραμπ θα ζητήσει από τους Ευρωπαίους να αναλάβουν μεγαλύτερα βάρη και περισσότερες ευθύνες στο μέτωπο της δικής τους ασφάλειας. Ειρήσθω εν παρόδω πως κάτι ανάλογο ζητούσαν, επί της ουσίας, και οι Δημοκρατικοί… Τραμπ και Ομπάμα έχουν, εν προκειμένω, ένα κοινό: Και οι δύο έχουν επικρίνει τους νατοϊκούς Συμμάχους των ΗΠΑ ως «τζαμπατζήδες», χρησιμοποιώντας τον όρο «free riders».

«Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να σηκώσουν μεγαλύτερα βάρη (σ.σ. σχετικά με την άμυνα). Το ερώτημα είναι αν αυτό θα γίνει κατά τρόπο συντονισμένο ή χαοτικό», παραδέχεται ανώτερος Ευρωπαίος αξιωματούχος, μιλώντας στους FT. «Σε κάθε περίπτωση, εμείς πρέπει να κάνουμε περισσότερα», είχε δηλώσει ο υπουργός Αμυνας της Γερμανίας, Μπόρις Πιστόριους, ήδη πριν από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου και τη νίκη Τραμπ. «Πρέπει να είμαστε σε θέση να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας», θα δήλωνε ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν αυτόν τον μήνα, παρομοιάζοντας την Ευρώπη με «φυτοφάγο» που εάν δεν αλλάξει, θα κινδυνέψει να καταβροχθιστεί από τις «σαρκοφάγους» δυνάμεις της διεθνούς σκηνής που την περιβάλλουν.

Υπάρχουν πια δύο βασικά –πολύ πρακτικά– ερωτήματα που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν/απαντήσουν οι ευρωπαϊκές νατοϊκές δυνάμεις, εάν οι ΗΠΑ αποφασίσουν ξαφνικά να περιορίσουν την παρουσία τους στην Ευρώπη.

    Τι θα κάνουν οι Ευρωπαίοι σε μια τέτοια περίπτωση; Και πόσο πρόκειται να κοστίσουν όλα αυτά που θα επιχειρήσουν να κάνουν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις;

Στη θεωρία, το ΝΑΤΟ είναι τώρα καλύτερα προετοιμασμένο από ποτέ άλλοτε. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία υπενθυμίζεται, άλλωστε, ότι λειτούργησε ωσάν «φιλί ζωής» για τη Συμμαχία που προσέθεσε δύο νέα μέλη στις τάξεις της τα τελευταία χρόνια, με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία: τη Φινλανδία και τη Σουηδία.

Θεωρητικώς, με βάση το νέο «NATO Force Model» το οποίο εγκρίθηκε στη νατοϊκή Σύνοδο Κορυφής της Μαδρίτης το καλοκαίρι του 2022 (με την προοπτική να αντικαταστήσει το προϋπάρχον μοντέλο της «NATO Response Force»), οι δυνάμεις ταχείας αντίδρασης που μπορεί να κινητοποιήσει η Συμμαχία εν καιρώ κρίσης πληθαίνουν και ανεβάζουν ταχύτητα. Εάν με τη «NATO Response Force» κινητοποιούνταν περίπου 40.000 στρατιώτες μέσα σε 15 ημέρες ως «δύναμη ταχείας αντίδρασης», με το νέο «NATO Force Model» οι 40.000 στρατιώτες γίνονται πάνω από 100.000 και οι ημέρες από 15 γίνονται δέκα.

Μπορούν, όμως, οι Ευρωπαίοι πρακτικά να κινητοποιήσουν τόσο πολλές δυνάμεις μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα… χωρίς τις ΗΠΑ;

Η to-do list των Ευρωπαίων

Η λίστα με όσα πρέπει τώρα να κάνουν οι Ευρωπαίοι (to-do list) είναι, σε κάθε περίπτωση, μακρά και δύσκολα υλοποιήσιμη. Σύμφωνα με όσα αναφέρει σε έκθεσή του το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Σπουδών (International Institute for Strategic Studies-IISS), οι Ευρωπαίοι πρέπει να αυξήσουν σημαντικά τα επίπεδα ετοιμότητάς τους, να ενισχύσουν τις αμυντικές τους βιομηχανίες και να κάνουν μακροπρόθεσμες επενδύσεις στα πεδία των στρατιωτικών δυνάμεων και των αμυντικών καινοτομιών. Στο ίδιο πλαίσιο, θα ωφελούσε βέβαια εάν υπήρχε και μεγαλύτερος συντονισμός μεταξύ των ευρωπαϊκών αμυντικών βιομηχανιών στο πλαίσιο κοινών πρότζεκτ-συμπράξεων που θα επιτρέπουν οικονομίες κλίμακας και αποτελεσματικότερη αξιοποίηση δυνάμεων και πόρων (ειρήσθω εν παρόδω, οι Ευρωπαίοι προσπαθούν να κινηθούν σε μια τέτοια κατεύθυνση μέσα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αμυνας-EDF, τη Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία-PESCO κ.ά.)

Το εάν οι Ευρωπαίοι όντως μπορούν –και θέλουν– να χειραφετηθούν αμυντικά από τις ΗΠΑ είναι… υπό συζήτηση. Οπως λέγεται, πολλοί στην Ευρώπη θα ήταν διατεθειμένοι να βάλουν το χέρι βαθύτερα στην τσέπη… αρκεί οι ΗΠΑ να μην αποσυρθούν στρατιωτικά/επιχειρησιακά από τη Γηραιά Ηπειρο.

Χώρες όπως η Βρετανία και η Γαλλία διατηρούν σημαντικό αμυντικό αποτύπωμα (εκτός των άλλων, και ως δυνάμεις με πυρηνικά οπλοστάσια, οι μόνες πυρηνικές ενδονατοϊκά, πέρα από τις ΗΠΑ), ένα αποτύπωμα το οποίο θα μπορούσε όμως, επί του πρακτέου, να είναι ακόμη σημαντικότερο, όπως καταγγέλλεται από όσους χρεώνουν στις μεγάλες δυνάμεις της Γηραιάς Ηπείρου αμυντική ολιγωρία και επανάπαυση.

Χώρες όπως η Πολωνία, η Λετονία και η Λιθουανία –αλλά και η Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν– από την άλλη πλευρά, ενισχύονται αυξάνοντας σημαντικά τις αμυντικές τους δαπάνες. Από τους συνολικά 32 Συμμάχους, οι 23 έχουν πια πιάσει τον στόχο του 2% του ΑΕΠ στο μέτωπο των αμυντικών δαπανών.

Η Γερμανία ειδικότερα, μπορεί να παραμένει κοντά στο 2% το οποίο έχει πια ξεπεράσει, αλλά μαζί με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία συνεισφέρει τα πιο πολλά χρήματα στον νατοϊκό προϋπολογισμό. Συγκριτικά, αξίζει να σημειωθεί ότι η Γερμανία κρατούσε τις αμυντικές της δαπάνες, έως και πριν από λίγα χρόνια, κοντά στο… 1%. Από την άλλη πλευρά βέβαια, ακόμη και στη σκιά του Ουκρανικού, η γερμανική άμυνα βρέθηκε τα τελευταία χρόνια να εκτίθεται ως «περίγελος του ΝΑΤΟ» («the German army’s shoddy gear has made it the laughingstock of NATO», έγραφε το Politico προ διετίας), όταν είδε για παράδειγμα συνολικά 18 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης Puma της Bundeswehr να «μένουν» από βλάβη κατά τη διάρκεια άσκησης τον Δεκέμβριο του 2022, αλλά και αργότερα, την περίοδο μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαρτίου του 2024, όταν οι Ρώσοι υπέκλεψαν –και έδωσαν στη δημοσιότητα– την 38λεπτη συζήτηση που είχαν (μέσω τηλεδιάσκεψης στο WebEx;!;) τέσσερις κορυφαίοι αξιωματικοί των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, μεταξύ αυτών και ο αρχηγός της γερμανικής Πολεμικής Αεροπορίας αντιπτέραρχος Ινγκο Γκέρχαρτζ, με θέμα τότε το ενδεχόμενο αποστολής πυραύλων Taurus στην Ουκρανία…

Προϋποθέσεις

Για να μπορέσει η Ευρώπη να αρχίσει να υπερασπίζεται τον εαυτό της χωρίς τις ΗΠΑ, θα πρέπει να καταφέρει πρώτα να αποτινάξει εν μέρει (γιατί εν όλω σίγουρα δεν γίνεται, τουλάχιστον όχι μέσα στα επόμενα –αρκετά– χρόνια) κάποιες από τις παλαιές και βαθιά ριζωμένες αμερικανικές της εξαρτήσεις.

Ως κυρίαρχη κατευθυντήρια στρατιωτική δύναμη στις τάξεις του ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ διαχειρίζονται επί της ουσίας εδώ και δεκαετίες την άμυνα της Ευρώπης, κι αυτό με τις ευλογίες των Ευρωπαίων οι οποίοι είχαν έτσι το περιθώριο να επενδύσουν απερίσπαστοι, τα χρόνια της φαινομενικά ανέφελης παγκοσμιοποίησης, στα πεδία της οικονομίας και του εμπορίου (υπενθυμίζεται, επί παραδείγματι, εκείνο το οικονομοκεντρικό «Wandel durch Handel» με γνώμονα το οποίο κινούνταν επί δεκαετίες η γερμανική εξωτερική πολιτική).  

«Ο ανώτατος διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης είναι Αμερικανός και η ύστατη εγγύηση ασφάλειας για το ΝΑΤΟ είναι η αμερικανική πυρηνική αποτροπή. Οταν η Ευρώπη μάχεται, βασίζεται στα αεροσκάφη, στις γραμμές τροφοδοσίας και στις πληροφορίες που παρέχουν οι ΗΠΑ», έγραφε ο Μαξ Μπέργκμαν, διευθυντής του προγράμματος Ευρασίας του Stuart Center του αμερικανικού CSIS (Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών), τον περασμένο Μάρτιο στο περιοδικό Foreign Affairs. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο ωστόσο, αναδύονται παράλληλα ως ενυπόστατες και κάποιες ανεκδοτολογικού τύπου ειρωνείες από την πλευρά των Αμερικανών. Οπως λέγεται για παράδειγμα, Αμερικανοί στρατιώτες, ειρωνευόμενοι τη μη ανάληψη δράσης εκ μέρους των Ευρωπαίων, είχαν πάρει το ακρωνύμιο της υπό νατοϊκή διοίκηση πολυεθνικής δύναμης ISAF που είχε αναπτυχθεί στο Αφγανιστάν την περίοδο 2001-2014 και του είχαν αλλάξει όνομα αστειευόμενοι, κάνοντάς το «I Saw Americans Fight» («Είδα Αμερικανούς να πολεμούν») από «International Security Assistance Force» που ήταν επισήμως.

Οι εξαρτήσεις

Οι εξαρτήσεις των Ευρωπαίων από τις ΗΠΑ θα μπορούσαν να «σπάσουν» σε μια σειρά από υποκατηγορίες:

Εξοπλιστικά, οι Ευρωπαίοι εξακολουθούν να εξαρτώνται σε αξιοσημείωτο βαθμό από τους Αμερικανούς και τη δική τους αμυντική βιομηχανία. Ωστόσο, αυτό δεν είναι κάτι το οποίο απαραιτήτως «χαλάει» τον Τραμπ, καθώς τα περί ου ο λόγος αμερικανικά οπλικά συστήματα πωλούνται και αγοράζονται. Από τη στιγμή, με άλλα λόγια, που οι Ευρωπαίοι πληρώνουν για τα αμερικανικά όπλα που έχουν στην κατοχή τους, για τον Τραμπ επί της αρχής δεν θα έπρεπε να υπάρχει πρόβλημα.

Ενδεικτικά, από τα 2.064 μαχητικά αεροσκάφη που έχουν οι νατοϊκές δυνάμεις στη διάθεσή τους, των ΗΠΑ εξαιρουμένων, τα 1.108 είναι αμερικανικής κατασκευής (τα περισσότερα εξ αυτών F-16, F/A-18 και F-35). Συγκριτικά, μόνοι τους οι Αμερικανοί έχουν έναν στόλο μαχητικών αεροσκαφών (2.951) που είναι μεγαλύτερος από τα αεροσκάφη όλων των λοιπών νατοϊκών συμμάχων μαζί (2.064), σύμφωνα με τα στοιχεία του International Institute for Strategic Studies-IISS που επικαλούνται οι FT.

Με βάση την ίδια ανάλυση ωστόσο, μερικά από αυτά που παρέχουν οι ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, όπως είναι για παράδειγμα τα μεταγωγικά αεροσκάφη C-17, που κοστίζουν 340 εκατομμύρια δολάρια το ένα και μπορούν να μεταφέρουν 75 τόνους εξοπλισμού σχεδόν 4.500 χιλιόμετρα μακριά χωρίς ανεφοδιασμό, είναι αναντικατάστατα».

Από εκεί και πέρα, τη βοήθεια προς την Ουκρανία οι Ευρωπαίοι εκτιμάται ότι θα είχαν όντως το περιθώριο να τη «σηκώσουν» οικονομικά χωρίς τις ΗΠΑ (το κόστος δεν θα ξεπερνούσε περίπου το 0,3% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, όπως λέγεται), με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα υπάρχει η σχετική πολιτική βούληση σε επίπεδο ηγεσιών, η σχετική αποδοχή σε επίπεδο κοινωνιών και η απαιτούμενη συναίνεση/σύμπνοια μεταξύ των κρατών μελών… τα οποία θα πληρώνουν για να αγοράζουν όπλα από τις ΗΠΑ και να τα δίνουν στους Ουκρανούς. Ηδη, πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν υπογράψει διμερείς συμφωνίες ασφάλειας με το Κίεβο, ενώ ειδικά χώρες όπως η Βρετανία έχουν στηρίξει σημαντικά τις ουκρανικές δυνάμεις και στο μέτωπο της συλλογής πληροφοριών.  
Σενάρια για το μέλλον του ΝΑΤΟ

Αναφορικά τώρα με την επόμενη μέρα στις τάξεις του ΝΑΤΟ, οι δρόμοι που ανοίγονται επί Τραμπ θα μπορούσαν να είναι τρεις, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στο κοντινό μέλλον:

    της συνέχειας (παρά τις όποιες ανακοινώσεις, επί της ουσίας δεν αλλάζει τίποτα) των ήπιων αλλαγών (οι Ευρωπαίοι αρχίζουν να πληρώνουν περισσότερα, οι Αμερικανοί παραμένουν στη θέση τους, η ζωή συνεχίζεται) των μεγάλων αναδιαρθρώσεων

Συντηρητικοί αναλυτές στις ΗΠΑ όπως ο Σουμάντρα Μάιτρα (American Ideas Institute, The American Conservative) προωθούν εδώ και καιρό, μέσα από τις σελίδες κυρίως του the American Conservative αλλά και -μεταξύ άλλων- του Foreign Affairs, το σενάριο ενός «αδρανούς» ή «εν υπνώσει» ΝΑΤΟ («dormant NATO») το οποίο θα «ξυπνά» μόνο σε περιόδους κρίσης. Κάτι παρόμοιο προτείνεται και από τον Κρίστοφερ Μίλερ στο πλαίσιο του Project 2025 που είχε εκπονήσει προεκλογικά η συντηρητική δεξαμενή σκέψης Heritage Foundation ως μοντέλο μετάβασης σε ένα νέο σύστημα. Με βάση αυτά τα σενάρια, οι συμβατικές δυνάμεις των ΗΠΑ θα μπορούσαν να αποχωρήσουν από την Ευρώπη, αφήνοντας πίσω μόνο την αμερικανική πυρηνική ομπρέλα και, ενδεχομένως, κάποιες ακόμη επίλεκτες δυνάμεις… 

Πηγή: kathimerini.gr