Οταν ο μικρός Γκίκας έπαιζε στην αυλή του σπιτιού του στα Πούλιθρα, ένα μικρό χωριό της Αρκαδίας, ίσως να μην μπορούσε να φανταστεί το μέλλον που τον περίμενε. Μεγαλωμένος σε μια οικογένεια που πάλευε με τις δυσκολίες της επαρχιακής ζωής, γνώρισε από νωρίς την αξία της επιμονής και της σκληρής δουλειάς. «Η υποτροφία που πήρα για το Ανατόλια ήταν η πρώτη μεγάλη ευκαιρία που άλλαξε τη ζωή μου», εξηγεί. Το Ανατόλια, που είχε ξεκινήσει το 1886 στη Μερζιφούντα (στη σημερινή Τουρκία), από αμερικανούς ιεραποστόλους και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή επαναλειτούργησε το 1924, στη Θεσσαλονίκη, όπου και παραμένει έως σήμερα, έχοντας εξελιχθεί σε ένα από τα κορυφαία εκπαιδευτικά ιδρύματα στην Ελλάδα.

Η ζωή στο Ανατόλια δεν ήταν εύκολη για τον Γκίκα Χαρδούβελη, αλλά ήταν καθοριστική. «Ηταν ένα περιβάλλον που σε προετοίμαζε να αντιμετωπίσεις δυσκολίες. Μάθαμε πώς να δουλεύουμε σκληρά, αλλά και πώς να βλέπουμε πιο μακριά από τα όρια του χωριού μας», λέει. Ωστόσο, η πορεία του εκεί δεν ήταν χωρίς ανατροπές. «Αργότερα έμαθα ότι ενώ με είχαν δεχθεί, υπήρχαν προβλήματα με την πληρωμή των υποτροφιών. Ηταν μια ιστορία που δεν μου είχαν πει τότε, αλλά όλα τελικά λύθηκαν. Είναι μια σημαντική υπενθύμιση ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο». Ο δωρητής, Ελληνοαμερικανός από ένα κοντινό χωριό, τελικά δεν έδωσε τα χρήματα που υποσχέθηκε, αλλά το σχολείο κρατούσε τον μικρό Γκίκα διότι ήταν αριστούχος, με αποτέλεσμα να βρίσκει πόρους από άλλους χορηγούς.

Η ιστορία της μετάβασής του από το Ανατόλια στις ΗΠΑ περιλαμβάνει μια ιδιαίτερη στρατηγική επιλογή πανεπιστημίων, αλλά και ορισμένα λάθη που αναγνώρισε αργότερα. «Είχα κάνει αιτήσεις σε κορυφαία πανεπιστήμια, αλλά και σε μερικά χαμηλότερης κατάταξης, γιατί ήθελα να εξασφαλίσω μια θέση. Εκ των υστέρων, κατάλαβα ότι έπρεπε να είχα επικεντρωθεί στα καλύτερα. Τα κορυφαία ήταν αυτά που μου έδωσαν υποτροφία, ενώ τα χαμηλότερα όχι! Ηταν ένα σημαντικό μάθημα για το πώς να επιλέγεις και να ρισκάρεις», αναφέρει.

Η μετάβασή του στις ΗΠΑ δεν ήταν μόνο ακαδημαϊκή, αλλά και πολιτισμική. «Η πρώτη χρονιά ήταν γεμάτη προσαρμογές. Η νοοτροπία εκεί ήταν διαφορετική. Επρεπε να μάθω να διεκδικώ, να προσαρμόζομαι και να αναλαμβάνω πρωτοβουλίες. Ηταν ένα περιβάλλον που σε έσπρωχνε να εξελιχθείς», εξηγεί. Οι αιτήσεις του περιλάμβαναν πολλά κορυφαία πανεπιστήμια, με το Χάρβαρντ να αποτελεί έναν από τους κορυφαίους στόχους. «Η υποτροφία από το Χάρβαρντ ήταν καθοριστική. Ηταν το πανεπιστήμιο που μου έδωσε την αυτοπεποίθηση να συνεχίσω σε υψηλό επίπεδο. Από εκεί ξεκίνησε η βάση για ό,τι ακολούθησε».

«Οταν πήγα στην Αμερική, δεν ήξερα τι ήθελα να κάνω», θυμάται. «Ηξερα μόνο ότι δεν ήθελα να γίνω γιατρός ή μηχανικός. Μου άρεσαν οι πολιτικές επιστήμες, αλλά δεν μπορούσα να αποφασίσω», λέει γελώντας. Για να βρει τον δρόμο του, παρακολούθησε μαθήματα από διάφορους κλάδους, όπως μαθηματικά, οικονομικά και κοινωνικές επιστήμες. Το πρώτο του πτυχίο στα Εφαρμοσμένα Μαθηματικά από το Χάρβαρντ αποτέλεσε τη βάση για όσα ακολούθησαν. «Τα πολλά μαθήματα που πήρα μου βγήκαν σε καλό όταν ξεκίνησα το μεταπτυχιακό μου», εξηγεί. «Μου έδωσαν ευελιξία και μου έμαθαν να βλέπω τα πράγματα από πολλές, διαφορετικές οπτικές γωνίες».

Η επιμονή και η σκληρή δουλειά του αναγνωρίστηκαν γρήγορα και τα κορυφαία πανεπιστήμια του προσέφεραν υποτροφίες. «Αλλά το μεγαλύτερο λάθος μου ήταν ότι δεν έβαλα περισσότερα κορυφαία πανεπιστήμια στη λίστα μου. Είχα αυτή τη νοοτροπία να παίζω συντηρητικά, κάτι που αργότερα κατάλαβα ότι έπρεπε να αλλάξω». Αυτές οι εμπειρίες τον διαμόρφωσαν όχι μόνο ακαδημαϊκά, αλλά και προσωπικά. «Η Αμερική μού έδειξε πώς να αναλαμβάνω πρωτοβουλίες και να μη φοβάμαι την αποτυχία. Επρεπε να μάθω να προσαρμόζομαι γρήγορα, κάτι που με βοήθησε σε όλη μου την καριέρα».

Μετά το Χάρβαρντ, με 1.500 δολάρια στην τσέπη αποφάσισε να πάει να κάνει το διδακτορικό του στα Οικονομικά στο Μπέρκλεϊ. Εκεί στάθηκε τυχερός από πλευράς δουλειάς. Επειδή είχε επιλέξει πολλά μαθήματα στο Χάρβαρντ, πέραν του ορίου για να πάρει πτυχίο, τελικά του δόθηκε και Master. Ετσι, βρήκε δουλειά στο Μπέρκλεϊ, ως βοηθός καθηγητής από την πρώτη μέρα, χωρίς καθυστέρηση.

Βρισκόμαστε πλέον στις αρχές της δεκαετίας του 1980 όπου είχε μεταφερθεί στη Νέα Υόρκη για να είναι κοντά με τη σύζυγό του, Σούζαν, που εργαζόταν εκεί. Στη Νέα Υόρκη δίδαξε ως επίκουρος καθηγητής στο Κολέγιο Μπάρναρντ του Πανεπιστημίου Κολούμπια. «Εκεί, επειδή έκανα μάθημα για χρηματοοικονομικά, χρηματιστήριο και μετοχές, με περνούσαν για δεξιό. Συγκρατήστε αυτό το σημείο, διότι αλλού μετά, με είχαν περάσει για αριστερό…». Αργότερα δίδαξε αναπληρωτής και μετά ως τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ράτγκερς, το κρατικό πανεπιστήμιο του Νιου Τζέρσεϊ.

Η Μαύρη Δευτέρα του 1987 τον βρίσκει να εργάζεται ως ανώτερος οικονομικός αναλυτής στη Fed. «Ηταν μια ημέρα που μας έδειξε πώς λειτουργούν οι αγορές σε κρίσεις. Ημουν τότε στη Fed, παρακολουθώντας από κοντά τις αντιδράσεις του συστήματος. Ηταν σοκαριστικό, αλλά και διδακτικό», θυμάται. Οι αγορές κατέρρευσαν με έναν τρόπο που κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει, και η κατάσταση απαιτούσε άμεσες λύσεις. «Μου ζητήθηκε να εξετάσω πώς οι κανονισμοί θα μπορούσαν να αποτρέψουν παρόμοιες κρίσεις στο μέλλον».  Η εργασία του για τη σχέση μεταξύ margin (ορίου δανεισμού στα παράγωγα) και volatility (διακύμανσης) προκάλεσε αίσθηση. «Ανακάλυψα ότι οι αυξήσεις στο margin μειώνουν τη μεταβλητότητα των αγορών. Αυτό ήταν ένα σημαντικό εύρημα, που όμως δεν έγινε δεκτό από όλους. Υπήρξαν αντιδράσεις από όσους πίστευαν στην ελευθερία των αγορών χωρίς παρεμβάσεις. Ηταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα πόσο δύσκολο είναι να ισορροπήσεις ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη».

Φάκελος στο βαθύ κράτος

Η επαγγελματική του πορεία στις ΗΠΑ συνάντησε και κάποια απρόσμενα εμπόδια. «Κατάλαβα ότι υπήρχε φάκελος για μένα και πιθανόν να θεωρούμουν αριστερός από το βαθύ κράτος. Αυτό με παρεκίνησε να μη συνεχίσω την καριέρα μου στη Fed. Είναι αυτό που σας είπα πριν. Αλλού με περνούσαν αριστερό και αλλού δεξιό». Παρά τις δυσκολίες, η εργασία του για τη σχέση margin και volatility έγινε σημείο αναφοράς. «Η μελέτη μου αρχικά αντιμετωπίστηκε θετικά, αλλά σύντομα δέχτηκε σφοδρές κριτικές από όσους πίστευαν στην ελευθερία των αγορών».

Το έργο του Χαρδούβελη στη Fed έκανε το όνομά του γνωστό στους κύκλους της οικονομικής επιστήμης. Ομως, η αναγνώριση αυτή ήρθε με κόστος. «Ηταν δύσκολο να εξηγήσεις σε ανθρώπους που είχαν ήδη διαμορφωμένη άποψη για τις αγορές ότι οι αλλαγές που προτείναμε ήταν αναγκαίες. Εμαθα ότι η οικονομική επιστήμη δεν είναι ποτέ ουδέτερη. Κάθε πρόταση έχει πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις».

Παρά την επιτυχία του στις ΗΠΑ, ο Χαρδούβελης ένιωθε ότι έπρεπε να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Η ζωή στην Αμερική ήταν γεμάτη ευκαιρίες, αλλά πάντα ήξερα ότι ανήκω στην Ελλάδα. Ηθελα να προσφέρω στον τόπο μου, να κάνω τη διαφορά». Η απόφαση αυτή δεν ήταν εύκολη. «Ηξερα ότι η Ελλάδα ήταν ένα δύσκολο περιβάλλον. Είχα φίλους και συναδέλφους που με προειδοποίησαν να μείνω στις ΗΠΑ. Αλλά κάτι μέσα μου έλεγε ότι έπρεπε να επιστρέψω». Ενιωθε ξένος στις ΗΠΑ. Οπως είπε, «δεν πήγα στις ΗΠΑ για να μείνω. Πήγα για να σπουδάσω. Σε κάποια στιγμή διαπίστωσα ότι η καριέρα καθορίζει τη ζωή μου και όχι εγώ».

Ετσι, επιστρέφει στην Ελλάδα ως καθηγητής Χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. «Η ζωή στην Ελλάδα ήταν πιο δύσκολη και οι οικονομικές απολαβές αρκετά μικρότερες για να διατηρήσω τα ίδια στάνταρντ ζωής που είχε η οικογένειά μου στις ΗΠΑ», είπε. Συζήτησα με φίλους τους προβληματισμούς μου και ότι σκεφτόμουν να ξαναφύγω για ΗΠΑ. Τότε έγινε η πρόταση από την Εθνική Τράπεζα, όπου ανέλαβα τη Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης, γεγονός που με κράτησε στην Ελλάδα.

Η επιστροφή στην Ελλάδα συνοδεύτηκε από μία καθοριστική στιγμή: το τηλεφώνημα από τον Κώστα Σημίτη. «Μου ζήτησε να αναλάβω σύμβουλος. Θυμάμαι ότι του είπα πως έπρεπε να ρωτήσω τη γυναίκα μου. Στην πραγματικότητα, χρειαζόμουν χρόνο να σκεφτώ αν ήμουν έτοιμος για μια τέτοια ευθύνη». Η συνεργασία του με τον Σημίτη τον έβαλε στο επίκεντρο της οικονομικής πολιτικής της Ελλάδας. «Ηταν μια περίοδος γεμάτη προκλήσεις, αλλά και ευκαιρίες. Εμαθα πολλά και είδα από πρώτο χέρι πώς λειτουργεί η οικονομική πολιτική σε εθνικό επίπεδο». Επρεπε να στελεχώσει το γραφείο του οικονομικού συμβούλου του πρωθυπουργού. Επρεπε να πάρει κάποια στελέχη από την Εθνική Τράπεζα. Τότε ζητά να μιλήσει με τον τότε διοικητή της Εθνικής Τράπεζας Θεόδωρο Καρατζά. Συναντώνται στο γραφείο του διοικητή. Ο Χαρδούβελης του είπε ότι ακόμα δεν έχει απαντήσει θετικά στον πρωθυπουργό, κάτι που τελικά συνέβαλε στο να πείσει τον Καρατζά να δώσει δύο – τρία στελέχη που ήθελε από την Εθνική Τράπεζα. «Από τον Καρατζά έμαθα πολλά. Εδινε τα πάντα για πετύχει η ομάδα».

Αν και οι επιτυχίες του στις ΗΠΑ και στην Εθνική Τράπεζα είχαν ήδη καθιερώσει το όνομά του, η πιο απαιτητική περίοδος της καριέρας του ήταν η εμπλοκή του στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα. «Ηταν σαν να παίζεις σκάκι με πολλαπλούς αντιπάλους. Επρεπε να σκέφτεσαι τουλάχιστον τρεις κινήσεις μπροστά», εξηγεί. Οι διαπραγματεύσεις δεν ήταν απλώς τεχνικές. Είχαν βαθιές κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις. «Ξέραμε ότι κάθε απόφαση που παίρναμε είχε αντίκτυπο στις ζωές των ανθρώπων. Αυτό ήταν το πιο βαρύ φορτίο».

Το κούρεμα χρέους

Το PSI (Private Sector Involvement) ή αλλιώς κούρεμα χρέους ήταν μία από τις πιο κρίσιμες στιγμές εκείνης της περιόδου. «Η Ελλάδα βρισκόταν σε μια κατάσταση που έμοιαζε αδιέξοδη. Το PSI ήταν η μοναδική διέξοδος. Ομως, η διαδικασία ήταν εξαιρετικά πολύπλοκη. Επρεπε να πείσουμε όχι μόνο τους δανειστές, αλλά και τους πολίτες ότι αυτό ήταν το σωστό βήμα». Η διεθνής εικόνα της Ελλάδας εκείνη την περίοδο ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. «Οταν ήμουν τεχνοκράτης, ο λόγος μου περνούσε ως επιστήμονας. Οταν εκπροσωπούσα την Ελλάδα, ένιωθα ότι έπρεπε να αποδείξω την αξιοπιστία ολόκληρης της χώρας», λέει. Η πίεση ήταν τεράστια, αλλά τα μαθήματα που πήρε ήταν ανεκτίμητα. «Η δουλειά αυτή σε διδάσκει να αντέχεις την πίεση, αλλά και να καταλαβαίνεις την ανθρώπινη πλευρά των αριθμών. Οι αποφάσεις που παίρνεις έχουν πραγματικό αντίκτυπο στη ζωή των ανθρώπων». Η εμπειρία αυτή τον έκανε να δει τη ζωή με διαφορετικό μάτι. «Κατάλαβα ότι η οικονομική πολιτική δεν είναι απλώς αριθμοί. Είναι οι ζωές των ανθρώπων. Είναι οι οικογένειες, οι επιχειρήσεις, οι ελπίδες τους για το μέλλον».

Εκείνη την περίοδο ήταν διευθυντής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου (2011-2). Αργότερα, έγινε υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά στις 10 Ιουνίου 2014, αντικαθιστώντας τον Γιάννη Στουρνάρα, μετά τον ανασχηματισμό της 9ης Ιουνίου 2014. Από τις 30 Ιουλίου 2021 είναι πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας.

Παρά τις επαγγελματικές επιτυχίες, ο Χαρδούβελης παραμένει απλός και προσιτός. Με την απλότητα που τον χαρακτηρίζει, καταλήγει, καθώς ολοκληρώνουμε το γεύμα: «Αυτό που μετράει είναι η προσπάθεια. Και, στο τέλος της ημέρας, η ικανοποίηση ότι έκανες ό,τι καλύτερο μπορούσες».