Ανακαλύφθηκε εντυπωσιακό μακεδονικό αγγείο σε αρχαίο ιερό – Τι αλλάζει για την προέλευση της γεωμετρικής κεραμικής
Μία πρόσφατη αρχαιολογική μελέτη, κλονίζει τις επικρατούσες αντιλήψεις σχετικά με την προέλευση της γεωμετρικής κεραμικής στην αρχαία Ελλάδα, υποδηλώνοντας πως δεν προήλθε από την Αθήνα, όπως παραδοσιακά πιστεύεται, αλλά από περιοχή της Μακεδονίας.
Η μελέτη εστιάζει σε ένα Μακεδονικό αγγείο, διακοσμημένο με ομόκεντρους κύκλους, σχεδιασμένους με διαβήτη, το οποίο βρέθηκε στον Ελαιώνα της Βοιωτίας, με παρακείμενα αντικείμενα της Εποχής του Χαλκού. Η ανακάλυψη μαρτυρά πρωιμότερη χρονολόγηση για τον Πρωτογεωμετρικό Ρυθμό, ενώ ανακαθορίζει τον ρόλο των περιφερειακών περιοχών στην πολιτιστική εξέλιξη της αρχαίας Ελλάδας.
Στη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας, αναλύσεις με ραδιοάνθρακα σε μεσογειακούς οικισμούς, έχουν αποκαλύψει διαφορές στις απόλυτες χρονολογήσεις της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, προτείνοντας μια «υψηλή χρονολογία» που τοποθετεί την περίοδο αυτή 70 με 100 χρόνια νωρίτερα απ’ όσο υπολογιζόταν σύμφωνα με την παραδοσιακή «χαμηλή χρονολογία».
Ωστόσο, η Βόρεια Ελλάδα δεν έχει καταδείξει σημαντικές αλλαγές στις ακριβείς χρονολογήσεις της έως τώρα. Η συζήτηση ανάμεσα στις εναλλακτικές χρονολογήσεις έχει ενταθεί με τα νέα δεδομένα από την Μακεδονία, ειδικά με τα ευρήματα που συνδέουν την ανάπτυξη του Πρωτογεωμετρικού στιλ, με την Μακεδονία.
Αυτό το καθοριστικό εύρημα της συγκεκριμένης μελέτης, είναι ένα Πρωτογεωμετρικό αγγείο, το οποίο αναγνωρίζεται ως αμφορέας ή υδρία, το οποίο ανακαλύφθηκε σε ιερό της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, στον Ελαιώνα της Βοιωτίας.
Ανασκευή του αμφορέα με τους ομόκεντρους κύκλους (Φωτογραφία: T. Ross / B. Burke).
Το συγκεκριμένο ιερό, χρονολογείται περίπου μεταξύ του 1150 και του 1100 π.Χ.. Περιέχει κεραμικά θραύσματα παρόμοιας προέλευσης. Το αγγείο φέρει διακοσμήσεις με ομόκεντρους κύκλους οι οποίοι σχεδιάστηκαν με τη χρήση διαβήτη, το ξεχωριστό στοιχείο του Πρωτογεωμετρικού Ρυθμού, το οποίο, σύμφωνα με τους συγγραφείς, δείχνει την ανάδυση του συγκεκριμένου ρυθμού κατά τον 12ο αιώνα π.Χ., στην Μακεδονία.
Τα αποτελέσματα της ανάλυσης με ενεργοποίηση νετρονίων (ΝΑΑ) και οι πετρογραφικές μελέτες στο αγγείο, αποκαλύπτουν την συνεκτική του σύνθεση από κομμάτια που προέρχονται από την Μακεδονία.
Αυτές οι ανακαλύψεις, ανοίγουν την πιθανότητα της επαναθεώρησης του πρωτογεωμετρικού στιλ, συγκεκριμένα του μοτίβου των ομόκεντρων κύκλων, οι οποίοι ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένοι από τη νότια μέχρι την βόρεια Ελλάδα.
Η μελέτη προτείνει ότι, η προέλευση των ομόκεντρων κύκλων ως μοτίβου διακόσμησης, συνδέεται με την εισαγωγή ενός πρωτοποριακού πινέλου πολλαπλών περιστροφών στην Μακεδονία, εργαλείο το οποίο μπορεί να σηματοδοτεί την έναρξη του καλλιτεχνικού πειραματισμού που εξελίχθηκε στη συνέχεια στον Πρωτογεωμετρικό Ρυθμό.
Στη διάρκεια της περιόδου αυτής, άνοιξαν εργαστήρια κεραμικής στην Μακεδονία, τα οποία ανέπτυξαν στις δικές τους τεχνικές που θα διασπείρονταν αργότερα, σε άλλες περιοχές.
Παρόμοια ευρήματα έχουν ανακαλυφθεί και σε άλλες περιοχές της Μακεδονίας όπως είναι η Σίνδος και o Καστανάς. Φέρουν διακόσμηση που ενισχύει την θεωρία περί της αυτόνομης ανάπτυξης του συγκεκριμένου ρυθμού στον Βορρά, αντίθετα με την καθιερωμένη ιδέα ότι, το στιλ προέρχεται από την Αθήνα.
Καθώς ο συγκεκριμένος τύπος κεραμικής υιοθετήθηκε και αναπαράχθηκε παντού, οι τεχνικές διακόσμησης με τη χρήση ομόκεντρων κύκλων, ενσωματώθηκαν σε τοπικά στιλ, επικρατώντας τελικά σ’ ολόκληρο τον Ελληνικό κόσμο.
Άποψη του ιερού του πάγκου του Ελαιώνα από τα νότια μετά την ανασκαφή (Πηγή: M. Condell Morton).
Η χρονολόγηση των αμφορέων και κεραμικών θραυσμάτων στο ιερό του Ελαιώνα, υποδηλώνει ότι η εξέλιξη του Πρωτογεωμετρικού ρυθμού ξεκίνησε στην Μακεδονία στη διάρκεια του δεύτερου μισού του 12ου αιώνα π.Χ.
Η έρευνα αυτή τονίζει τη χρησιμότητα της επαναξιολόγησης των μοντέλων χρονολόγησης και των ρυθμών που έχουν ευνοήσει τις γραμμικές ερμηνείες που επικεντρώνονται στην Αθήνα, επισκιάζοντας τις πολιτιστικές συμβολές περιφερειακών περιοχών, όπως είναι η Μακεδονία.
Υποστηρίζει την ανάγκη μιας πιο αναλυτικής εξερεύνησης της τοπικής ποικιλομορφίας στην κεραμική παραγωγή κατά την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου, δεδομένου ότι, σε ορισμένες περιστάσεις, τα στιλ μπορεί ν’ αναδύονται και να εξελίσσονται παράλληλα σε διαφορετικές περιοχές.
Το παραπάνω θα επιτρέψει μια πιο σύνθετη και ρεαλιστική κατανόηση της χρονολόγησης και των πολιτιστικών ανταλλαγών στην αρχαία Ελλάδα.