Τις επτά εστίες κινδύνου που μπορεί να θέσουν σε έντονη περιδίνηση την οικονομία ανέδειξε ο Πρόεδρος του Δ.Σ. του ΣΕΒ κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, μιλώντας στην Ανοιχτή Εκδήλωση της Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΒ, την Πέμπτη (24/10) στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ενώπιον της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας του τόπου και συγκεκριμένα της η Α.Ε. της Πρόεδρου της Δημοκρατίας, κας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, του Πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και του Προέδρου του European Movement International, πρώην Βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρώην Πρωθυπουργός του Βελγίου, κ. Guy Verhofstadt.

Η βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και η αύξηση της παραγωγικότητας είναι μεταξύ άλλων βασικά σημεία που κρίνουν το μέλλον, τόνισε με έμφαση ο κ. Σπ. Θεοδωρόπουλος, πρόεδρος του ΣΕΒ.

Στην παρέμβασή του, ο Πρόεδρος του ΣΕΒ, κ. Θεοδωρόπουλος τόνισε ότι η επιχειρηματικότητα σήμερα βιώνει μια πρωτοφανή αβεβαιότητα σε ένα περιβάλλον που είναι όλο και λιγότερο προβλέψιμο.

“Η επιχειρηματικότητα βιώνει μια πρωτοφανή αβεβαιότητα σε ένα συνεχώς λιγότερο προβλέψιμο περιβάλλον.

Γεωπολιτική αναταραχή με δύο πολέμους στην περιοχή μας. Επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα. Η κλιματική αλλαγή βεβαίως. Ακόμη και οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της πανδημίας, προκαλούν μεγάλες αναταράξεις στη ζωή των επιχειρήσεων.

Η αναταραχή αυτή οδηγεί σε άνοδο του κόστους των πρώτων υλών. Οι αλυσίδες εφοδιασμού διαταράσσονται, στις μεταφορές των προϊόντων επικρατεί ανασφάλεια. Επιπλέον, το κόστος ενέργειας παραμένει υψηλό. Η αντιμετώπιση του πληθωρισμού προκάλεσε απότομη άνοδο στο κόστος του χρήματος.

Πρόσθετοι παράγοντες που επιβαρύνουν την ανισορροπία, όπως η τεχνολογική εξέλιξη σε Άπω Ανατολή και Ινδία, καθώς και ο ψυχρός οικονομικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας, οδηγούν σε ξαφνικές αλλαγές κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ακόμη και στην υιοθέτηση προστατευτικών πρακτικών” ανέφερε ο κ. Θεοδωρόπουλος, που ανέδειξε το στοίχημα της ανόδου της παραγωγικότητας, ως το καθοριστικό, που θα κρίνει την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και την άνοδο των εισοδημάτων.

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ στάθηκε ειδικά σε δυο κομβικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία.

“Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να αντιμετωπίζει δύο κρίσιμες προκλήσεις: τη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και την αύξηση της παραγωγικότητας” τόνισε με έμφαση ο κ. Θεοδωρόπουλος και ανέφερε:

“Το επιδεινούμενο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ταλανίζει σχεδόν διαχρονικά την Ελλάδα, ενώ αποτέλεσε μία από τις δύο σημαντικότερες αιτίες της οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας.

Ακόμα και όταν αφαιρέσουμε τις εισαγωγές κεφαλαιουχικού εξοπλισμού για επενδύσεις, το πρόβλημα παραμένει, και ο κίνδυνος επίσης.

Άρα, πρέπει να παράγουμε περισσότερα διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα προκειμένου να αυξήσουμε τις εξαγωγές και να υποκαταστήσουμε τις εισαγωγές.

Όσον αφορά στην παραγωγικότητα, είναι γενικώς παραδεκτό ότι πρέπει να τρέξουμε για να καλύψουμε το πολύτιμο έδαφος και το χρόνο που χάσαμε επί μια δεκαετία.

Μοναδική απάντηση και στα δύο παραπάνω προβλήματα είναι η αλματώδης αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων.

Ειδικότερα, παρότι όλες οι επενδύσεις είναι ευπρόσδεκτες, χρειαζόμαστε σήμερα περισσότερο εκείνες που δημιουργούν υψηλότερη εγχώρια προστιθέμενη αξία.

Προκειμένου η Ελλάδα, να αυξήσει τις παραγωγικές επενδύσεις της στο 13% του ΑΕΠ της, που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, χρειάζεται επιπλέον περίπου 11 δισ. Ευρώ κάθε χρόνο.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι το ποσό αυτό είναι απαραίτητο για να μας επιτρέψει να μην χάσουμε περισσότερο έδαφος σε σχέση με την Ευρώπη.

Επειδή όμως φιλοδοξούμε να καλύψουμε το κενό παραγωγικών επενδύσεων, το οποίο εν πολλοίς δημιουργήθηκε κατά τη δεκαετία της κρίσης και υπολογίζεται σε 50 δισ. ευρώ, η απαιτούμενη κινητοποίηση παραγωγικών επενδύσεων είναι ακόμα μεγαλύτερη.

Η πραγματοποίηση τέτοιου επιπέδου και είδους επενδύσεων θα επιτρέψει την αύξηση της παραγωγικότητας που αν και βαίνει βελτιούμενη, παραμένει χαμηλή.

Ας μην λησμονούμε ότι η παραγωγικότητα είναι ο πλέον κρίσιμος παράγοντας για τη βελτίωση των εισοδημάτων των εργαζομένων” ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΒ.

Αναφερόμενος, ειδικά, στη Βιομηχανία, ο κ. Θεοδωρόπουλος επισήμανε ότι ο κλάδος συνεισφέρει πολλαπλώς, στηρίζοντας την οικονομία και την απασχόληση.  Όπως ανέφερε η βιομηχανία αντιπροσωπεύει το 13,4% του ΑΕΠ της Ελλάδας, απασχολεί, άμεσα ή έμμεσα, 1,1 εκατομμύρια εργαζομένους, κατέχει την πρώτη θέση στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της χώρας και καταγράφει τριπλασιασμό των δαπανών για Έρευνα & Ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια.

Για να γίνουν, αυτά, όμως και εστίασε στα επτά εξής σημεία που θα κρίνουν την πορεία της χώρας. Αυτά έχουν να κάνουν με:

Την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης.

Την χωροταξία.

Το κόστος ενέργειας.

Την πολυνομία και τη γραφειοκρατία

Την ελλιπή διασύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας

Τις ελλείψεις σε υποδομές, ειδικά αυτές που αφορούν τη βιομηχανία.

Την ανεπαρκή πρόσβαση των ΜμΕ σε τραπεζική χρηματοδότηση

“Παρά την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας και της βιομηχανίας, ορισμένα διαχρονικά προβλήματα παραμένουν άλυτα ενώ προσετέθησαν νέα” τόνισε, χαρακτηριστικά, ο κ. Θεοδωρόπουλος και εξειδίκευσε:

“Τα διαχρονικά προβλήματα αφορούν τη χωροταξία, την ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης, την άδικη φορολόγηση των μεσαίων στελεχών, τη γραφειοκρατία, την πολυνομία, την ελλιπή διασύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, όπως και τις ελλείψεις σε υποδομές στις βιομηχανικές συγκεντρώσεις της περιφέρειας.

Ανάμεσα στα νέα προβλήματα, ξεχωρίζει η υψηλότερη τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές μας και οι μεγάλες διακυμάνσεις της.

Το υψηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας μειώνει την ανταγωνιστικότητα και τροφοδοτεί τον πληθωρισμό, ενώ οι μεγάλες διακυμάνσεις εμποδίζουν την προβλεψιμότητα και δυσχεραίνουν τις επιχειρήσεις στη σύναψη συμφωνιών με πελάτες τους, ακόμα και διάρκειας μερικών μηνών.

Οι επιχειρήσεις πρέπει να θωρακιστούν, όχι μόνον οι ενεργοβόρες, αλλά και εκείνες της μέσης τάσης.

Χρειάζονται μέτρα, άμεσα και αποτελεσματικά, όπως έχουν κάνει και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς όπως όλοι καταλαβαίνουμε, οι δομικές παρεμβάσεις χρειάζονται χρόνο για να φέρουν αποτελέσματα. Επιπλέον, το πρόβλημα του κόστους ενέργειας επιτείνει, η ανεπαρκής συνδεσιμότητα με τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας για αξιοποίηση εργαλείων μείωσης του κόστους, όπως είναι το net billing και άλλα.

Νέο πρόβλημα, το οποίο δεν αντιμετωπίζαμε παλαιότερα, είναι το γεγονός ότι οι εταιρείες δεν βρίσκουν τους εργαζομένους που χρειάζονται.

Διαπιστώνονται ελλείψεις όλων των ειδικοτήτων, ενώ ειδικότερα, υπάρχουν σημαντικές δυσκολίες εξεύρεσης εργαζομένων με τεχνικές δεξιότητες, μετά την κατάργηση των μέσων τεχνικών σχολών και των ΤΕΙ.

Τέλος, παρέμεινε μετά την κρίση, και έχει μάλιστα ενταθεί, το πρόβλημα της ανεπαρκούς πρόσβασης των ΜμΕ σε τραπεζική χρηματοδότηση”.

Ο κ. Θεοδωρόπουλος αναγνώρισε, πάντως ότι οι πρόσφατες εξαγγελίες του Υπουργείου Ανάπτυξης κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι η Ελλάδα χρειάζεται να πραγματοποιήσει άμεσα ένα επενδυτικό άλμα που θα διαρκέσει πέραν του Ταμείου Ανάκαμψης.

Συγκεκριμένα, πρότεινε τις υπεραποσβέσεις σε παραγωγικές επενδύσεις ως ένα συμπληρωματικό επενδυτικό εργαλείο, το οποίο θα λειτουργεί ανεξαρτήτως μεγέθους επιχείρησης, κλάδου και περιοχής, είτε για επέκταση – εκσυγχρονισμό υφιστάμενης δραστηριότητας, είτε για δημιουργία νέας και θα δίνει έμφαση στην κατά προτεραιότητα αξιοποίηση των ιδίων πόρων των επιχειρήσεων με φορολογικές επιβραβεύσεις αντί για επιδοτήσεις.

 Ο Πρόεδρος του ΣΕΒ υπογράμμισε τη σημασία της συνεργασίας για μια ευημερούσα κοινωνία και οικονομία, και κάλεσε τους κοινωνικούς εταίρους και την Πολιτεία στη δημιουργία ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου επ’ ωφελεία όλων.

Κλείνοντας την ομιλία του, απευθύνθηκε προς τους επιχειρηματίες επισημαίνοντας ότι όσα κίνητρα και να δώσει η Πολιτεία, η ευθύνη για τη βελτίωση της παραγωγικότητας παραμένει ατομική. «Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο, στις επιχειρήσεις και στους ανθρώπους μας. Να μετασχηματίσουμε τις εταιρείες μας ακόμα πιο γρήγορα, υιοθετώντας τεχνολογικές λύσεις, ψηφιακούς μετασχηματισμούς, και αναζητώντας την καινοτομία».

Να σημειωθεί ότι κ. Guy Verhofstadt στην ομιλία του, που έκανε αίσθηση, αναφέρθηκε στην υστέρηση της ΕΕ σε σχέση με τον άλλο κόσμο. «Σήμερα ζούμε σε μια νέα εποχή «αυτοκρατοριών» στην οποία, όχι τα έθνη κράτη, αλλά οι μεγάλες χώρες και οι υπερεθνικοί οργανισμοί, αποφασίζουν για τη μοίρα του κόσμου. Είναι ένας πολύ σκληρός κόσμος που βασίζεται στον πολιτικό, στρατιωτικό, οικονομικό και τεχνολογικό ανταγωνισμό. Είναι άραγε έτοιμη η Ευρώπη για αυτή τη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων; Η απάντηση είναι πως δεν είμαστε. Χρειάζεται επειγόντως να οικοδομήσουμε μια Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση και να ολοκληρώσουμε την ενιαία μας αγορά (έκθεση Letta), ιδιαίτερα όσον αφορά στις κεφαλαιουχικές υπηρεσίες, τις τηλεπικοινωνίες και τις ψηφιακές αγορές. Αυτό θα απαιτήσει θεσμικές μεταρρυθμίσεις, όπως τον τερματισμό του κανόνα της ομοφωνίας και τη θέσπιση ενός μεγαλύτερου ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, όπως προτείνεται στην έκθεση Draghi».