Μέσα από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου ήταν ελεύθεροι. Εξω από αυτά δέσμιοι της χούντας. Οκτώ πρωταγωνιστές του αντιδικτατορικού αγώνα που βρέθηκαν στα κελιά της Ασφάλειας και στα κολαστήρια της ΕΣΑ, άνθρωποι της διπλανής πόρτας που αγωνίζονταν για την ελευθερία, χωρίς να έχουν ιδέα ότι γράφουν Ιστορία, ξεδιπλώνουν τις αναμνήσεις τους. Αφορμή οι ερωτήσεις που δέχονται από τέσσερα ζευγάρια εφήβων, μαθητών και μαθητριών 15-17 ετών, που ζητούν να μάθουν όχι μόνο τα γεγονότα, αλλά τα συναισθήματα, όσα επινοούσαν για να καταφέρουν να επιβιώσουν, τις αγωνίες, αλλά και τον απολογισμό τους μισό αιώνα μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.

Το αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης των διαφορετικών γενεών με άξονα τα γεγονότα του Πολυτεχνείου βιντεοσκοπήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «Οι γενιές συνομιλούν: Οι έφηβες και οι έφηβοι ρωτούν τους αντιστασιακούς της χούντας» από την Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων και τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) στο πλαίσιο των επετειακών εκδηλώσεων «1974 & 1944: Η Αθήνα γιορτάζει την ελευθερία της» του Δήμου Αθηναίων. Και τα οκτώ σύντομα βίντεο διατίθενται δωρεάν μέσω Διαδικτύου.

«Νιώθω πολύ τυχερή που συνάντησα ανθρώπους που έχουν αγωνιστεί για να στεριώσει η Δημοκρατία», λέει στα «ΝΕΑ» η 17χρονη Λυδία-Ελένη Αγγελίδη, μαθήτρια της Γ’ Λυκείου σε πρότυπο δημόσιο σχολείο, η οποία και έθεσε ερωτήσεις στη Μέλπω Λεκατσά και τον Δημήτρη Παπαχρήστο. Και διαπίστωσε με αφορμή τις συνεντεύξεις αυτές ότι τα παιδιά της γενιάς της δεν διδάσκονται πολλά κεφάλαια της ελληνικής Ιστορίας του 20ού αι. «Εφυγα από το γύρισμα προβληματισμένη από όσα άκουσα και θέλησα να τα μοιραστώ με τους φίλους μου. Συνειδητοποίησα ότι όλοι μπορούμε να φέρουμε την αλλαγή αρκεί να το πιστέψουμε και να προσπαθήσουμε».

Δημήτρης Παπάχρηστος

«Επεσα πάνω σε έναν από τους βασανιστές μου…»

«Αν μου πείτε να πω τώρα τον εθνικό ύμνο δεν μπορώ», λέει ο Δημήτρης Παπαχρήστος, γνωστός στους περισσότερους

ως η «φωνή» του Πολυτεχνείου. «Τότε δεν ξέραμε ότι γράφαμε Ιστορία. Ο ραδιοφωνικός σταθμός ήταν όπλο. Σπάσαμε τη

μοναξιά. Ακουγόμασταν ως την Ομόνοια, γίνονταν αναμεταδόσεις. Τρομοκρατήσαμε τους τρομοκράτες. Η φωνή μας μπήκε

μέσα στα σπίτια τους (…). Το 1974 έπεσα πάνω σε έναν από τους βασανιστές μου, τον Κωνσταντίνο Σμαΐλη. Ημουν 22 ετών, σε μια συγκέντρωση στα Προπύλαια και τον είδα να περνά από την Ακαδημίας. Τον κυνηγήσαμε μαζί με άλλους δέκα. Το έβαλε στα πόδια, όπως το είχα βάλει κι εγώ όταν με κυνηγούσε στην Αλεξάνδρας, όπου είχα πάει να παραλάβω κάποια τρόφιμα που μου είχαν στείλει από το χωριό».

Αγγελος Χρυσικοπούλος

«Οι ανακρίσεις δεν γίνονταν με τακτ…»

«Με συνέλαβαν στις 9 και στις 9.15 η γυναίκα μου το άκουσε από την Ντόιτσε Βέλε που είχε πολύ καλή πληροφόρηση», εξιστορεί ο Αγγελος

Χρυσικόπουλος, ύπαρχος στο «Σφενδόνη», που συμμετείχε στο Κίνημα του Ναυτικού. «Βρέθηκα στην απομόνωση με ένα φως σε 24ωρη βάση, χωρίς να έχω αίσθηση του χρόνου, και με πρόσβαση στην τουαλέτα μόνο το πρωί και το βράδυ. Οι ανακρίσεις δεν γίνονταν με τακτ… Και ενώ είχα μυήσει επτά άτομα δεν συνελήφθη κανείς τους, διότι δεν τους κατονόμασα», θυμάται και μεταξύ άλλων μιλάει για τη γνωριμία του με τον Σπύρο Μουστακλή, με τον οποίο γνωρίστηκαν στη βάση τορπιλακάτων στο Μπογάζι της Κύπρου.

Γιάννης Ξαρχουλάκος

«Εμαθα να κουμαντάρω τον φόβο μου»

«Ξεκίνησα την πολιτική μου δράση στην Α’ Γυμνασίου και οργανώθηκα στη νεολαία της Αριστεράς στα τέλη της Β’ Γυμνασίου. Στα 17 μου έκανα πολιτική απολογία σε έκτακτο στρατοδικείο λόγω της δικτατορίας», θυμάται ο νεότερος κρατούμενος της Επταετίας. Και εξηγεί ότι η σύλληψή του – ένιωσε την κάνη του όπλου στον κρόταφό του, ενώ κοιμόταν – δεν οφειλόταν στην ικανότητα των αστυνομικών αρχών. «Ηταν η απειρία μου να γράφω με τους φίλους μου συνθήματα στους τοίχους στη γειτονιά που με γνώριζαν και το λεγόμενο κάρφωμα». «Φοβόσοσταν;», τον ρωτούν οι μαθητές. «Αν φοβόμουνα; Πάρα πολύ και πριν με πιάσουν, αλλά έμαθα να κουμαντάρω τον φόβο μου».

Θούλη Στάικού

«Μέσα ήταν η ελευθερία. Εξω η σκλαβιά»

Οταν δεν στεκόταν πλάι στην πύλη του Πολυτεχνείου κρατώντας έναν καθρέφτη, ώστε να αντανακλώνται οι ακτίνες του ήλιου και να μην μπορούν οι κάμερες που είχαν στηθεί στα μπαλκόνια των απέναντι ξενοδοχείων να καταγράφουν τα πρόσωπα εντός του ιδρύματος, έγραφε τρικάκια που μοιράζονταν στα τρόλεϊ που διέσχιζαν την Πατησίων. Η εκ Καβάλας ορμώμενη Θούλη Στάικου, αν και έμενε μόλις ένα στενό πίσω από το Πολυτεχνείο, δεν έφυγε ούτε ένα λεπτό κατά τη διάρκεια των τριών ημερών της εξέγερσης. «Μέσα ήταν η ελευθερία. Εξω η σκλαβιά. Φοβόμουν μη και δεν ξαναμπώ», λέει μιλώντας στους εφήβους. Και παραδέχεται ότι με τις εξελίξεις ένιωσε μεγάλη ήττα. «Οταν ανέλαβε ο Ιωαννίδης αισθάνθηκα ότι δεν κάναμε τίποτα. Οτι τα κάναμε χειρότερα» και εξομολογείται ότι για πολλά χρόνια δεν ήθελε ως εκπαιδευτικός να συμμετέχει στον εορτασμό του Πολυτεχνείου λέγοντας στους μαθητές της: «Δεν είμαι αρχαίος πρόγονος για να με γιορτάζετε».

Μάκης Μπαλαούρας

«Μου ξερίζωσαν τα μαλλιά στην Ασφάλεια»

Ζωηρός από μαθητής με διαγωγή κοσμία στις τρεις τελευταίες τάξεις του σχολείου, ο Μάκης Μπαλαούρας βρέθηκε από τα Λεχαινά Ηλείας, όπου είχε γεννηθεί, φοιτητής στην ΑΣΟΕΕ. Οταν οι ασφαλίτες άρχισαν να τον κυνηγούν για να του πάρουν το χαρτί με τις 100 υπογραφές συμφοιτητών του και αίτημα ελεύθερες εκλογές σε όλες τις σχολές (τις είχε συλλέξει μαζί με τον Δ. Παπαχρήστο), τις έχωσε στο πουκάμισο ενός συμπατριώτη του που συνάντησε τυχαία στην πλατεία Βικτωρίας. Στη συνέχεια συνελήφθη κάμποσες φορές. «Μου ξερίζωσαν τα μαλλιά στην Ασφάλεια. Οταν κρατήθηκα στην απομόνωση στην ΕΣΑ Νέας Φιλαδέλφειας έφτιαχνα τράπουλα από τα χαρτόνια συσκευασίας των εσωρούχων που μου έφερνε η αδελφή μου και έριχνα πασιέντζες ή έκανα μπλόφες στον εαυτό μου», θυμάται. Και όταν ήθελε να εμψυχώσει τους συγκρατουμένους του, τους τραγουδούσε «Γαρίφαλο στ’ αφτί».

Μέλπω Λεκατσά

«Να βγούμε ζωντανοί, αρτιμελείς και ψυχικά υγιείς»

«Υπήρξε πολύ άτυχος όποιος πέρασε από τα κελιά της ΕΣΑ. Δάγκωνες τη γλώσσα σου για να επιζήσεις. Ο αγώνας ήταν να βγούμε ζωντανοί, αρτιμελείς και ψυχικά υγιείς. Υπήρξα τυχερή που δεν είπα κάτι. Δεν κατηγορώ όσους υπέγραψαν, ούτε για έναν που λύγισε και είπε κάτι», υποστηρίζει η Μέλπω Λεκατσά που βρέθηκε στην Ασφάλεια επειδή την είχαν διορίσει μέλος ενός φοιτητικού συμβουλίου στη Φαρμακευτική όπου σπούδαζε, χωρίς να έχουν προηγηθεί εκλογές. «Θεωρώ πολύ τυχερό τον εαυτό μου που μπόρεσα να ζήσω ένα τέτοιο μεγαλειώδες γεγονός, όπως το Πολυτεχνείο, που χτύπησε στα σπλάχνα τη δικτατορία. Το ότι ήμουν ένα κουκί εκεί μέσα για μένα είναι συγκλονιστικό. Είναι μια μεγαλειώδης στιγμή που οδήγησε με το λιθαράκι της στη Μεταπολίτευση», κάνει τον απολογισμό της η υπεύθυνη του φαρμακείου στο Πολυτεχνείο τον Νοέµβριο του 1973.

Ολύμπιος Δάφερμος

«Ηταν ένα διαισθητικό κίνημα»

«Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα δεν ήταν συνδικαλιστικό, ήταν καθαρά αντιδικτατορικό και μονοδιάστατο, δυστυχώς. Δεν είχαμε άποψη τι θα γίνει μετά. Δεν ήταν σαν τον Μάη του ’68 που κοίταξε και τα προγράμματα σπουδών και τις κοινωνικές σχέσεις και όλα τα άλλα. Ηταν ένα διαισθητικό κίνημα και όχι ένα κίνημα που ανέλυε την πραγματικότητα. Ηταν εντελώς ειρηνικό, μαζικό, φανερό και ιδεολογικά με νεφελώδη αριστερό προσανατολισμό», καταθέτει ο μηχανολόγος – μηχανικός και ενεργό μέλος του αντιδικτατορικού αγώνα Ολύμπιος Δαφέρμος που παραδέχεται πως η συμμετοχή του στα γεγονότα του Πολυτεχνείου τον «χάραξε» και πως θυμάται τις ημέρες εκείνες ως μια «ονειρική κατάσταση» όπου επικρατούσε η συναδέλφωση, η αγάπη και η αλληλεγγύη.

Nτόρα Γρασομανίδου

«Οι νέοι ζουν στα ακουστικά και στο Διαδίκτυό τους»

Εφερε τον τηλεβόα στη δεύτερη κατάληψη της Νομικής και ενώ βρέθηκε να κουτρουβαλά τις ματωμένες σκάλες του κτιρίου απέφυγε τη σύλληψη εκείνη την ημέρα η Ντόρα Γρασομανίδου. Η σύλληψή της έγινε στις αρχές Μαΐου, ένα βράδυ, ενώ έφευγε από το σπίτι φίλων

της στην οδό Σκουφά. Οι ασφαλίτες άρχισαν να τους χτυπούν ενώπιον των εμβρόντητων θεατών του Πειραματικού Θεάτρου, οι οποίοι είχαν μόλις βγει από την παράσταση. Σήμερα, μισό αιώνα μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείο, απαντά πως οι αγώνες της αναγνωρίστηκαν μόνο από τους συναγωνιστές της και αντιμετωπίζει το μέλλον με απαισιοδοξία: «Με εντυπωσιάζει η άγνοια των νέων για τη σύνθεση της κυβέρνησης ή των πολιτικών κομμάτων. Ζουν στα ακουστικά και στο Διαδίκτυό τους. Είμαι απαισιόδοξη. Θα ήθελα να δώσω μια συμβουλή: περισσότερο διάβασμα και λιγότερο Διαδίκτυο».