Το ακούς και δεν το πιστεύεις. Πληροφορείσαι τις λεπτομέρειες του τραγικού συμβάντος και μένεις άναυδος. Ενας νέος άνθρωπος, ένας ποδοσφαιριστής ηλικίας 31 ετών και λίγων μηνών, νεκρός! Εως ότου γίνουν πλήρως γνωστά τα αίτια της τραγωδίας, μένεις να απορείς και να σκέφτεσαι το «γιατί». Ολοι τρωτοί και με το νήμα της ζωής να κόβεται εκεί που δεν το περιμένεις και το γνωρίζει μόνο ο Ενας…

Ο Μπάλντοκ, μόλις πριν από τρεις ημέρες, την Κυριακή 6 Οκτωβρίου, έδωσε μάχες με τη φανέλα του Παναθηναϊκού απέναντι στον Ολυμπιακό προτού παραχωρήσει τη θέση του στον Κώτσιρα στο 75’. Ανέβηκε και κατέβηκε την πλευρά, είχε δυνάμεις, ένας πολύ αξιόλογος ποδοσφαιριστής που σταδιακά προσαρμοζόταν στα δεδομένα του ελληνικού πρωταθλήματος.

Πρώτη φορά αγωνιζόταν στα μέρη μας, καθόσον η καριέρα του είχε να κάνει κυρίως με τις αγγλικές Λίγκες. Στη δε εθνική, ήταν στις κλήσεις στα ματς –μπαράζ για την πρόκριση στα τελικά του Ευρωπαϊκού του περασμένου καλοκαιριού. Βασικός στο 5-0 επί του Καζακστάν (αλλαγή από τον Ρότα στο 67’), ξανά στην ενδεκάδα απέναντι στη Γεωργία λίγα 24ωρα αργότερα(ξανά αντικαταστάθηκε από τον Ρότα στο 60’). Ηταν ραντεβού του περασμένου Μαρτίου. Απολύτως ενεργός, συνεπώς. Και συνεπής στα καθήκοντά του, ένας δεξιός ακραίος οπισθοφύλακας που φόρεσε τη γαλανόλευκη επειδή το ήθελε και το έκανε με ξεχωριστή ζέση κάθε φορά που τον καλούσε ο Γκουστάβο Πογέτ, ο κόουτς που τον εμπιστεύτηκε περισσότερο από κάθε άλλον.

Τα λόγια στερεύουν. Ο πόνος ,κατά το κοινώς λεγόμενο, είναι βουβός. Τα συλλυπητήρια έρχονται από παντού. Και από την Αγγλία προκύπτει πως οι ποδοσφαιριστές της εθνικής ομάδας ήταν αδύνατο να κρύψουν την κακή ψυχολογική τους κατάσταση στο άκουσμα της τραγικής είδησης.

Μόλις 31 ετών. Ο Τζόρτζ Μπάλντοκ. Ποιος μπορεί να το χωνέψει, αλήθεια;