To Ισραήλ δεν σηκώνει αντιρρήσεις για την πολιτική του: χαρακτηρίζει οποιαδήποτε διαφωνία εκδήλωση αντισημιτισμού. Συχνά είναι. Όμως, αυτό το ιστορικό αίσθημα ανωτερότητας μαζί με τον υπαρξιακό φόβο, σε συνδυασμό με πατροπαράδοτες εθνοθρησκευτικές αρχές, καταλήγει σε ακροσφαλή πολιτική και απόρριψη της διπλωματίας. Αυτή τη στιγμή, η ισραηλινή κυβέρνηση φαίνεται να μην ακούει καμιά φωνή λογικής: οι προσπάθειες του Τζο Μπάιντεν και του Άντονυ Μπλίνκεν (ο οποίος έχει ταξιδέψει στη Μέση Ανατολή 11 φορές) έπεσαν στο κενό· όσο για τη δήλωση του Εμμανουέλ Μακρόν ότι το Ισραήλ είναι δημιούργημα των Ηνωμένων Εθνών, επιδείνωσε τις γαλλο-ισραηλινές σχέσεις. Πάντως, η χώρα δημιουργήθηκε με την απόφαση 181 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ: στις 29 Νοεμβρίου 1947 επικυρώθηκε η διαίρεση της Παλαιστινιακής Εντολής σε «ένα αραβικό και ένα εβραϊκό κράτος». Η Διακήρυξη Ανεξαρτησίας του Ισραήλ στις Μαΐου 1948 αναφέρεται σε αυτό το κείμενο: ο ρόλος του ΟΗΕ δεν αμφισβητήθηκε ποτέ.
Τώρα, οι Ισραηλινοί στρέφονται στη θρησκεία και δημιουργούν μύθους γύρω από τον σιωνισμό κινητοποιώντας το ιδεολογικό οπλοστάσιο που απονομιμοποιεί τη διεκδίκηση της ίδιας γης από τους εχθρούς τους. Σε μια περιοχή όπου οι μεγάλοι μεσογειακοί αυτοκράτορες διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλον, από τους Ασσυρίους μέχρι τον Μέγα Αλέξανδρο, τον Καίσαρα, τον Σαλαντίν και τους Βρετανούς, οι Εβραίοι και οι Άραβες βρίσκουν εύκολα τον υποτιθέμενο πρόγονο ή το αποκαλυπτικό γεγονός που δήθεν δικαιολογεί ένα ανώτερο δικαίωμα στη γη της Παλαιστίνης: η ιστορία από τον Αβραάμ μέχρι το Άουσβιτς ή από τον Μωάμεθ μέχρι τη Νάκμπα νομιμοποιεί όλες τις φρικαλεότητες. Αν και ο ιουδαϊκός πολιτισμός είναι θεμέλιο της Δύσης, η πολιτική του Ισραήλ με τη σημερινή ηγεσία δεν είναι ορθολογική· είναι, κατά κάποιον τρόπο, ουσιοκρατική. Προβάλλει το επιχείρημα της εβραϊκής «ουσίας» που είναι δεμένη με την παλαιστινιακή γη· με την Ιερουσαλήμ· και ξεχνά το «πραγματιστικό» στοιχείο της ιστορίας που σχετίζεται με μιαν απόφαση του ΟΗΕ. Μέσω αυτής της ουσιοκρατίας το Ισραήλ αρνείται την ύπαρξη των Παλαιστινίων, οι οποίοι πράγματι έγιναν «λαός» από τότε που ιδρύθηκε το Ισραήλ –νωρίτερα ήταν απλώς Άραβες. Όμως, τώρα υπάρχουν· άρα, χρειάζεται κάποια συνεννόηση στο σήμερα: αντιθέτως, οι Ισραηλινοί –όπως και οι Άραβες φυσικά– προσπαθούν να αποδείξουν το δίκιο της δικής τους πλευράς με αναγωγή στον παρελθόν. Μια τέτοια διαδικασία εισάγει στην πολιτική τη θρησκεία, κάτι που ακόμα και για τους Άραβες δεν αποτελεί αναπόδραστη μοίρα –ο αραβικός κόσμος έχει περάσει από φάσεις σχετικού παραμερισμού του Ισλάμ από την πολιτική ζωή. Αλλά, εδώ παρατηρούμε ολίσθηση σε πόλεμο Γιαχβέ-Αλλάχ, χωρίς ισραηλινό στρατηγικό σχέδιο για το μετά. Ο πόλεμος δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα.
Η ισραηλινή ηγεσία μοιάζει να μη λαμβάνει υπόψη ότι το Ισλάμ –που επιδιώκει την καταστροφή του Ισραήλ– επηρεάζει δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους και έχει κερδίσει την πολιτική στήριξη μεγάλων πληθυσμών που δεν είναι καν μουσουλμάνοι. Εξάλλου, όσο στριμωγμένες κι αν είναι σήμερα η ιρανική εξουσία, η Χεσμπολά και η Χαμάς, και παρά τις θεαματικές επιτυχίες του Ισραήλ στον εντοπισμό τρομοκρατών, είναι πρακτικά αδύνατο να εξοντωθούν όλοι χωρίς να εμφανιστούν διάδοχοί τους μαζί με καινούργιες αιτίες ισλαμιστικής δράσης. Η διπλωματική λύση δεν είναι απαραίτητη μόνο επειδή υποφέρουν άμαχοι Γαζαίοι, αλλά κυρίως επειδή αν συνενώσουν τις δυνάμεις τους οι τρομοκρατικές ομάδες και τα οργανωμένα ισλαμικά κράτη, το Ισραήλ θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση. Ακόμα και η Ρωσία, αν και φοβάται μήπως το Ιράν αποκτήσει πυρηνικά όπλα, στηρίζει τους μουλάδες εναντίον των Ισραηλινών. Άρα, δεν υπάρχει επιλογή: πρέπει να οργανωθεί η ειρηνική συνύπαρξη 7 εκατομμυρίων Εβραίων και 8 εκατομμυρίων Παλαιστινίων «ανάμεσα στη θάλασσα και το ποτάμι», με την παραδοχή ότι αμφότερες οι κοινότητες βρίσκονται στον τόπο τους. Και εφόσον η εβραϊκή κοινότητα έχει αναπτυχθεί πολύ περισσότερο, διαθέτοντας, όπως προανέφερα, πολιτιστικό υπόβαθρο χωρίς ιστορική ασυνέχεια, προσδοκά κανείς από το Ισραήλ ρεαλισμό και βιώσιμο σχέδιο.
Δεδομένου ότι δεν νοείται διαπραγμάτευση με εκπροσώπους της Χαμάς και της Χεσμπολά, απαιτείται κάποια συνεννόηση με τους Ιρανούς. Όχι ότι είναι εύκολο να συνεννοηθεί κανείς με τους μουλάδες. Το Ιράν χρηματοδοτεί τρομοκρατικές ομάδες και καλλιεργούν μαχητικό αντιδυτισμό και αντιεβραϊσμό στον Λίβανο, στη Γάζα, στη Συρία, στην Υεμένη και στο Ιράκ, αποσταθεροποιώντας ακόμα περισσότερο μια πολυπαθή περιοχή. Όλα τούτα πρέπει να συζητηθούν με τον Μασούντ Πεζεσκιάν σε μια win-win προοπτική: αν το Ιράν παραιτηθεί από την κινητοποίηση ισλαμιστικών συμμοριών, οι Ισραηλινοί να αποσυρθούν από τον Λίβανο και τη Γάζα. Αν η ιρανική ηγεσία δεν καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, οι ΗΠΑ θα διοχετεύσουν στο Ισραήλ όλα τα όπλα του συμβατικού οπλοστασίου, συμπεριλαμβανομένων των βομβών bunker-buster των 13,6 τόνων που μπορούν να καταστρέψουν βαθιά θαμμένες πυρηνικές εγκαταστάσεις. Ο Αλί Χαμενέι πίστευε πάντοτε ότι το μίσος για την «Αμερική» και για το Ισραήλ είναι ο πυλώνας του ισλαμιστικού καθεστώτος: σήμερα, η επιβίωση του καθεστώτος ίσως εξαρτάται περισσότερο από τις μεταρρυθμίσεις και λιγότερο από τον αντιαμερικανισμό. Η αλλαγή καθεστώτος είναι υπόθεση του ιρανικού λαού, αλλά η αλλαγή στάσης στη Μέση Ανατολή εξαρτάται από συνδυασμό απειλών και υποσχέσεων.
Όσο για το σχέδιο του «μετά», θα πρέπει να περιλαμβάνει τον έλεγχο της Χεσμπολά από τον λιβανικό στρατό κι από μια αξιόπιστη διεθνή δύναμη, καθώς και τη διεθνή διοίκηση της Γάζας μέχρι να προωθηθεί η λύση των δύο κρατών. Είναι επίσης απαραίτητο να αλλάξει η μεσσιανική στάση του Μπίμπι ή ολόκληρη η κυβέρνησή του στην οποία συμμετέχουν διάφοροι πολεμοχαρείς με εποικιστικά οράματα. Οι Ισραηλινοί πρέπει να καταλάβουν ότι η επέκτασή τους στη Γάζα ή/και στη Δυτική Όχθη είναι αδύνατη· πρέπει να εγκαταλείψουν τις επιχειρήσεις εποικισμών και όλες τις προσπάθειες προσάρτησης· με λίγα λόγια, να σεβαστούν τα νόμιμα σύνορά τους, να προασπίσουν τη νομιμότητά τους ως δημοκρατικό κράτος.