ΗΠΑ: Ένα διχασμένο έθνος οδεύει σε προεδρικές εκλογές – Οι φόβοι των Αμερικανών ψηφοφόρων για το μέλλον της δημοκρατίας

Οι Αμερικανοί ψηφοφόροι αντιμετωπίζουν τις επικείμενες προεδρικές εκλογές με βαθιά ανησυχία για το τι μπορεί να ακολουθήσει της 5ης Νοεμβρίου, καθώς φόβοι για βία, απόπειρες ανατροπής των εκλογικών αποτελεσμάτων και οι ευρύτερες επιπτώσεις για τη δημοκρατία εντείνονται, σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση.

Η έρευνα, που διεξήχθη από το Associated Press-NORC Center for Public Affairs Research, στην οποία συμμετείχαν 1.072 ενήλικες και διεξήχθη από τις 11 έως τις 14 Οκτωβρίου 2024, αποκαλύπτει έντονες ανησυχίες για τη σταθερότητα της δημοκρατίας στη χώρα, σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά την άρνηση του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αποδεχθεί τα αποτελέσματα των εκλογών του 2020, η οποία ενέπνευσε ένα πλήθος υποστηρικτών του να καταλάβουν το Καπιτώλιο σε μια βίαιη προσπάθεια να εμποδίσουν την ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας.

Σχεδόν 4 στους 10 εγγεγραμμένους ψηφοφόρους δηλώνουν ότι είναι «εξαιρετικά» ή «πολύ» ανήσυχοι για μια πιθανή βίαιη προσπάθεια ανατροπής των αποτελεσμάτων. Ένα αντίστοιχο ποσοστό ανησυχεί για νομικές απόπειρες που θα μπορούσαν να αποσκοπούν στην αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων, όπως προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Επιπλέον, περίπου 1 στους 3 ψηφοφόρους αναφέρει ότι είναι «εξαιρετικά» ή «πολύ» ανήσυχος για προσπάθειες από τοπικούς ή πολιτειακούς εκλογικούς αξιωματούχους να σταματήσουν την επικύρωση των αποτελεσμάτων.

Στον αντίποδα, σχετικά λίγοι ψηφοφόροι -περίπου το ένα τρίτο ή και λιγότεροι- δηλώνουν «όχι ιδιαίτερα» ή «καθόλου» ανήσυχοι για το ενδεχόμενο τέτοιων γεγονότων.

Ο Τραμπ συνεχίζει να διαδίδει ότι η ήττα του στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές οφείλεται σε νοθεία, ενώ ήδη προβλέπει πως μπορεί να χάσει στις επόμενες εκλογές μόνο αν υπάρξουν παρατυπίες εις βάρος του, μια στρατηγική που υιοθετεί από την πρώτη του προεκλογική καμπάνια.

Οι σύμμαχοί του, μαζί με την Εθνική Επιτροπή των Ρεπουμπλικανών που αναδιοργάνωσε ο ίδιος, έχουν ήδη καταθέσει αγωγές σε διάφορες περιοχές της χώρας, υποδηλώνοντας ότι μπορεί να υπάρξει κύμα νομικών προκλήσεων σε περίπτωση ήττας του.

«Πίστευα ότι μετά τις 6 Ιανουαρίου του 2021, οι Ρεπουμπλικανοί θα είχαν τη λογική να τον απορρίψουν ως υποψήφιο», δήλωσε η Αοστάρα Κέι από το Ντάουνι της Καλιφόρνια, αναφερόμενη στον Τραμπ. «Και από τη στιγμή που δεν το έκαναν, πιστεύω ότι αυτό του έδωσε θάρρος να θεωρεί πως μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και ότι θα συνεχίσουν να τον στηρίζουν».

Αρκετοί ψηφοφόροι πιστεύουν ότι ο Τραμπ δεν θα παραδεχθεί μια πιθανή ήττα

Οι εκτεταμένες προσπάθειες του Ντόναλντ Τραμπ να απορρίψει και να υποβαθμίσει τη βούληση των ψηφοφόρων και να παραμείνει στην εξουσία μετά την ήττα του το 2020, έχουν δημιουργήσει ανησυχίες ότι θα αρνηθεί και πάλι να παραδεχθεί την ήττα του, αν χάσει από την Αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις στις επερχόμενες εκλογές.

Σχεδόν 9 στους 10 ψηφοφόρους πιστεύουν ότι ο ηττημένος στις προεδρικές εκλογές, όποιος κι αν είναι αυτός, οφείλει να παραδεχθεί την ήττα του μετά την ολοκλήρωση της καταμέτρησης και να προχωρήσει σε επίλυση τυχόν νομικών ζητημάτων που μπορεί να προκύψουν.

Παρ’ όλα αυτά, μόλις το ένα τρίτο των ψηφοφόρων αναμένει ότι ο Τραμπ θα αποδεχθεί τα αποτελέσματα και θα παραχωρήσει την εξουσία σε περίπτωση ήττας του.

Η άποψη αυτή διχάζει τα δύο μεγάλα κόμματα, με περίπου τα 2/3 των Ρεπουμπλικανών να πιστεύουν ότι ο Τραμπ θα παραδεχθεί την ήττα, σε αντίθεση με μόλις 1 στους 10 Δημοκρατικούς.

Αντίθετα, το συγκεκριμένο ζήτημα δεν φαίνεται ότι θα επηρέασει την παραδοχή της Χάρις, σε περίπτωση ήττας, καθώς σχεδόν 8 στους 10 ψηφοφόρους, συμπεριλαμβανομένων των περισσότερων Ρεπουμπλικανών, θεωρούν ότι θα αποδεχθεί το αποτέλεσμα σε περίπτωση ήττας της.

Μέλη και των δύο κομμάτων έχουν εκφράσει έντονες ανησυχίες για την πορεία της Αμερικανικής δημοκρατίας, ανάλογα με το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεμβρίου.

Συνολικά, περίπου οι μισοί ψηφοφόροι πιστεύουν ότι μια νίκη του Τραμπ θα αποδυναμώσει τη δημοκρατία στις ΗΠΑ, ενώ περίπου 4 στους 10 ανησυχούν ότι το ίδιο θα συνέβαινε με μια προεδρία της Χάρις.

Ο διχασμός στις ΗΠΑ είναι έντονος με βάση τις ιδεολογικές γραμμές των δύο κομμάτων, με 8 στους 10 Ρεπουμπλικανούς να θεωρούν ότι μια νέα θητεία του Τραμπ θα ενίσχυε τη δημοκρατία, ενώ ανάλογο ποσοστό Δημοκρατικών υποστηρίζει το ίδιο για τη Χάρις.

Ενδεικτικό είναι ότι 9 στους 10 ψηφοφόρους από κάθε κόμμα πιστεύουν ότι ο υποψήφιος του αντίθετου κόμματος θα αποτελέσει απειλή για τη δημοκρατία.

Η επίθεση της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ και οι ευθύνες γύρω από αυτήν αποτελούν βασικό σημείο διαφωνίας ανάμεσα στους Αμερικανούς ψηφοφόρους. Οι Δημοκρατικοί και οι ανεξάρτητοι, σε σύγκριση με τους Ρεπουμπλικανούς, αποδίδουν «μεγάλη» ή «σημαντική» ευθύνη στον Ντόναλντ Τραμπ για τα γεγονότα εκείνης της ημέρας.

Η ανεξάρτητη ψηφοφόρος Σούζαν Όντε, από το Σικάγο, ανησυχεί ότι «ορισμένοι θα πιστέψουν την παραπληροφόρηση που τους δίνεται», κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα επίθεση.

Αντίθετα, η Τζιοβάνα Ελίζαμπεθ Μινάρντι από την Καλιφόρνια θεωρεί ότι η οικονομία είναι το πιο σημαντικό θέμα των φετινών εκλογών, τονίζοντας ότι οι υψηλές τιμές προκαλούν εξάρτηση από την κυβέρνηση, κάτι που πιστεύει ότι η Χάρις επιδιώκει να διατηρήσει.

Οι απόψεις για την επίθεση της 6ης Ιανουαρίου δεν είναι το μοναδικό σημείο που διχάζει τους ψηφοφόρους. Ακολουθώντας τη ρητορική Τραμπ, η πλειονότητα των Ρεπουμπλικανών εξακολουθεί να αμφισβητεί τη νομιμότητα της εκλογής Μπάιντεν, ενώ σχεδόν όλοι οι Δημοκρατικοί και περίπου 7 στους 10 ανεξάρτητους πιστεύουν ότι ο Μπάιντεν εκλέχθηκε νόμιμα.

Η φετινή προεδρική εκστρατεία και των δύο ψηφοφόρων, έφερε στο προσκήνιο ένα -αμφιλεγόμενο για πολλούς- χαρακτηριστικό του Αμερικανικού πολιτικού συστήματος, που αρκετοί θεωρούν αντιδημοκρατικό: τη χρήση του Εκλεκτορικού Κολεγίου αντί της άμεσης ψήφου για την εκλογή του Προέδρου.

Τόσο ο Τραμπ όσο και η Χάρις επικεντρώνουν τις καμπάνιες τους σε επτά κρίσιμες πολιτείες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν μόλις το 18% του πληθυσμού της χώρας.

Περίπου οι μισοί ψηφοφόροι θεωρούν ότι η πιθανότητα ένας υποψήφιος να εκλεγεί μέσω του Εκλεκτορικού Κολεγίου, παρά την ήττα του από την ψήφο του λαού, αποτελεί «μεγάλο πρόβλημα» για τις Αμερικανικές εκλογές.

Όπως και σε άλλα θέματα, έτσι και σε αυτό υπάρχει διχασμός: 2 στους 3 Δημοκρατικούς το θεωρούν σημαντικό ζήτημα, ενώ το ίδιο πιστεύει μόνο το 1/3 των Ρεπουμπλικανών.

Η Ντέμπρα Κρίστενσεν, νοσηλεύτρια και Δημοκρατική από το Γουότερταουν του Ουισκόνσιν, αντιτίθεται στο Εκλεκτορικό Κολέγιο, το οποίο θα μπορούσε να δώσει στον Τραμπ την προεδρία ακόμα και αν χάσει τη λαϊκή ψήφο. «Με την τεχνολογία που έχουμε σήμερα, γιατί να μην ισχύει μία ψήφος ανά πολίτη;» αναρωτιέται.