Κατά τη διάρκεια της χθεσινής ημέρας κονταροχτυπήθηκαν στα μαρμαρένια αλώνια της δημόσιας σφαίρας και του διαδικτύου ο πρώην υπουργός του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, Γιάννος Παπαντωνίου και “ο γιος της πλύστρας”.

Αν πρόκειται να βρεθείς σε δικαστική αίθουσα στην Ελλάδα, με οποιαδήποτε κατηγορία, είναι πολύ καλύτερο να είσαι πολιτικός ή πρώην υπουργός, παρά ο γιος της πλύστρας ή του οικοδόμου.

Το όνομα του πρώην υπουργού τρένταρε, καθώς ο Γιάννος Παπαντωνίου, αθωώθηκε από τις βαριές κατηγορίες που του είχαν αποδοθεί και αφορούσαν στη σύμβαση για τον εκσυγχρονισμό 6 φρεγατών από την «Thales Nederland B.V.», η οποία υπεγράφη το 2003, κατά τη θητεία του στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας.

Ο “γιος της πλύστρας”, έγινε θέμα συζήτησης λόγω μιας άστοχης ανάρτησης της Έλενας Ακρίτα, για την οποία η βουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε συγγνώμη και υπέβαλε την παραίτησή της από την ΚΟ του κόμματος (δεν έγινε αποδεκτή).

Ο κ. Παπαντωνίου, έχει κάθε λόγο να χαίρεται για την απόφαση και να τη θεωρεί ως “δικαίωση των πολιτικών του αγώνων για μια καλύτερη Ελλάδα” (και μην ξεχνάμε και για τον σοσιαλισμό, για τον οποίο όλοι αγωνιζόμαστε).

Αλλά και ο ελληνικός λαός, εύλογα μπορεί να συμπεράνει ότι αν πρόκειται να βρεθείς σε δικαστική αίθουσα στην Ελλάδα, με οποιαδήποτε κατηγορία, είναι πολύ καλύτερο να είσαι πολιτικός ή πρώην υπουργός, παρά ο γιος της πλύστρας ή του οικοδόμου.

Τα παραδείγματα των φτωχοδιαβόλων, που ταλαιπωρούνται στα δικαστήρια είναι πολλά, αλλά εξίσου πολλά είναι και αυτά των ισχυρών, που παρά τις προσπάθειες ερευνητών και εισαγγελέων, τελικά καταφέρνουν να παραδίδονται άσπιλοι στην κοινωνία.

Μόνο ο Άκης Τσοχατζόπουλος καταδικάστηκε και έμεινε στη φυλακή. Φταίει όμως και αυτός, διότι κράταγε σημειώσεις για τις μίζες, έκανε γάμο στο Παρίσι και παραλίγο να αγοράσει την Ακρόπολη. Το μόνο που δεν έκανε ήταν να συλληφθεί μόνος του και να βγάλει και καταδικαστική απόφαση.

Ο κ. Παπαντωνίου λοιπόν, σύμφωνα με τον πρόεδρο του δικαστηρίου, απαλλάχθηκε επειδή δεν προέκυψαν στοιχεία, που να αποδεικνύουν ότι δωροδοκήθηκε και ζημίωσε το ελληνικό Δημόσιο.

Με άλλα λόγια, δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ότι τελέστηκαν τα αδικήματα της παθητικής δωροδοκίας και της απιστίας, τα οποία αν και έχουν παραγραφεί (και άρα δεν δικαζόταν για αυτά ο κατηγορούμενος), αποτελούσαν τα βασικά αδίκημα πάνω στα οποία στάθηκε η κατηγορία για το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος.

Για να φτάσει σε αυτό το συμπέρασμα το δικαστήριο έπρεπε:

Πρώτον, να πειστεί ότι τα χρήματα που βρέθηκαν σε λογαριασμούς του πρώην υπουργού προέρχονταν από μια θεία του από τη Νιγηρία. Εδώ αν μη τι άλλο θα πρέπει να καταλογίσουμε και έλλειψη στυλ, καθώς θα περιμέναμε μια ροή χρημάτων τουλάχιστον από τον πρίγκιπα της Ζαμούντα ή τον τελευταίο βασιλιά της Σκωτίας για να πειστεί η έδρα. Μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για πρώην υπουργό των κυβερνήσεων Σημίτη.

Δεύτερον, να συνδράμει ο γνωστός, ληθαργικός, βασανιστικός ρυθμός της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα. Μόλις, τον Οκτώβριο του 2023 καθαρογράφηκε η απόφαση για παύση ποινικής δίωξης για δέκα και πλέον κατηγορούμενος λόγω παραγραφής του αδικήματος της συνδρομής σε απιστία.

Η μη δυνατότητα εξέτασης στο σύνολο της της υπόθεσης ενδέχεται να προκάλεσε ρήξη στο ενιαίο της δικογραφίας και στη διευκρίνιση σημείων που προκάλεσε αμφιβολίες. Οι διαδικασίες ήταν αργές αν αναλογιστεί κανείς ότι η απολογία του πρώην υπουργού που οδήγησε στην προφυλάκιση, έλαβε χώρα το 2019, ενώ το παραπεμπτικό βούλευμα εκδόθηκε αρχές του 2020.

Τρίτον, δεν ελήφθη υπόψη η έκθεση πραγματογνωμόνων (δύο αξιωματικοί του πολεμικού ναυτικού) στην οποία εκτός του ότι αναφέρεται η διαδρομή των χρημάτων σε τράπεζες του εξωτερικού, αναφέρεται και ότι ο πρώην υπουργός μετέφερε έδινε φακέλους με μετρητά σε συγκατηγορούμενο του και επίσης αθωωθέντα, για να τα καταθέτει.

Όταν το δημόσιο ως υποστήριξη της κατηγορίας ζήτησε να κλητευθούν για να εξεταστούν διευκρινιστικά, δεν έγινε δεκτό το αίτημα. Μάλιστα, ο εισαγγελέας, είχε ζητήσει την απόρριψη του αιτήματος λέγοντας πως «τα αναγνωστέα έγγραφα είναι ικανά αποδεικτικά στοιχεία για την κρίση του δικαστηρίου».

Ο συγκατηγορούμενος, έχει δε στην απολογία του αποδεχτεί ότι τα χρήματα του τα έδινε χέρι χέρι ο ίδιος ο Παπαντωνίου, υποστηρίζοντας όμως ότι δεν γνώριζε την προέλευση τους.

Οι αθωώσεις μεγαλόσχημων λόγω παραγραφών, λόγω δηλαδή της ανικανότητας διαδοχικών κυβερνήσεων να λύσουν το θέμα του χρόνου απονομής της Δικαιοσύνης (για να πάρουμε την… καλή εκδοχή), την ίδια στιγμή που οι πολίτες νιώθουν τις ανισότητες να τους πνίγουν, είναι ένας επικίνδυνος συνδυασμός για τη Δημοκρατία.

Από τα εξοπλιστικά μέχρι τη Siemens και από την Energa μέχρι καταδικασθέντες για κακουργήματα που κυκλοφορούν ελεύθεροι, πιθανότατα λόγω της υψηλής τους υποκριτικής τέχνης, ένα είναι το συμπέρασμα.

Ότι δεν έχουμε όλοι τα ίδια όπλα και τις ίδιες δυνατότητες σε μια αίθουσα δικαστηρίου.