Παρά ταύτα, οι παράγοντες του τουρισμού εκφράζουν την πεποίθηση ότι, έστω και με δυσκολία, η φετινή τουριστική περίοδος θα κλείσει με θετικό πρόσημο

Τα ανησυχητικά σημάδια για την πορεία του ελληνικού τουρισμού είχαν αρχίσει να διαφαίνονται ήδη από τον Μάιο. Ωστόσο, ελάχιστοι ήταν εκείνοι που τα ερμήνευσαν με την απαραίτητη σοβαρότητα, καθώς η γενική αισιοδοξία για μια ακόμα χρονιά ρεκόρ κυριαρχούσε. Η πραγματικότητα άρχισε να διαμορφώνεται πιο ξεκάθαρα τον Ιούλιο, όταν η πτωτική τάση στην τουριστική κίνηση σήμανε ένα ηχηρό καμπανάκι για τον κλάδο, δημιουργώντας αμφιβολίες για το αν μπορεί πράγματι να επιτευχθεί ο στόχος ενός νέου ρεκόρ φέτος.
Παρά ταύτα, οι παράγοντες του τουρισμού εκφράζουν την πεποίθηση ότι, έστω και με δυσκολία, η φετινή τουριστική περίοδος θα κλείσει με θετικό πρόσημο. Ο στόχος είναι οι τουριστικές εισπράξεις να υπερβούν τα 20,5 δισ. ευρώ του 2023, με τις ενδείξεις να είναι ενθαρρυντικές για τη συνολική εικόνα της χρονιάς.
Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι, σε μια περίοδο κατά την οποία η τουριστική αγορά αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, οι πληρότητες των ξενοδοχείων στην Αθήνα ακολουθούν πτωτική τάση για τέταρτο συνεχόμενο μήνα. Αυτό το γεγονός έχει δημιουργήσει έντονη ανησυχία τόσο στους επιχειρηματίες του κλάδου όσο και στους αρμόδιους φορείς, καθώς παρά την αυξημένη τουριστική δραστηριότητα, οι αποδόσεις των ξενοδοχειακών μονάδων δεν κινούνται ανοδικά.

Ωστόσο, η συνολική εικόνα για τη φετινή τουριστική σεζόν, εάν εξεταστεί σε βάθος χρόνου (οκτάμηνο), διατηρεί θετική πορεία, κυρίως λόγω των υψηλών αποδόσεων κατά τους μήνες εκτός αιχμής.

Αυτοί οι μήνες συνέβαλαν καθοριστικά στην επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων, διατηρώντας τον τουρισμό της Αθήνας σε ένα ανταγωνιστικό επίπεδο.
Παρά τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος, υπάρχουν κάποια θετικά μηνύματα που δίνουν ελπίδα για την εξέλιξη της τουριστικής αγοράς στην Αθήνα. Η ελληνική πρωτεύουσα εξακολουθεί να καταγράφει υψηλότερα επίπεδα πληρότητας σε σχέση με άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως το Παρίσι και η Ρώμη. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού, η μέση πληρότητα για το πρώτο οκτάμηνο του 2024 ανήλθε στο 77,5%, σημειώνοντας μικρή αύξηση σε σύγκριση με το 76,1% της ίδιας περιόδου το 2023. Παρά ταύτα, η αρνητική τάση των τελευταίων τεσσάρων μηνών δεν παύει να προβληματίζει τους επαγγελματίες του κλάδου, ειδικά καθώς οι πληρότητες μειώνονται διαρκώς παρά την αυξημένη κίνηση τουριστών στην πόλη.
Ειδικότερα, η μέση πληρότητα τον Αύγουστο του 2024 μειώθηκε στο 79,8%, καταγράφοντας πτώση 2,1% σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2023, αλλά και του 2022. Η πτωτική αυτή πορεία έχει διαφανεί ήδη από τον Μάιο, με κάθε μήνα να παρουσιάζει μείωση. Αυτό επιβεβαιώνει τις ανησυχίες που υπάρχουν για τον αυξανόμενο ανταγωνισμό από την αγορά βραχυχρόνιων μισθώσεων, με την Αθήνα να διαθέτει έναν πολύ μεγάλο αριθμό καταλυμάτων τύπου Airbnb. Οι τουρίστες φαίνεται πως προτιμούν σε σημαντικό βαθμό αυτές τις επιλογές, γεγονός που έχει αρχίσει να ασκεί πιέσεις στα παραδοσιακά ξενοδοχειακά καταλύματα.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι τα ξενοδοχεία 3 αστέρων, που προσφέρουν πιο οικονομικές λύσεις διαμονής, συνεχίζουν να απολαμβάνουν ικανοποιητικές πληρότητες. Στο οκτάμηνο, η μέση πληρότητα αυτών των ξενοδοχείων έφτασε το 84,4%, ενώ τον Αύγουστο ανήλθε στο 86,8%. Αυτό καταδεικνύει την προτίμηση πολλών επισκεπτών σε οικονομικότερες επιλογές διαμονής, κάτι που συνδέεται άμεσα με τις οικονομικές δυσκολίες που βιώνουν πολλοί τουρίστες σε περιόδους αβεβαιότητας.
Παράλληλα, η Αθήνα παραμένει ανταγωνιστική σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπως το Παρίσι (72,9%), η Ρώμη (71,5%) και η Κωνσταντινούπολη (66,8%). Ωστόσο, υστερεί σε σύγκριση με πόλεις όπως η Βαρκελώνη και το Λονδίνο, που σημειώνουν ελαφρώς υψηλότερες πληρότητες. Σημαντική είναι και η αύξηση στη μέση τιμή δωματίου (ADR), η οποία σημείωσε άνοδο 9,1%, και στα έσοδα ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPar), τα οποία αυξήθηκαν κατά 11,2%, καταδεικνύοντας την οικονομική ανθεκτικότητα των αθηναϊκών ξενοδοχείων.
topontiki.gr