Γιορτάζετε τα 30 σας χρόνια στη μουσική. Πώς επιλέγει κανείς υλικό για μια τέτοια συναυλία και βέβαια τους σπουδαίους ερμηνευτές με τους οποίους έχετε συνεργαστεί;

Είναι, κατ’ αρχάς, ευχής έργον που καταφέραμε να βρούμε ημερομηνίες που θα μπορούσαν όλοι να είναι την Παρασκευή στο Κηποθέατρο (Ελεωνόρα Ζουγανέλη, Ερωφίλη, Ανδριάνα Μπάμπαλη, Ελένη Τσαλιγοπούλου, Ρένος Χαραλαμπίδης). Η ερώτησή σου σχετικά με τα τραγούδια είναι πολύ εύστοχη. Ενώ συνήθως στις πολυσυλλεκτικές συναυλίες που έχω κάνει είμαι αποφασισμένος πάντα ανάλογα με το πώς νιώθω εκείνη την περίοδο ποια θα είναι τα τραγούδια που θα αποτελούν τον πυρήνα, αυτή τη φορά, ίσως επειδή πέρασαν τα χρόνια και το υλικό είναι πια μεγάλο, ίσως επειδή πέσανε πολλές ιδέες από τους συνεργάτες και τους καλεσμένους, η τελική επιλογή ήταν μεγάλη σπαζοκεφαλιά. Ξαφνικά βρέθηκα και εγώ εμπλεκόμενος συναισθηματικά και μπήκα σε ένα παιχνίδι «γιατί όχι αυτό το τραγούδι και όχι εκείνο, γιατί όχι και άλλα πέντε παραπάνω τραγούδια». Μέχρι που στο τέλος άρχισα να σκέφτομαι – παράλογα – ότι τελικά θα θέλαμε ένα διήμερο για να καλύψουμε όλο το ρεπερτόριο. Διότι δεν είναι μόνο τα γνωστά τραγούδια αλλά και τα κρυμμένα. Είναι αυτά που σημαίνουν κάτι για σένα ή υπάρχουν γεγονότα που επιδρούν όπως τώρα που είμαι για έβδομη φορά στη ζωή μου πυρόπληκτος.

Με την Ελένη Τσαλιγοπούλου πριν από 25 χρόνια, όταν έγραφαν το «Πιάσε με»

Κατ’ αρχάς, το σοκ ήταν τόσο μεγάλο. Το σπίτι – μένω στην Πεντέλη – σώθηκε την τελευταία στιγμή και θα μπορούσα να μην είμαι σε θέση να κάνω τη συναυλία. Εχουμε ξαναζήσει φωτιά μεγάλης έκτασης αλλά όχι τέτοιας, που να νιώθεις δηλαδή ότι «κηδεύεται» όλο το βουνό. Σίγουρα η ψυχολογία μου ήταν βεβαρημένη διότι έπρεπε να «ξαναμαζέψω» τον εαυτό μου. Επειτα, αν είχα κάποιες αμφιβολίες για το αν θα ήταν μέσα τραγούδια από τον δίσκο «Κρατήσου από τη στάχτη», τον τέταρτο προσωπικό μου, ο οποίος απεικόνιζε ακριβώς παλαιότερη φωτιά στην Πεντέλη και στην Ηλεία δύο χρόνια νωρίτερα, τώρα δεν έχω. Εχω βάλει τα πιο εμβληματικά τραγούδια από εκείνο τον δίσκο: «Ο τελευταίος να κλείσει την πόρτα» και «Σας βαρέθηκα». Βεβαίως, μετά μπήκε ο καθένας με το μεράκι του – αυτό σημαίνει γιορτή και συνύπαρξη – και η επιλογή έγινε ακόμη πιο δύσκολη. Π.χ. έλεγα «έχει δίκιο η Ελένη (σ.σ.: Τσαλιγοπούλου), γιατί να μην παίξουμε το “Χελιδόνι”;».

Με κίνδυνο να μην είμαι απολύτως ακριβής γιατί, όπως σου είπα, το πρόγραμμα διαμορφώνεται από την ψυχολογική κατάσταση, θα έλεγα «Τα παιδιά των δρόμων», το «Εγώ σ’ αγάπησα εδώ», που συμπληρώνουν 21 χρόνια κυκλοφορίας, το «Για να σε συναντήσω», που έχουν περάσει 22 χρόνια από την κυκλοφορία του και 28 χρόνια από τότε που γράφτηκε. Το «Σαν να μην πέρασε μια μέρα», 31 χρόνια από τότε που γράφτηκε και 26 χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε, το «Είναι εντάξει μαζί μου», 10 χρόνια, το «Πιάσε με», 25 χρόνια, το «Κάθε μπαλκόνι έχει άλλη θέα», 27 χρόνια, «Το καράβι για τη Φολέγανδρο», η «Επιμονή», 11 χρόνια.

Εχετε γράψει για τηλεόραση, θέατρο, κινηματογράφο. Είναι μια διαφορετική διαδικασία;

Συνειδητοποίησα τώρα αυτό που θα σου πω: εγώ δεν γράφω με προθεσμίες – συνήθως – ή με ανάθεση. Οταν το επιχειρώ, εξηγώ ότι αν δεν γεννηθεί κάτι με αληθινή συγκίνηση δεν θα το παραδώσω. Κάτι βέβαια που φέρνει σε τρομερή αμηχανία τον εντολέα (σ.σ.: «Αστυνόμος Μπέκας», «Πρώτη φορά νονός», θεατρικά κ.ά.). Η μεγάλη μου δουλειά όμως είναι το χοροθέατρο «Δαγίπολις» που στον πυρήνα του έχει άτομα με κινητικά προβλήματα και όπου μαζί με τον ιθύνοντα νου και φίλο μου Γιώργο Χρηστάκη επαναφέραμε τη ζωντανή μουσική σε αυτό το είδος, όπου μέχρι εκείνη τη στιγμή στις παραστάσεις χρησιμοποιούσαν προηχογραφημένα.

Αντιλαμβάνομαι – σκεφτόμενη αυτή την επιτυχημένη διαδρομή – ότι είναι δύσκολο να έχετε όλους τους τραγουδιστές με τους οποίους έχετε συνεργαστεί.

Μια ιδεώδης συμμετοχή θα ήταν επίσης ο Πάνος Κατσιμίχας, με τον οποίο γράψαμε πρόσφατα και ένα καινούργιο τραγούδι με τίτλο «Λουλούδι στον βράχο» – εκείνος τους στίχους κι εγώ τη μουσική. Βαθιά αγάπη μάς συνδέει και με τον Βασίλη Σκουλά. Ομως δεν ήταν δυνατόν να είναι κοντά μας, αν και το θέλανε πολύ. Σίγουρα θα έχουμε την ευκαιρία σε άλλες συναυλίες γιατί, όπως σου είπα, είναι πολύ αγαπημένα μου πρόσωπα.

Αφού είμαστε σε αυτό το πεδίο, θα τολμήσω να παρατηρήσω ότι έχετε γράψει πάρα πολλά τραγούδια για γυναίκες.

Είχα αυτή τη συζήτηση πριν από δέκα μέρες. Οι γυναίκες στην οικογένειά μου ήταν πάρα πολύ επιδραστικά, σχεδόν μυθιστορηματικά πρόσωπα. Ετσι κι αλλιώς, η επιρροή τους και η ανακάλυψη του κόσμου μέσα από τα μάτια τους είχαν παίξει τρομερό ρόλο σε αυτό που έγινα. Οι δυο γιαγιάδες μου, οι θείες μου, η μητέρα μου ήταν εμβληματικά πρόσωπα.

Αν είχα τη δυνατότητα, αν ήμουν δηλαδή ένας πάμπλουτος υπεραθλητής ή σουπερστάρ του εξωτερικού, θα έκανα το εξής που θα κάλυπτε και τη συναισθηματική μου ανάγκη και ίσως με βοηθούσε φορολογικά: θα δημιουργούσα δύο κέντρα ή ιδρύματα, όπως θες πες το. Το πρώτο θα ήταν ένα πολύ σοβαρό κέντρο ενημέρωσης για τα ναρκωτικά και τις συνέπειές τους. Δεν μπορούμε πια να αστειευόμαστε με αυτό. Εχουν χαθεί μερικά από τα καλύτερα μυαλά, οι πιο ευαίσθητοι και τρυφεροί άνθρωποι της γενιάς μου. Εχω θρηνήσει φίλους και γνωστούς. Το άλλο κέντρο που θα δημιουργούσα θα ήταν για να βοηθήσω τα παιδιά να μπορέσουν να ενηλικιωθούν όσο πιο νωρίς γίνεται. Στη Μεσόγειο, κυρίως μαζί με την ευλογία της δεμένης οικογένειας και της αγάπης και της φοβερής μητριαρχίας που έχουμε, καθυστερούμε να ξεφύγουμε από το οικογενειακό περιβάλλον – για τα αγόρια μιλάω κυρίως.

Πού θα στοχεύατε σε αυτό το «εκπαιδευτικό κέντρο» ενηλικίωσης;

Να μπορούν να παίρνουν αποφάσεις για τη ζωή τους σύντομα διότι αν δεν το κάνουν μετά γίνονται νευρώσεις. Η στόχευση θα ήταν «πώς ανοίγω τα φτερά μου πιο γρήγορα, πώς θα κοπεί ο ομφάλιος λώρος».

Οποιος πει ότι δεν έχει προσωπική εμπειρία θα πει ψέματα. Μα σκέψου ότι για πάρα πολλά χρόνια – όπως και για τους περισσότερους, φαντάζομαι, ισχύει – ήμουν ο «Κωστάκης» ή «το παιδί». Κρατάω το τρυφερό κομμάτι βεβαίως, αυτό που διατηρεί ζωντανό το παιδί μέσα μου.

Οπότε αυτό που σας καταδυνάστευσε είναι η υπερπροστατευτικότητα της μητέρας σας;

Πριν σου απαντήσω θα πρέπει να πω ότι οι γενιές μεταφέρουν ό,τι μάθανε από τις προηγούμενες, σε έναν μεγάλο βαθμό. Τώρα που έχουν περάσει τα χρόνια τα βλέπω όλα με μεγάλη κατανόηση. Ξέρω πια ότι οι γονείς μου έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν. Ομως έχω υποφέρει κι εγώ κατά καιρούς και συγκρούστηκα πολύ μαζί τους – και για το θέμα της επαγγελματικής επιλογής και κατεύθυνσης, αλλά και σε ό,τι αφορά το πού θέλω εγώ να διαθέσω τα νιάτα μου, με όποιο τρόπο ζωής επιθυμώ. Αναλαμβάνοντας όμως την ευθύνη. Εννοώ όχι με το ένα πόδι εδώ και με το άλλο πόδι εκεί. Αλλωστε αυτό που έχω μάθει από το ροκ εν ρολ και δεν το αφήνω είναι αυτό.

Δηλαδή να πιστοποιώ την κρητική φράση «μοναχός σου χόρευε και όσο θέλεις πήδα». Θα πρέπει να έχεις προετοιμαστεί ότι μπορείς να το πας μέχρι το τέλος. Φυσικά έχεις δικαίωμα να κοντοσταθείς, να ξανασκεφτείς αν οι επιλογές σου ήταν ένα «άλμα στον γκρεμό».

Το ότι ήμουν στη Νομική Κομοτηνής και την άφησα, ότι ήμουν στο ωδείο και το παράτησα. Η μητέρα μου προσπαθούσε να έχει τον έλεγχο – έτσι όπως τον έμαθε και ο πατέρας μου, αλλά με άλλον τρόπο.

Είχα μια αδυναμία στη μητέρα μου και της χρωστάω πάρα πολλά πράγματα. Ηταν το πρόσωπο που οδηγούσε στο μέλλον, ήταν ο μπροστάρης αλλά με τους δικούς της όρους, ήθελε να γίνεται αυτό που κατά την άποψή της ήταν το σωστό. Επιθυμούσε όμως ένα πιο «περίκλειστο» σπίτι. Εχω μιλήσει για όλα αυτά στο τραγούδι «Οχι μπάλα στο σαλόνι». Αυτός που θα εμπιστευόμουν αν συνέβαινε μια στραβή θα σου ‘λεγα ότι ήταν ο πατέρας μου. Μ’ αυτό, νομίζω, σ’ τα λέω όλα.