Μία ευχάριστη είδηση επιφύλασσε η χθεσινή (18/9) εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου της Θεολόγου Κωνσταντίνας Αρκουμάνη «Αρχιμανδρίτης Απόστολος Φαφούτης. Η ζωή και το έργο του». που συνδιοργάνωσαν ο Δήμος Αγρινίου και η Μητρόπολη Αιτωλίας, στον Νέο Ιερό Ναό Αγίου Χριστοφόρου.

Αυτή αφορά τις προσπάθειες που γίνονται, όπως έγινε γνωστό δια στόματος του Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας Δαμασκηνού, για την αγιοκατάταξη του Παπαποστόλη, ενός ανθρώπου που το «αποτύπωμα» της ζωής και του έργου είναι ολοζώντανο μέχρι σήμερα στους Αγρινιώτες και το Αγρίνιο, εξήντα και πλέον χρόνια μετά το θάνατό του.

Μέχρι τον προσεχή Δεκέμβριο θα συνταχθεί φάκελος, στον οποίο θα συμπεριληφθεί και το έργο της κ. Αρκουμάνη, ο οποίος θα υποβληθεί στην αρμόδια επιτροπή της Εκκλησίας της Ελλάδος. Εφόσον οι προϋποθέσεις πληρούνται ο φάκελος θα διαβιβαστεί στην Διαρκή Ιερά Σύνοδο και από εκεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Αυτή είναι συνοπτικά η διαδικασία που απαιτείται ώστε το Αγρίνιο να αποκτήσει τον σύγχρονο Άγιό του.

Ο Παπαποστόλης με τη ζωή και το παράδειγμά του υπήρξε ο άνθρωπος που χάραξε βαθιά στο λαό του Αγρινίου δρόμους χάριτος και αγάπης. Ως άνθρωπος υπήρξε καλοσυνάτος και καταδεκτικός. Ευγενικός με όλους, ομιλητικός και χαρούμενος. Ήταν η προσωποποίηση της απλότητος και της ταπεινοφροσύνης. Υπήρξε αφιλάργυρος.

Έζησε και πέθανε πάμφτωχος. Ως λειτουργός του Υψίστου υπήρξε μεγαλοπρεπής. Τελούσε, με χαρά, το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και όλες τις ακολουθίες της Εκκλησίας. Στην αγία Πρόθεση μνημόνευε πάρα πολλά ονόματα, τα περισσότερα από στήθους, γιατί πίστευε πολύ στην προσευχή. Οι σύγχρονοι του μαρτυρούν ότι ποτέ δεν τον είδαν να λειτουργεί κατηφής.

Ήταν δίπλα στο ποίμνιό του σε κάθε στιγμή της ζωής τους, και στα ευχάριστα και στα δυσάρεστα. Το ποίμνιό του δεν περιοριζόταν στα στενά γεωγραφικά όρια της Ενορίας του, αλλά επεκτεινόταν σε ολόκληρη την πόλη και την ευρύτερη περιοχή.

Ξενυχτούσε και φρόντιζε για τον καθένα χωριστά, για την εργασία του ανέργου, τον γιατρό του αρρώστου, την αποκατάσταση των φτωχών κοριτσιών, το τραπέζι των ενδεών, τα ποικίλα προβλήματα των συνανθρώπων του γενόμενος «τοις πάσι τα πάντα». Βρισκόταν διαρκώς επί ποδός. Δεν ήξερε να ησυχάζει και να αναπαύεται.

Στα χρόνια της Κατοχής επισκέπτεται και ενισχύει τους φυλακισμένους, παρηγορεί και νοσηλεύει τους ασθενείς, σωματικά και πνευματικά. Δεν κάνει κομματικές ή άλλες διακρίσεις, για αυτό και μέχρι σήμερα η αναφορά του ονόματός του ενώνει και δεν διχάζει τον λαό.

Δεν υπήρξε ο άνθρωπος των γραμμάτων για να στοχάζεται φιλοσοφικά περί Θεού και να κηρύττει χρησιμοποιώντας περίτεχνα σχήματα λόγου. Δεν μας άφησε γραπτά κείμενα.

Μέσα από την απλότητά του πλησίαζε τον Θεό και συνομιλούσε μαζί του με τον δικό του μοναδικό τρόπο που γινόταν τόσο φανερός σε όσους τον πλησίαζαν, τον ζούσαν και συζητούσαν μαζί του. Άλλωστε ο Θεός δεν βρίσκεται με τον φιλοσοφικό στοχασμό, ούτε με τα μέσα της «σοφίας του κόσμου τούτου», αλλά «ο βούλει ο Υιός αποκαλύπτεται» και κυρίως στις απλές και ταπεινές ψυχές. Δεν έμαθε τη γνώση και τη σοφία του κόσμου τούτου, αλλά σπούδασε την αγάπη που οικοδομεί και ενώνει.

Μεγάλη υπήρξε η δράση του και στα δρώμενα και τα ζητήματα της πόλεως, κοινωνικά, πολιτιστικά κ.ά. Υπήρξε πρωτοπόρος για την εποχή του. Πρωτοστάτησε στην καθιέρωση της εορτής του Αγίου Χριστοφόρου, ως επίσημης αργίας του Αγρινίου.

Ίδρυσε θεατρικό θίασο, οργάνωσε συναυλία μαντολινάτας, δημιούργησε μικρό ραδιοφωνικό σταθμό, διοργάνωσε σειρά αθλητικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων με τίτλο «Χριστοφόρεια», ανακαίνισε εξωκκλήσια της πόλεως, και τόσα άλλα.

Τρία σημαντικά σημεία της ευρύτερης προσφοράς του αξίζει να τονισθούν:

Το πρώτο η δημιουργία του δασυλλίου του Αγίου Χριστοφόρου. Από το 1915 έως το 1932, με τη συνεργασία των νέων της πόλεως κατάφερε να δενδροφυτεύσει τους σχεδόν γυμνούς και με ελάχιστα δένδρα λόφους γύρω από τον παλαιό Ναό του Αγίου Χριστοφόρου και να δημιουργήσει το σημερινό δάσος, το οποίο μέχρι το τέλος της ζωής του επισκεπτόταν καθημερινά για να το φροντίζει και να το περιποιείται.

Όταν στα χρόνια της Κατοχής οι κατακτητές μέσα στο σίφουνα της καταστρεπτικής τους μανίας θέλησαν να κόψουν τα δένδρα, ο Παπαποστόλης έτρεξε και μπήκε μπροστά στον Ιταλό στρατιώτη που με το τσεκούρι του έκοβε χαμηλά τον κορμό ενός δένδρου.

Ο στρατιώτης τον έσπρωξε θυμωμένος κι αυτός με τη λεβέντικη, ρουμελιώτικη κορμοστασιά του προτάσσει το στήθος του και του φωνάζει «χτύπα εδώ κι όχι στο δένδρο».

Ο στρατιώτης κάμφθηκε, υποχώρησε και το δάσος σώθηκε.

Το δεύτερο είναι η ανέγερση του νέου και περικαλλούς Ιερού Ναού του Αγίου Χριστοφόρου, που αποπερατώθηκε το 1937. Κάθε πέτρα του Ναού αυτού κι ένας πόνος δικός του, κάθε κολώνα και μια αγωνία, κάθε μάρμαρο κι ένα δάκρυ. Πόνοι, δάκρυα και αγώνες του Παπαποστόλη που σε κάθε πέτρα έχει βάλει την υπογραφή του με τον ιδρώτα και το αίμα του.

Το τρίτο είναι η αναίμακτη παράδοση της πόλης, στις 14 Σεπτεμβρίου 1944, όταν με την επιβλητική μορφή του και την γεμάτη αγάπη καρδιά του μπαίνει επικεφαλής επιτροπής Αγρινιωτών και πετυχαίνει να αποτρέψει τον αδελφικό αλληλοσπαραγμό και το αιματοκύλισμα συμφιλιώνοντας τις αντίπαλες παρατάξεις, τις αντάρτικες δυνάμεις του ΕΛΑΣ και τους ταγματασφαλίτες με αρχηγό τον Τολιόπουλο. Γίνεται έτσι ο σωτήρας του Αγρινίου από ένα φοβερό αιματοκύλισμα που θα ακολουθούσε*.

*Αποσπάσματα από το αφιέρωμα του Αρχιμ. Νικολάου Καζαντζή, στο orthodoxianewsagency.gr.