Η Μαρινέλλα έχει διανύσει αδιαμφισβήτητα  μια λαμπρή και μεγαλειώδη καλλιτεχνική διαδρομή στον χώρο της μουσικής και έχει επάξια κερδίσει τον τίτλο της μεγάλης κυρίας του ελληνικού τραγουδιού. Η σπουδαία καλλιτέχνις ξεχώρισε για την έκταση της φωνής της και τη μοναδική χροιά της, ενώ διακρίθηκε για τη μεγάλη εκφραστικότητα στις ερμηνείες της, τόσο στις ηχογραφήσεις της όσο και επί σκηνής.

Καθιέρωσε ένα καινούριο είδος τραγουδιού, το ελαφρολαϊκό, ενώ έφερε κυριολεκτικά επανάσταση στη νυχτερινή διασκέδαση. Τοποθέτησε θεατρικούς προβολείς στον χώρο που εμφανιζόταν και μεταμορφώθηκε από τη «μοιρολογίστρα» του σινεμά και την τραγουδίστρια της «καρέκλας», σε μια φινετσάτη και λαμπερή σταρ της πίστας, με ακριβό ντύσιμο και κοντοκουρεμένο μαλλί παρουσιάζοντας ένα είδος show πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα.

Η σπουδαία ερμηνεύτρια, η οποία εδώ και 68 χρόνια κρατά τα σκήπτα της πιο σημαντικής Ελληνίδας τραγουδίστριας, έχει επάξια κερδίσει την αγάπη και τον θαυμασμό του ελληνικού κοινού, προσφέροντας τα τελευταία χρόνια μαγικές στιγμές και συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Στο Ηρώδειο και στο Μέγαρο Μουσικής θα γνωρίσει την αποθέωση ερμηνεύοντας επιλεκτικά κομμάτια από την τεράστια δισκογραφία της, που αριθμεί πάνω από 60 δίσκους. Παρ’ όλη την τεράστια εμπειρία της ακόμη δηλώνει ότι «σε κάθε εμφάνιση εξακολουθώ να έχω τρακ, όπως την πρώτη φορά. Το ίδιο τρακ έχω και όταν πάω να κάνω πρόβα».

Όταν ρωτήθηκε σε μια συνέντευξη πώς θα ήταν η ζωή της αν δεν ακολουθούσε το τραγούδι, απάντησε: «Δεν έχω ιδέα. Γιατί από πέντε χρονών τραγουδάω, χορεύω και παίζω θέατρο. Οπότε τώρα είναι κάπως αργά για να σκεφτώ τι άλλο θα μπορούσα να είμαι, αφού το τραγούδι έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου από πολύ νωρίς».

Ωστόσο η Μαρινέλλα με τις αμέτρητες συνεργασίες και του χρυσούς και πλατινένιους δίσκους έχει συνδέσει το όνομα της και με δύο σπουδαίους τραγουδιστές, τον Στέλιο Καζαντζίδη και τον Τόλη Βοσκόπουλο. Έγινε γνωστή τραγουδώντας για εννέα χρόνια πλάι στον Στέλιο Καζαντζίδη, πριν συνδεθεί καλλιτεχνικά και συζυγικά με τον Τόλη Βοσκόπουλο. Με τον Καζαντζίδη παντρεύτηκαν το 1964 αλλά ο γάμος τους κράτησε ένα χρόνο.

Τον Αύγουστο του 1956 στο κέντρο «Πανόραμα» της Θεσσαλονίκης, η Μαρινέλλα γνωρίζει τον Σ. Καζαντζίδη. Η Μαρινέλλα τραγουδούσε το τραγούδι «πικρό ψωμί» που έλεγε ο Στέλιος. Όταν η Μαρινέλλα τελείωσε το τραγούδι πλησίασε τον Καζαντζίδη και του εξέφρασε τον θαυμασμό της. Εκείνος – μαγεμένος από την ολοκάθαρη φωνή της αλλά και τις χορευτικές της ικανότητες – της επισήμανε πως τραγουδά το λαϊκό με έναν δικό της τρόπο, όχι πολύ βαρύ. Η γνωριμία τους συνεχίστηκε μέσα σε μια βάρκα. Και οι δύο αγαπούσαν πολύ την θάλασσα και το ψάρεμα. Εκεί γεννήθηκε και ο μεγάλος ερωτάς τους. Ο Καζαντζίδης ζητά στη Μαρινέλλα να γίνει το σεγκόντο του.

Μαζί θα καταφέρουν να γίνουν το μεγαλύτερο ντουέτο της Ελλάδος, αξεπέραστο ως τις ημέρες μας. Από το κέντρο «Λουξεμβούργο» της Θεσσαλονίκης όπου έκαναν τις πρώτες τους επιτυχημένες εμφανίσεις, κατεβαίνουν στην Αθήνα και από εκεί αρχίζει η ανοδική τους πορεία.

Τραγουδούν τους καλύτερους συνθέτες της εποχής: Τσιτσάνη, Χιώτη, Παπαϊωάννου, Μητσάκη, Ζαμπέτα, Καλδάρα, ∆ερβενιώτη, Μπακάλη κ.α.

Ο Στέλιος Καζαντζίδης για τη Μαρινέλλα και την σκηνική της παρουσία

«Μου άρεσε πώς ντυνόταν και πως κινιόταν πάνω στο πάλκο, παρόλο που εγώ δεν ήμουν αυτής της αντίληψης, ποτέ δεν τα πρόσεχα όλα αυτά… Αλλά δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω ότι η Μαρινέλλα ήταν πρωτοπόρος σε όλα αυτά… τα πρόσεχε πολύ. Το φουστάνι που θα φόραγε δεν θα το φόραγε καμιά άλλη. Είχε τρέλα από την αρχή μ’ αυτά και νομίζω ότι αυτή η τρέλα της στη συνέχεια έφερε μια επανάσταση στην παρουσίαση του τραγουδιού στα μαγαζιά. Από ένα σημείο και μετά η Μαρινέλλα έφερε μιαν άλλη εποχή στο τραγούδι. Εγώ από τότε είχα δει ότι αν συνέχιζε, με το πείσμα που είχε, θα το πήγαινε μακριά το πράγμα, σε άλλους δρόμους. Και στη συνέχεια το απέδειξε η πορεία της… Η Μαρινέλλα είχε πάντα την τάση να σηκωθεί να πει ένα τραγούδι με κίνηση πάνω στη σκηνή. Το είχε πάντα μέσα της, την κίνηση και το τραγούδι. Της έλεγα πάντα –λέει αλήθεια– να κάθεται φρόνιμα. Πίστευα ότι ο κόσμος που ερχόταν να μας ακούσει και το είδος των τραγουδιών που λέγαμε δεν επέτρεπαν τέτοια πράγματα…

Νομίζω ότι πρώτη η Μαρινέλλα σηκώθηκε από την καρέκλα. Δεν θυμάμαι τώρα να σου πω με βεβαιότητα. Αυτό που θυμάμαι, όμως, είναι πως τότε που είχε βγάλει ο Χιώτης το «Αφού το θες τούτη τη βραδιά», με ρώτησε μια μέρα η Μαρινέλλα: «Μπορώ να το πω κι εγώ αυτό το τραγούδι;». Της λέω «πες το» και άρεσε σε όλους και το είπε κι αλλιώς. Όσοι την είδαμε τότε σ’ αυτή την ερμηνεία, τα χάσαμε. Είχε πολλά προσόντα εκτός από φωνή. Ήταν θεατρίνα. Εμένα δεν μου άρεσε βέβαια να σηκώνεται και να κινείται έτσι στη σκηνή» αναφέρει ο Στέλιος Καζαντζίδης στο βιβλίο του Θανάση Λάλα «Στέλιος Καζαντζίδης, Θηρίο ανήμερο».

Η Μαρινέλλα στα τέλη του 1965, χωρισμένη πλέον με τον Καζαντζίδη προσπαθεί να στήσει μια προσωπική καριέρα. Όμως τα πράγματα είναι δύσκολα γι’ αυτή αφού οι πρώτες ηχογραφήσεις της στην ΜΙΝΟΣ – με συμμετοχή της στο έργο “Ανάστασις ονείρων” των Χ. Λεοντή – Λ. Παπαδόπουλου – δεν είχαν την επιτυχία εκείνη που θα την έκανε να στηριχτεί στα δικά της πόδια – μολονότι ήταν υπέροχα τραγούδια και πολύ ωραία τραγουδισμένα.

Ηχογραφεί επίσης τραγούδια του Γ. Μαρκόπουλου (“Τα παλικάρια”) του Μ. Πλέσσα (“Έκλαψα χτες”) αλλά κυρίως έχει την υποστήριξη του Γ. Κατσαρού και του Πυθαγόρα, όχι μόνο μουσικά αλλά και ηθικά.

Μεγάλη στιγμή είναι η συμμετοχή της στον Α’ Μουσικό Αύγουστο το 1966 στον Λυκαβηττό όπου υπό την διεύθυνση του Μ. Θεοδωράκη ερμηνεύει το έργο “Λιποτάκτες” ενώ ηχογραφεί τη “Φαίδρα” και την “Όμορφη πόλη” σε στίχους Γ. Θεοδωράκη σε δισκάκι 45 στροφών.

Το 1967 η Μαρινέλλα ηχογραφεί το τραγούδι του Γ. Ζαμπέτα «Σταλιά-σταλιά». Του το είχε ζητήσει η ίδια να το πει, αφού είχε προηγηθεί η άρνηση της Α. Βουγιουκλάκη να το τραγουδήσει για τις ανάγκες μιας ταινίας. Είναι και η εποχή που φεύγει από την Μίnοs και υπογράφει συμβόλαιο με την Polygram. Το τραγούδι γίνεται η πρώτη μεγάλη προσωπική επιτυχία της.

Ακολουθεί η πρόταση του Γ. ∆αλιαννίδη στον Μίμη Πλέσσα να γράψει ένα «διαφορετικό» τραγούδι για το μιούζικαλ «Γοργόνες και Μάγκες» που θα το ερμηνεύσει η Μαρινέλλα. Το θρυλικό πλέον «Άνοιξε πέτρα» άνοιξε διάπλατα τις πόρτες στη Μαρινέλλα για το ξεκίνημα μιας μοναδικά λαμπρής προσωπικής καριέρας.

Είναι αυτή που καθιερώνει ένα νέο είδος τραγουδιού, το ελαφρολαϊκό και αλλάζει εντελώς την εικόνα της , εμφανιζόμενη στην πίστα με κοντό μαλλί, υπέροχες μακριές τουαλέτες ενώ οι θεατρικές της κινήσεις τη μεταμορφώνουν σε μια λαμπερή σταρ. Το σόου που παρουσιάζει είναι πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα και οι ουρές έξω από τα μαγαζιά που τραγουδάει είναι ατέλειωτες. Όλοι πλέον μιλούν για το φαινόμενο Μαρινέλλα.

Στο απώγειο της καριέρας της με σπουδαίες εμφανίσεις και μεγάλες περιοδείες έφερε τα πάνω κάτω στην ελληνική συντηρητική κοινωνία όταν έγινε ανύπαντρη μητέρα φέρνοντας στον κόσμο την αγαπημένη της Τζωρτίνα. Το παιδί που έκανε με τον Φρέντυ Σερπιέρη, τον πρωταθλητή ιππασίας με τον οποίο κράτησε μυστική τη σχέση της για αρκετό καιρό.

Η Μαρινέλλα είχε πει: «Ήμουν τόσο τολμηρή για την εποχή μου. Να βλέπεις μια γυναίκα με την κοιλιά να τραγουδάει. Δεν έδωσα ποτέ καμία σημασία. Ζούσα για αυτό το παιδί και δεν με ενδιέφερε τίποτε. Ο κόσμος το ήξερε. Δεν βγήκα ποτέ να πω ποιος, πώς, τι. Ποτέ. Ήξερε ο κόσμος για μια σχέση που είχα. Δεν το έκρυψα, δεν μπήκα στο κουκούλι μου. Βγήκα και είπα “αυτή είμαι”. Με δέχτηκε ο κόσμος έτσι ακριβώς όπως ήμουν, με αγάπησε πιο πολύ, μπορώ να πω. Θάρρος ήθελε. Η κοινωνία τότε δεν μπορούσε να το δεχτεί. Θα μπορούσε να πει “σαν δεν ντρέπεται”. Ήθελε τόλμη. Ήμασταν δύο τότε που το τολμήσαμε. Εγώ και η Έλενα Ναθαναήλ».

Τον Νοέμβριο του 1973, η Μαρινέλλα παντρεύτηκε τον Τόλη Βοσκόπουλο. Ο γάμος τους ήταν ιδιαίτερος από πολλές απόψεις.

Δεν έγινε ούτε στη Μητρόπολη Αθηνών ούτε σε κάποιο γραφικό ξωκλήσι, αλλά στο σπίτι της στο Παγκράτι. Οι νεόνυμφοι πήραν ειδική άδεια από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Ξεχωριστές ήταν, επίσης, οι ενδυματολογικές τους επιλογές.

Η Μαρινέλλα φορούσε τζιν, γιλέκο και φούστα μακριά και ο Βοσκόπουλος επίσης τζιν παντελόνι. Με τον Βοσκόπουλο, η Μαρινέλλα ηχογράφησε το “Εγώ κι εσύ” το 1974, το οποίο έκανε ρεκόρ πωλήσεων. Το 1981, χώρισαν.

Μαζί θα ηχογραφήσουν 2 δίσκους και θα παρουσιάσουν λαμπερά σόου στη νυχτερινή Αθήνα. Τα ντουέτα τους χαλάνε κόσμο και όλοι μιλούν για τον δεσμό τους και την κοινή τους καλλιτεχνική πορεία. Τότε είναι η εποχή που η Μαρινέλλα έχει αρχίσει να ενοχλείται από τους δημοσιογράφους που ασχολούνται με την προσωπική της ζωή.

Το 1974, ήταν μια αξέχαστη χρονιά για τη Μαρινέλλα. Έγινε η τραγουδίστρια που εκπροσώπησε για πρώτη φορά την Ελλάδα στο διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision, με το πασίγνωστο τραγούδι “Κρασί, Θάλασσα και τ’ Αγόρι μου“. Συγκέντρωσε μόλις 7 βαθμούς και πλασαρίστηκε στην 11η θέση ανάμεσα σε 17 χώρες που συμμετείχαν τότε.

Η Μαρινέλλα μπορεί να μην τα κατάφερε, αλλά είχε πλέον καθιερωθεί ως μια έξοχη ερμηνεύτρια. Το αποκορύφωμα ήρθε το 2003, όταν οι New York Times έγραψαν με αφορμή συναυλία της στις ΗΠΑ:

«Η Μαρινέλλα, μια εξέχουσα μορφή στην ελληνική λαϊκή μουσική. Η φωνή της ήταν γήινη και δυνατή, και η παρουσία της αντάξια μιας ντίβας του θεάτρου σαν χόρευε με βήματα σκερτσόζικα».

Το 1975 η Μαρινέλλα κυκλοφορεί τον δίσκο της «Για πάντα» συμπεριλαμβάνοντας δύο διεθνείς επιτυχίες του Ντέμη Ρούσσου, το “From souvenirs to souvenirs” και αργότερα το “velvet mornings” με ελληνικούς στίχους. Παράλληλα προετοιμάζει τη μεγάλη έκπληξη, τη μουσική της συνύπαρξη με τον Κ.Χατζή  – κάτι που είχε αρχίσει να συζητιέται από το 1970 αλλά που οι συνθήκες τότε δεν το επέτρεψαν.

Το 1976 η Μαρινέλλα αφήνει τις μεγάλες πίστες και βρίσκεται στο πλευρό του Κώστα Χατζή, στην πλακιώτικη μπουάτ «Σκορπιός» (συγκεκριμένα στις 28 Μαρτίου). Μαζί δίνουν ένα μοναδικό ρεσιτάλ. Η Μαρινέλλα χωρίς τις πολυτέλειες της πίστας που την ανέδειξαν σε ντίβα, μ’ ένα μικρόφωνο και τη συνοδεία του Κ. Χατζή, σείει κυριολεκτικά με τη φωνή της την μπουάτ και προκαλεί το ασταμάτητο και αυθόρμητο χειροκρότημα του κοινού.

Ο δίσκος που θα κυκλοφορήσει με τον τίτλο «Ρεσιτάλ» θα πουλήσει πάνω από 500.000 αντίτυπα καταλαμβάνοντας μέχρι και σήμερα μια θέση ανάμεσα στους δέκα εμπορικότερους όλων των εποχών.

Το 1979 θα κάνει τη μεγάλη έκπληξη ερμηνεύοντας αποσπάσματα από την «Κάρμεν» με ελληνικούς στίχους, προκαλώντας το αδιαχώρητο στο κέντρο που τραγουδούσε καθώς και ποικίλα σχόλια από τον τύπο. O F. Sinatra βλέποντας τη Μαρινέλλα είπε πως αν διάλεγε να κάνει η Μαρινέλλα διεθνή καριέρα, 2 βδομάδες θα ήταν αρκετές για να μιλάει γι’ αυτή όλος ο κόσμος!!

Την ίδια χρονιά μοιράζεται την ίδια πίστα με τον σύζυγο της Τόλη Βοσκόπουλο όπου μαζί παρουσίασαν ένα υπερθέαμα με μπαλέτα, θεατρικά σκέτς κ.α. Παράλληλα κυκλοφορεί τον δίσκο “Σ’ αγαπώ” με διάφορους συντελεστές.

Στις 3 και 17 Φεβρουαρίου 2020 η Μαρινέλλα παρουσίασε τη μουσική παράσταση “Μαρινέλλα – Ο Μύθος” στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος) με τη συνοδεία της «Φιλαρμόνιας» Ορχήστρας Αθηνών, σε σκηνοθεσία του Γιώργου Νανούρη, ερμηνεύοντας επιτυχίες από την εξηντάχρονη πορεία της («Όμορφη πόλη», «Στα περβόλια», «Θα σε πάρω να φύγουμε», «Ό,τι τραγουδώ», «Έλα γι’ απόψε», «Άνοιξε πέτρα», «Τ’ αθάνατο νερό» κ.α.). Μέρος των εσόδων από τις δύο συναυλίες διατέθηκαν για τους σκοπούς του Σωματείου «ΕΛΠΙΔΑ – Σύλλογος Φίλων Παιδιών με καρκίνο».

Στις 27 Ιανουαρίου, η Μαριάννα Βαρδινογιάννη ανακήρυξε τη Μαρινέλλα ως «Καλλιτέχνη για την ΕΛΠΙΔΑ» δια βίου, απονέμοντας της τιμητική πλακέτα για την προσφορά της στο έργο του Συλλόγου. Το γεγονός έλαβε χώρα στο Αμφιθέατρο Ογκολογικής Μονάδας Παίδων του Σωματείου, στο πλαίσιο κοινής συνέντευξης τύπου για τις παραστάσεις.

Η Μαρινέλλα μέχρι την Τετάρτη το βράδυ (25/9) μας χάριζε ανεπανάληπτες στιγμές και ερμηνείες αποδεικνύοντας ότι το ταλέντο και η καλλιτεχνική έκφραση δεν έχουν ηλικία. Ωστόσο η πτώση της στη σκηνή του Ηρωδείου, ενώ ήταν σε εξέλιξη η συναυλία της, συγκλόνισε το πανελλήνιο. Ταχεία ανάρρωση εύχονται οι θαυμαστές της σπουδαίας κυρίας του ελληνικού τραγουδιού στα social media.