Όσοι παρακολουθούν από κοντά τη Χαλκιδική -σίγουρα η Θεσσαλονίκη που δικαίως τη θεωρεί… αυλή της, αφού ως γνωστόν «σαν τη Χαλκιδική δεν έχει»- γνωρίζουν από πρώτο χέρι τα καλά και τα κακά της. Την απαράμιλλη φυσική ομορφιά της περιοχής με το ήρεμο τοπίο και τα πεύκα που φτάνουν μέχρι τη θάλασσα, που σε σημαντικό βαθμό διατηρείται παρά την υπερβολική και άναρχη δόμηση, αλλά και τις ομολογουμένως φιλότιμες προσπάθειες των ανθρώπων να την καταστρέψουν. Τις μαγευτικές παραλίες, που εξακολουθούν να υπάρχουν, παρά την άκρατη και χωρίς όρια εμπορευματοποίηση. Το πλεονέκτημα της σχετικά σύντομης πρόσβασης από τη Θεσσαλονίκη, παρά το περιορισμένων δυνατοτήτων οδικό δίκτυο.

Το ήπιο κλίμα, πολύ καλύτερο από της Θεσσαλονίκης, παρά την κοντινή απόσταση. Αλλά και τα μεγάλα προβλήματα στην υδροδότηση, που κάθε χρόνο επιδεινώνονται. Τις ελλείψεις σε υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας, που έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν διακοπές ρεύματος. Τα περιβαλλοντικά ζητήματα που αναφύονται από την αναχρονιστική σε πολλές περιπτώσεις διαχείριση απορριμμάτων και αποβλήτων. Και άλλα πολλά, ευχάριστα και δυσάρεστα, όμορφα και άσχημα, θετικά και αρνητικά που διαμορφώνουν τη συνολική, τη μεγάλη εικόνα μιας περιοχής με εξαιρετική δυναμική, αλλά και προκλήσεις που είναι μάλλον αμφίβολο εάν μπορέσει να ανταποκριθεί. Διότι -κακά τα ψέματα- για να λυθούν τα προβλήματα και να βελτιωθούν οι καταστάσεις δεν αρκούν οι διαπιστώσεις. Ούτε οι διακηρύξεις των καλών προθέσεων. Ούτε καν οι μεμονωμένες πρωτοβουλίες, που ναι μεν λαμβάνονται -στο βαθμό που λαμβάνονται και από όποιους λαμβάνονται-, αλλά η αποτελεσματικότητα τους αμφισβητείται βασίμως.  

Όσοι παρακολουθούν από κοντά τη Χαλκιδική -με πρώτους και καλύτερους τους μόνιμους κατοίκους και τους παράγοντες της περιοχής- αντιλαμβάνονται δύο μεγάλα προβλήματα, που στην ουσία αποτελούν τις δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Διότι το πρόβλημα της Χαλκιδικής -πιθανόν και άλλων περιοχών, αλλά τώρα η αναφορά γίνεται στη Χαλκιδική- είναι πολιτικό. Οι τοπικές αρχές της περιοχής έχουν ως πρώτιστο μέλημα την καθημερινότητα των περίπου 100.000 μόνιμων κατοίκων του νομού, οι οποίοι άλλωστε εκλέγουν τους αιρετούς στην αυτοδιοίκηση και άλλες συλλογικότητες. Την ίδια στιγμή το μεγάλο ποσοστό του πλούτου και του εισοδήματος της περιοχής οφείλεται στον τουρισμό, στο ένα εκατομμύριο και παραπάνω επισκέπτες από το εξωτερικό και εσωτερικό, οι οποίοι αιμοδοτούν καθοριστικά την οικονομία της περιοχής. Διότι χωρίς τον τουρισμό η Χαλκιδική θα ήταν απλώς μια φτωχή αγροτική περιοχή, όπως πολλές που υπάρχουν στη χώρα μας, με την όποια ανάπτυξη να κινείται αργά και σε δορυφορικές πορείες. Κι όμως τα προβλήματα που εδράζονται στην τουριστική «επιβάρυνση» βρίσκονται σε δεύτερο πλάνο, με χαμηλής διαβάθμισης προτεραιότητα. Το δεύτερο πρόβλημα της Χαλκιδικής, η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, είναι η απουσία κουλτούρας διαλόγου και συνεννόησης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι -όπως λέει ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Χαλκιδικής Γρηγόρης Τάσιος, ο οποίος μετά από 30 χρόνια επιχειρηματικής δραστηριότητας στην περιοχή προφανώς ξέρει καλά και εκ των έσω τα πράγματα- τα πολλά τελευταία χρόνια ούτε μία φορά το σύνολο των φορέων που εκπροσωπούν τους κατοίκους, τους αγρότες, τους επαγγελματίες και τους επιχειρηματίες της περιοχής δεν κάθισαν στο ίδιο τραπέζι για να συζητήσουν. Να υπάρξουν κοινά αποδεκτές παραδοχές και να συμφωνηθεί η προώθηση λύσεων, οι οποίες θα προκύψουν από δημιουργική σύνθεση, δηλαδή αμοιβαίες υποχωρήσεις. Πέρσι -το 2023- το Επιμελητήριο Χαλκιδικής οργάνωσε αναπτυξιακό συνέδριο για την περιοχή, στο οποίο ακούστηκαν πολλά και σοβαρά θέματα και αναλύθηκαν σημαντικά ζητήματα, αλλά η αυτοδιοίκηση του νομού έλαμψε δια της απουσίας της. Ίσως εμφανίστηκε αυτοπροσώπως ένας δήμαρχος, κάποιοι δήμοι… εκπροσωπήθηκαν και κάποιοι απουσίασαν πλήρως. Διότι οι τύποι οφείλουν να τηρούνται προκειμένου οι συζητήσεις και οι «συζητήσεις» να συνεχίζονται χωρίς να… κινδυνεύει κάποιος παράγοντας να μείνει με τον μουτζούρη στο χέρι. Κι όλα αυτά σε μια εποχή που δεν υπάρχει κανείς πανίσχυρος παράγων που θα αποφασίσει λύσεις και θα τις εφαρμόσει από μόνος του, κάτι που ενδεχομένως θα ήταν καλύτερο από το να μη συμβαίνει τίποτα και να υπάρχει ακινησία.

Για παράδειγμα: το πρόβλημα της υδροδότησης στη Χαλκιδική είναι, πλέον, πολύ παλιό. Επισημαίνεται εδώ και 20 χρόνια, ίσως και περισσότερα. Φέτος τα πρώτα κρούσματα υφάλμυρου νερού καταγράφηκαν στο Πευκοχώρι, ενώ τα τελευταία χρόνια το Παλιούρι υποφέρει από πολύωρες διακοπές, που στην πορεία γίνονται -ας το πούμε- ολιγοήμερες. Την ίδια ώρα το φράγμα Χαβρία, η κατασκευή του οποίου θα ανακούφιζε το πρόβλημα μετά από κάποια χρόνια, έχει προς ώρας ακυρωθεί, λόγω του αυξημένου κόστους, χωρίς κανένας τοπικός παράγων να αντιδράσει. Στο νομό υπάρχει ένας σχετικά δυνατός αγροτικός τομέας με βάση τα ελαιόδεντρα, που όμως εξακολουθεί να μετέρχεται ξεπερασμένων μέσων καλλιέργειας που έχουν επιπτώσεις στους φυσικούς πόρους, κυρίως στο νερό. Επίσης, η Πολεοδομία της περιοχής έχει ήδη εκδώσει περί τις 5000 πολεοδομικές άδειες, οι οποίες αναμένεται να αξιοποιηθούν την επόμενη διετία, επιβαρύνοντας τόσο το περιβάλλον, όσο και τις υποδομές. Παράλληλα οι τουριστικές δραστηριότητες, περισσότερο η βραχυχρόνια μίσθωση και λιγότερο τα ξενοδοχεία και τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, αναπτύσσονται εντελώς άναρχα και εκτός κάθε πλάνου ή στοχοθεσίας, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις η περιοχή να δυσφημείται από δυσαρεστημένους πελάτες, κάτι που προφανώς δεν ευνοεί, ούτε συμφέρει κανέναν. Υπάρχει το θέμα της ηχορύπανσης στην Καλλιθέα, που διαχρονικά χαρακτηρίζει αρνητικά την περιοχή, ιδιαίτερα εάν σκεφτεί κανείς ότι για ανάλογα θέματα με τις υψηλές εντάσεις των μπαρ και των μπουζουξίδικων σε άλλες περιοχές -της Θεσσαλονίκης συμπεριλαμβανομένης- γίνονται… επαναστάσεις, κανονικοί ξεσηκωμοί! Επίσης τα ζητήματα του λεγόμενου… υπερτουρισμού, που κάθε φορά και σε κάθε τόπο -άρα και στη Χαλκιδική- ορίζεται με βάση τη φέρουσα ικανότητα των υποδομών και της κοινωνίας και όχι με άκαιρες συγκρίσεις με την Βαρκελώνη και την Μαγιόρκα. Αυτά και άλλα πολλά αφορούν και τη Χαλκιδική, αλλά μόνο μέχρι του πεδίου του μεμονωμένου σχολιασμού.

Ώρα συλλογικών αποφάσεων

Για όσους παρακολουθούν τα ζητήματα της Χαλκιδικής από -έστω μικρή- απόσταση, δηλαδή από τη Θεσσαλονίκη, είναι σαφές ότι η περιοχή για να έχει ευοίωνο μέλλον και να μην καταντήσει προβληματική θερινή αποικία απελπισμένων Βαλκάνιων, οφείλει να λάβει σοβαρές και στρατηγικού χαρακτήρα αποφάσεις. Οι οποίες, όμως, δεν μπορεί παρά να ληφθούν συλλογικά, με διαβούλευση και συνεργατικό πνεύμα, ώστε να έχουν πιθανότητες να εφαρμοστούν, να υλοποιηθούν και να έχουν αποτέλεσμα. Προφανώς οι όποιες αποφάσεις απαιτούν βαθιά και σφαιρική γνώση των θεμάτων και των προβλημάτων, αλλά στην προκειμένη περίπτωση μετράει και η διαδικασία. Όλοι γύρω από ένα τραπέζι, κάτι που μόνο οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι της τοπικής κοινωνίας -κυρίως αυτοδιοίκηση και Επιμελητήριο- μπορούν να επιτύχουν, αν όχι να επιβάλουν. Αν μπορούν δηλαδή! Διότι στη Χαλκιδική -και αυτό το παρατηρεί κάποιος τρίτος σχετικά εύκολα- το «άλλος για Χίο τράβηξε πήγε / κι άλλος για Μυτιλήνη» δεν είναι απλώς ένα σημαντικό ελληνικό τραγούδι που αναφέρεται στους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής, αλλά ένα αγαπημένο μότο που τείνει να γίνει τρόπος ζωής και σκέψης.