Τέλος σε ακόμα μια δικαστική έρευνα με πρωταγωνιστή υπουργό του ΠΑΣΟΚ, που φέρεται να δωροδοκήθηκε για την υπογραφή σύμβασης, έβαλε το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας.

Το σκεπτικό του δικαστηρίου πίσω από την αθώωση του πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ Γιάννο Παπαντωνίου, που κατηγορούνταν για δωροδοκία και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και ο ρόλος της θείας από τη Νιγηρία.

Ο Γιάννος Παπαντωνίου, επονομαζόμενος και ως «τσάρος της Οικονομίας», αθωώθηκε ομόφωνα από τις βαριές κατηγορίες που του είχαν αποδοθεί και αφορούσαν στη σύμβαση για τον εκσυγχρονισμό 6 φρεγατών από την «Thales Nederland B.V.», η οποία υπεγράφη το 2003, κατά τη θητεία του στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Απαλλαγή «είδε» η ελληνική Δικαιοσύνη και για τους δυο συγκατηγορούμενους τους, τη σύζυγο του Σταυρούλα Κουράκου και τον στενό φίλο του Ανδρ. Μπάρδη, οι οποίοι κατηγορήθηκαν με τη σειρά τους για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος.

Όπως εξήγησε ο πρόεδρος του δικαστηρίου, ο λόγος για την απαλλαγή του πρώην υπουργού ήταν ότι δεν προέκυψαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι πράγματι ο Γιάννος Παπαντωνίου δωροδοκήθηκε και ζημίωσε το ελληνικό Δημόσιο. Με άλλα λόγια, δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ότι τελέστηκαν τα αδικήματα της παθητικής δωροδοκίας και της απιστίας, τα οποία αν και έχουν παραγραφεί (και άρα δεν δικαζόταν για αυτά ο κατηγορούμενος), αποτελούσαν τα βασικά αδίκημα πάνω στα οποία στάθηκε η κατηγορία για το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος.

Οπότε, αφού δεν υπήρξαν στοιχεία που να αποδείκνυαν ότι πράγματι δωροδοκήθηκε ο τότε υπουργός, κατ’ επέκταση, σύμφωνα με την κρίση του δικαστηρίου, υπάρχουν αμφιβολίες και για το κατά πόσο το ποσό των 2,5 εκατομμυρίων ευρώ -που κατά το κατηγορητήριο διακινήθηκε σε λογαριασμούς του εξωτερικού για να νομιμοποιηθεί- ήταν μέρος της μίζας που φέρεται να έλαβε ο κατηγορούμενος υπουργός.

Ωστόσο, η θέση του δικαστηρίου για την ύπαρξη αμφιβολιών, έρχεται σε αντίθεση με την εισαγγελική εισήγηση που ζητούσε την καταδίκη του Γιάννου Παπαντωνίου. «Η δωροδοκία προκύπτει ξεκάθαρα από τη ροή των χρημάτων, με χρόνο 31/7/2002 έως 20/10/2003. Το ότι δεν υπάρχει αντιστοιχία στις διακινήσεις χρημάτων στους λογαριασμούς δεν δημιουργεί πρόβλημα στην αποδεικτική διαδικασία» υποστήριξε ο εισαγγελέας Αλεξ. Σπηλιώτης, τον περασμένο Ιουλίου, ο οποίος μάλιστα χαρακτήρισε «αφελές» το να πρέπει κάθε φορά να προκύπτει η ακριβής ροή του χρήματος. «Είναι αφελές να προσδοκούμε ότι θα φανεί από τις τράπεζες, αλλιώς γίνονται αυτές οι δουλειές, δια του μετρητού χρήματος. Αλίμονο αν είχαμε ταύτιση των ποσών μέσω της τραπέζης, οι αναλήψεις, μετακινήσεις μπορούν να αφορούν οποιαδήποτε αιτία, δεν χρειάζεται να συνδέσουμε και να βγάλουμε συμπέρασμα από την κίνηση των λογαριασμών» είχε εξηγήσει.

Συγχρόνως, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι απορρίπτοντας τη θέση του εισαγγελικού λειτουργού, το δικαστήριο φαίνεται σαν να αποδέχεται τους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς του πρώην υπουργού, για το τρόπο με το οποίο εκείνος βρέθηκε με ένα τόσο σημαντικό ποσό στην κατοχή του.

Ο Γιάννος Παπαντωνίου κατά την απολογία του, επικαλέστηκε μια θεία του από τη Νιγηρία η οποία τον συνέδραμε οικονομικά, αλλά και τη βοήθεια της πρώην συζύγου του. Η τοποθέτηση όμως, του εισαγγελικού λειτουργού, που επιχείρησε να αποδομήσει τη θέση του πρώην υπουργού, φαίνεται πως δεν ήταν αρκετή για το δικαστήριο. Όπως είχε πει ο Αλεξ. Σπηλιώτης στην αγόρευση του επί της ενοχής, «η θεία ζούσε στο εξωτερικό και ερχόταν στην Ελλάδα, με άριστες σχέσεις με τον κατηγορούμενο. Ο τρόπος για να τον βοηθάει ήταν να του φέρνει κάθε τόσο μετρητά; Γιατί να μην άνοιγε ένα λογαριασμό; Ερχόταν η θεία από το Μόναχο και έφερνε τη σακούλα με τα πακέτα; Έτσι γίνονται αυτές οι καταστάσεις; Δεν είναι λογικό να του ανοίξει λογαριασμό; Μόνο εγώ το σκέφτηκα; Η προέλευση των χρημάτων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με αυτόν τον τρόπο».